Γ.Τσιάκαλος: Η Χρυσή Αυγή προσπαθεί να επαναφέρει τη ναζιστική ιδεολογία

Γ.Τσιάκαλος: Η Χρυσή Αυγή προσπαθεί να επαναφέρει τη ναζιστική ιδεολογία

Την ανάγκη εξοπλισμού των πολιτών με όλα εκείνα τα εφόδια που κάνουν την κοινωνία ικανή να αντιμετωπίσει τη ναζιστική προπαγάνδα και να υπερασπιστεί τον ανθρώπινο πολιτισμό, υποδεικνύει σε συνέντευξή του στη «Χαραυγή» ο καθηγητής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και επικεφαλής της Επιτροπής για αναμόρφωση των Αναλυτικών Προγραμμάτων στα σχολεία της Κύπρου, Γιώργος Τσιάκαλος.  Αναφέρεται στην άνοδο της ναζιστικής «Χρυσής Αυγής» στην Ελλάδα, εξηγώντας πως η φασιστική οργάνωση δουλεύει εδώ και πολλά χρόνια συστηματικά μέσα στα σχολεία, όμως οι περισσότεροι, ακόμη και στο χώρο της Αριστεράς, υποτιμούσαν τις προοπτικές της προπαγάνδας της. Σήμερα δρέπουμε τους δηλητηριώδεις καρπούς της υποτίμησης του κινδύνου και της έλλειψης δημοκρατικής εγρήγορσης, σημειώνει ο κ. Τσιάκαλος και υπογραμμίζει ότι ο εκβαρβαρισμός των ανθρώπων δεν έρχεται τυχαία, είναι αποτέλεσμα του
πολιτικού και οικονομικού εκβαρβαρισμού που επιβάλλουν οι ισχυροί της Γης. Συνέντευξη στον Σπύρο Σωτηρίου

Κ. Τσιάκαλε έχετε εκδώσει το 2000 τον Οδηγό Αντιρατσιστικής Εκπαίδευσης για την Ελλάδα που από τότε έχει γνωρίσει αλλεπάλληλες εκδόσεις. Άλλαξαν πολλά πράγματα από το 2000 μέχρι σήμερα;

Ναι, πράγματι άλλαξαν πολλά, αλλά για να κατανοήσουμε το είδος των αλλαγών είναι απαραίτητο να διευκρινίσουμε ότι ο όρος «ρατσισμός» αναφέρεται σε δύο φαινόμενα που μερικές φορές υπάρχουν μόνα τους και άλλες φορές συμβαδίζουν: αναφέρεται, πρώτον, σε μια συγκεκριμένη κοινωνική πρακτική, και, δεύτερον, σε μια κοσμοθεωρία.

Ως κοινωνική πρακτική ο ρατσισμός συνδέεται κυρίως με την άσκηση εξουσίας σε βάρος ανθρώπων που ανήκουν σε μια διακριτή κοινωνική κατηγορία. Τέτοιες κοινωνικές κατηγορίες μπορεί να είναι οι μετανάστες, κάποιες μειονότητες, πρόσωπα με διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό, ανάπηροι και όποιοι θα μπορούσαν κάποια στιγμή να χαρακτηριστούν ως διαφορετικοί από μια κυρίαρχη κοινωνική ομάδα. Η αιτία για τις διακρίσεις ποικίλει: μερικές φορές ένα άτομο μπορεί να εμφορείται από κάποιες πολύ ισχυρές αρνητικές προκαταλήψεις, άλλοτε να κυριαρχείται από κάποια (αντικειμενικά λανθασμένη) αίσθηση απειλής, και τέλος, πάρα πολύ συχνά, να κινείται από ιδιοτέλεια.

Αυτό που περιέγραψα ως «κοινωνική πρακτική» ήταν αυτό στο οποίο κυρίως αναφερόμουν στον Οδηγό Αντιρατσιστικής Εκπαίδευσης. Σκοπό είχα να δείξω τους κινδύνους που συνεπάγεται η ύπαρξή της για ολόκληρη την κοινωνία και ταυτόχρονα να παρουσιάσω πρακτικούς τρόπους αντιμετώπισης και πρόληψής της.

