Ιδιώτες μυστικοσύμβουλοι για το προσφυγικό με τις ευλογίες της Ε.Ε.

Ιδιώτες μυστικοσύμβουλοι για το προσφυγικό με τις ευλογίες της Ε.Ε.

Επί μήνες η αμερικανική εταιρεία συμβούλων βρισκόταν στα ελληνικά νησιά, τροφοδοτώντας τα υψηλότερα επίπεδα χάραξης της πολιτικής της Ε.Ε. με πληροφορίες για το πώς θα λειτουργήσει στην πράξη η καταστροφική για τους πρόσφυγες ευρωτουρκική συμφωνία του 2016. Η ιδιωτική εταιρεία ανέλαβε κρυφά, παρακάμπτοντας όλες τις ευρωπαϊκές διαδικασίες για τις αναθέσεις έργων, να προτείνει λύσεις για την επιτάχυνση των διαδικασιών στις αιτήσεις ασύλου στις υπερκορεσμένες δομές, ερήμην των προσφυγικών δικαιωμάτων.

Αποκαλυπτικά στοιχεία για τον αμφιλεγόμενο ρόλο που διαδραμάτισε στη διαχείριση του προσφυγικού στην Ελλάδα ο αμερικανικός κολοσσός της εταιρείας συμβούλων McKinsey τη διετία 2016-2017 φέρνει στη δημοσιότητα πολυετής έρευνα των δημοσιογράφων Luděk Stavinoha και Αποστόλη Φωτιάδη στο πλαίσιο του Βαλκανικού Δικτύου Ερευνητικής Δημοσιογραφίας (BIRN), η οποία δημοσιεύτηκε χθες στο Spiegel και στο BalkanInsight.

Τις πληροφορίες για την εμπλοκή της McKinsey στο προσφυγικό είχε έγκαιρα αναδείξει η «Εφ.Συν.» («Η Ε.Ε. προτείνει την ιδιωτική αμερικανική εταιρεία Mc Kinsey να αναλάβει το μάνατζμεντ του προσφυγικού», Δημήτρης Αγγελίδης, 5/12/2016) και ενώ υπήρχαν συζητήσεις με το ελληνικό υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής για την αναμόρφωση του συστήματος ασύλου στα νησιά.

Η έρευνα του BIRN επικαλείται απόρρητα έγγραφα που αποδεικνύουν πως όχι μόνο υπήρξε εμπλοκή της αμερικανικής συμβουλευτικής εταιρείας, το περιεχόμενο της οποίας κράτησαν κρυφό η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Υποστήριξης Ασύλου (EASO), αλλά και πως επί μήνες η McKinsey βρισκόταν ήδη στα νησιά, δουλεύοντας αρχικά χωρίς αμοιβή, τροφοδοτώντας τα υψηλότερα επίπεδα χάραξης της πολιτικής της Ε.Ε. με πληροφορίες για το πώς θα μπορέσει να λειτουργήσει στην πράξη η καταστροφική για τους πρόσφυγες ευρωτουρκική συμφωνία του 2016.

Αποτέλεσμα αυτής της προεργασίας ήταν να αμειφθεί τελικά η McKinsey με ένα συμβόλαιο συμβουλευτικών υπηρεσιών – με απευθείας ανάθεση, χωρίς διαγωνισμό- αξίας σχεδόν ενός εκατομμυρίου ευρώ, ώστε να βοηθήσει να εφαρμοστεί ακριβώς αυτή η πολιτική.

Οπως έγραφε η «Εφ.Συν.», η McKinsey είχε εμπλακεί μέχρι και στη συγκρότηση του οργανογράμματος του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής.

Εκτός πραγματικότητας

Οι απόρρητες εκθέσεις της McKinsey που βρίσκονται στη διάθεση της «Εφ.Συν.» είναι αποκαλυπτικές για την αδιαφορία της ως προς την ποιότητα και την ακεραιότητα της διαδικασίας και τα δικαιώματα των προσφύγων.

Οπως υπογραμμίζουν οι δυο δημοσιογράφοι στην έρευνα του BIRN, η McKinsey προσέγγισε το ζήτημα με όρους εταιρικής διαχείρισης. «Το λεξιλόγιο παρέπεμπε περισσότερο σε εταιρική αίθουσα παρά σε ανθρωπιστική κρίση: υποσχέσεις για “στοχευμένες στρατηγικές”, “μεγιστοποίηση της παραγωγικότητας”, “βελτιστοποίηση από την αρχή μέχρι το τέλος της διαδικασίας ασύλου”», παρατηρούν.

Και εξηγούν: «Η κινητήριος λογική της παρέμβασης της McKinsey ήταν “η μεγιστοποίηση της παραγωγικότητας” – να υποβληθούν δηλαδή σε επεξεργασία όσο το δυνατόν γρηγορότερα περισσότερες υποθέσεις ασύλου […]». Ωστόσο, τέσσερις υπάλληλοι της Υπηρεσίας Ασύλου εκείνη την περίοδο σημειώνουν ότι η προσέγγιση της εταιρείας δεν συμβάδιζε με την πραγματικότητα στο πεδίο, ενώ οι προτάσεις της είχαν ήδη εξεταστεί από την Υπηρεσία και εφαρμόζονταν ή είχαν απορριφθεί. Οι προτάσεις της εταιρείας «δεν πρόσθεσαν τίποτα σημαντικό», αναφέρει πρώην υπάλληλος της Υπηρεσίας Ασύλου, που είχε πάρει μέρος σε «σεμινάριο ανάπτυξης ηγετικών δεξιοτήτων