Σήμερα όμως στην Ελλάδα βιώνουμε επιπλέον την εμφάνιση του ρατσισμού και με τη δεύτερη έννοια που έχει ο όρος: Ως κοσμοθεωρία, δηλαδή ως τρόπο πρόσληψης και ερμηνείας του κόσμου, της ιστορίας της ανθρωπότητας, των κοινωνικών διεργασιών και, συνακόλουθα, της άσκησης πολιτικής. Πρόκειται για μια κοσμοθεωρία που εμφανίστηκε στα μέσα του 19ου αιώνα, εξέθρεψε τις πολιτικές του ρατσισμού, του ευγονισμού και του κοινωνικού δαρβινισμού, αποτέλεσε θεμέλιο του ναζισμού και οδήγησε την ανθρωπότητα στη μεγαλύτερη καταστροφή που έχει γνωρίσει ποτέ.

Ρατσισμός ως κοσμοθεωρία σημαίνει ότι η ιστορία της ανθρωπότητας ερμηνεύεται ως αέναη σύγκρουση φυλών και ότι οι νόμοι της ανθρώπινης κοινωνίας αποτελούν απλή προέκταση των νόμων της φύσης, με κυρίαρχο το νόμο της επιβίωσης του ισχυρού και την άρνηση κάθε δικαιώματος –ακόμη και αυτού του δικαιώματος στη ζωή- σε όποιον θεωρείται ή αποδεικνύεται αδύναμος.

Στην Ελλάδα αυτή η κοσμοθεωρία εμφανίζεται με τη μορφή πολιτικού κόμματος, τη «Χρυσή Αυγή», που προσπαθεί να επαναφέρει στην πολιτική ζωή τη ναζιστική ιδεολογία – μια ιδεολογία που ηττήθηκε κατά κράτος πριν 67 χρόνια τόσο στο επίπεδο των ιδεών όσο και στον τομέα που οι ίδιοι οι Ναζί είχαν επιλέξει, δηλαδή εκείνον της πολεμικής αντιπαράθεσης.

Συνεπώς, σήμερα επιβάλλεται ο εξοπλισμός των πολιτών με όλα εκείνα τα εφόδια που κάνουν την κοινωνία ικανή να αντιμετωπίσει τη ναζιστική προπαγάνδα και να υπερασπιστεί τον ανθρώπινο πολιτισμό. Σ’ αυτό ήλθε να συμβάλει το βιβλίο μου «Απέναντι στα εργαστήρια του ρατσισμού», που εκδόθηκε το 2006 και έχει στο επίκεντρο το ρατσισμό ως κοσμοθεωρία, τους χώρους στους οποίους γεννιέται και καλλιεργείται και τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να αντιμετωπιστεί.

Σημειώνετε ότι το σχολείο αποτελεί τον καθρέφτη όλων των σημαντικών, κοινωνικών εξελίξεων και προσθέτετε ότι οι εκπαιδευτικοί πρέπει να αντιλαμβάνονται έγκαιρα το μέγεθος των κοινωνικών προβλημάτων. Έχετε την πεποίθηση ότι στην Ελλάδα με τα τόσα προβλήματα, δεν υπάρχουν εκπαιδευτικοί -που αποτελούν και αυτοί θύματα των καταστάσεων- που θεωρούν π.χ. ότι φταίνε οι μετανάστες για τα δεινά του ελληνικού λαού;

Υπάρχουν εκπαιδευτικοί που δεν κατανοούν τον κίνδυνο που συνεπάγεται για ολόκληρη την ελληνική κοινωνία η ύπαρξη ρατσιστικών φαινομένων και η εμφάνιση της ναζιστικής ακροδεξιάς στο πολιτικό φάσμα της χώρας. Γνωρίζω όμως ότι αυτοί αποτελούν μια αριθμητικά ασήμαντη ομάδα και θα παραμείνουν ασήμαντοι και απομονωμένοι στην εκπαιδευτική κοινότητα. Αυτό που πρέπει να υπογραμμιστεί είναι ότι η συντριπτική πλειοψηφία των εκπαιδευτικών κάνουν το καθήκον τους ως παιδαγωγοί, παρά τις φοβερές συνθήκες στις οποίες καλούνται να επιτελέσουν το έργο τους. Αντίθετα, φαίνεται ότι δεν αντιλαμβάνονται την κρισιμότητα των καταστάσεων και τις ευθύνες τους εκείνοι που ασκώντας εξουσία υπονομεύουν στην κοινή γνώμη το κύρος των εκπαιδευτικών, περιορίζουν την παιδαγωγική ελευθερία, επιβάλλουν μισθούς πείνας και συστηματικά αντιμετωπίζουν με εχθρότητα τους αγώνες των εκπαιδευτικών για ένα δημοκρατικό και ανθρώπινο σχολείο.

Αυτοί που προκαλούν σ’ εμένα ανησυχία είναι οι διάφοροι αξιωματούχοι οι οποίοι λανθασμένα θεωρούν ότι θα αφαιρέσουν τον αέρα από τα πανιά των ναζιστών υιοθετώντας οι ίδιοι εκ των προτέρων τις ρατσιστικές συμπεριφορές τους, όπως επίσης μου προκαλούν ανησυχία εκείνοι οι αξιωματούχοι οι οποίοι από προσωπική δειλία υποχωρούν μπροστά στο θράσος και στις απειλές των ψευτοπαλληκαράδων της ναζιστικής ακροδεξιάς. Αισιοδοξώ όμως ότι όλα αυτά, που προς το παρόν προκαλούν έκπληξη και αμηχανία στο δημοκρατικό κόσμο, σύντομα θα αρχίσουν να αντιμετωπίζονται με τον προσήκοντα τρόπο και θα οδηγήσουν στην εξαφάνιση τέτοιων φαινομένων.

Απ’ ό,τι διαβάζουμε και ακούμε, η φασιστική Χρυσή Αυγή έχει παρεισφρήσει και στα σχολεία στην Ελλάδα με εκπαιδευτικούς και μαθητές να ασπάζονται τις ακροδεξιές και ναζιστικές της αντιλήψεις. Είναι ένα πρόσκαιρο πρόβλημα το οποίο θα αλλάξει με την πάροδο του χρόνου; Υπάρχει αντίδοτο σε αυτό το δηλητήριο;

Η «Χρυσή Αυγή» δουλεύει εδώ και πολλά χρόνια συστηματικά μέσα στα σχολεία, όμως οι περισσότεροι, ακόμη και στο χώρο της Αριστεράς, υποτιμούσαν τις προοπτικές της προπαγάνδας της. Σήμερα δρέπουμε τους δηλητηριώδεις καρπούς της υποτίμησης του κινδύνου και της έλλειψης δημοκρατικής εγρήγορσης. Ταυτόχρονα βιώνουμε ένα παράδοξο που οδηγεί στα ίδια αρνητικά αποτελέσματα: πολλοί από όσους προηγουμένως υποτιμούσαν τους κινδύνους διογκώνουν σήμερα το μέγεθος του φαινομένου, ενισχύοντας έτσι – άθελά τους – την εντύπωση που ενδιαφέρεται να δημιουργήσει η «Χρυσή Αυγή» ότι είναι, δήθεν, η ραγδαία ανερχόμενη πολιτική δύναμη. Υπενθυμίζω, ότι οι πράξεις της «Χρυσής Αυγής», όπως ακριβώς και των εθνικοσοσιαλιστών του Χίτλερ, συμπυκνώνονται σε μια διαφημιστική εκστρατεία προσφοράς «προστασίας» μαφιόζικου τύπου (δήθεν «φροντίζει για την επιβολή του νόμου»), με ένα συνδυασμό φαρισαϊκής ψευδο-φιλανθρωπίας (δήθεν «επιστρέφει τα χρήματα του λαού μοιράζοντας τρόφιμα») και ρατσιστικής-εθνικιστικής ρητορείας. Στην πραγματικότητα οι πράξεις της Χρυσής Αυγής δεν είναι κατ’ ελάχιστον τόσες όσες εμφανίζει η ίδια -και, δυστυχώς, ανεξέλεγκτα αναπαράγουν τα ΜΜΕ- και το ίδιο ισχύει για την παρουσία της στα σχολεία.

Βεβαίως υπάρχουν μαθητές και μαθήτριες που θέλοντας να προκαλέσουν αμηχανία και εκνευρισμό στους καθηγητές και στις καθηγήτριές τους φωνάζουν ρυθμικά συνθήματα της Χρυσής Αυγής, δίνοντας έτσι την ψευδή εντύπωση ότι η τελευταία έχει διεισδύσει μαζικά στα σχολεία. Αλήθεια είναι επίσης ότι τα δημοσκοπικά ποσοστά της Χρυσής Αυγής εμφανίζονται σχετικά υψηλά στους νέους, όμως δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ελάχιστοι απ’ αυτούς είναι ιδεολογικά ενταγμένοι στο χώρο αυτό. Είμαι βέβαιος ότι δεν είναι ακόμη αργά για να δράσουμε ώστε να απαλλάξουμε πλήρως τα σχολεία από την παρουσία της ναζιστικής ακροδεξιάς. Για το σκοπό αυτό απαιτείται τόσο η συστηματική και εμπεριστατωμένη συζήτηση των εκπαιδευτικών με τους μαθητές και τις μαθήτριες όσο και αποφασιστικές αλλαγές στα αναλυτικά προγράμματα και στη λειτουργία του σχολείου. Όσο πιο γρήγορα και αποφασιστικά προωθούμε αυτές τις αλλαγές τόσο πιο καλά θωρακίζουμε τα παιδιά μας απέναντι στην επιχειρούμενη χειραγώγηση και εξαπάτησή τους από τους ακροδεξιούς αγύρτες.

Δυστυχώς, στην Ελλάδα η μεταρρύθμιση αυτή ούτε καν επιχειρήθηκε στα σοβαρά. Έτσι, οι εκπαιδευτικοί υποχρεώνονται να αγωνίζονται όσο καλύτερα μπορούν μέσα σε ένα εκπαιδευτικά αντίξοο και αντιπαραγωγικό πλαίσιο. Συνεπώς, για να είναι νικηφόρος ο αγώνας τους ενάντια στη ναζιστική ακροδεξιά δεν μπορεί παρά να συνοδεύεται από τον αγώνα για ένα δημοκρατικό και ανθρώπινο σχολείο.

Στην παρακμάζουσα μορφή του ο καπιταλισμός χρησιμοποιεί μεθόδους θέτοντας σε αντιπαράθεση εργαζόμενους εναντίον εργαζομένων, ανθρώπους εναντίον ανθρώπων. Στον Οδηγό Αντιρατσιστικής Εκπαίδευσης παραθέτετε κάποια συγκλονιστικά στοιχεία που αφορούν μετανάστες, οι οποίοι πέθαναν στην προσπάθειά τους να μεταβούν παράνομα στην Ελλάδα για να μπορέσουν… να ζήσουν. Πιστεύετε κ. Τσιάκαλε ότι εν έτει 2012 υπάρχουν άνθρωποι που ασπάζονται την άποψη ότι καλύτερα ένας παράνομος μετανάστης νεκρός, παρά να μπει στη χώρα και να ζήσει;

Δυστυχώς ναι, υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι. Αλλά ο εκβαρβαρισμός των ανθρώπων δεν έρχεται τυχαία, είναι αποτέλεσμα του πολιτικού και οικονομικού εκβαρβαρισμού που επιβάλλουν οι ισχυροί της Γης. Σας υπενθυμίζω ένα περιστατικό που περιγράφω στον Οδηγό Αντιρατσιστικής Εκπαίδευσης. Το 1997 η Πρωτοβουλία «Ιωβηλαίος 2000» παρακινούσε τις πλουσιότερες χώρες του κόσμου να χαρίσουν τα χρέη των πιο φτωχών χωρών της Αφρικής (που ήταν ισόποσα με το κόστος ενός βομβαρδιστικού αεροπλάνου). Υπολογιζόταν ότι η ενέργεια αυτή θα έσωζε δύο εκατομμύρια παιδιά από το θάνατο από πείνα. Δεν τα χάρισαν, και τα δύο εκατομμύρια παιδιά πέθαναν. Ξέρετε γιατί δεν το έκαναν; Επειδή -έτσι είπαν- μια τέτοια πράξη θα υπονόμευε την «ηθική της αγοράς». Το τραγικό είναι ότι η Ελλάδα ανήκε στις χώρες που αντιτίθονταν στην παραγραφή των χρεών! Βλέπετε, σε ένα κόσμο όπου οι αγορές παίρνοντας μορφή υπερανθρώπου, «έχουν δική τους ηθική», «ανησυχούν», «ανακουφίζονται», «αντιδρούν νευρικά», «προειδοποιούν», «παρεμβαίνουν» στην πολιτική και «τιμωρούν», εκεί δεν ισχύει πια η ανθρώπινη ηθική, καταρρακώνεται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και απαξιώνεται πλήρως ακόμη και το δικαίωμα στη ζωή.

* Ακολουθεί αύριο το β’ μέρος της συνέντευξης

 πηγή: tvxs.gr


74

ΚΑΝΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Γράψτε μια απάντηση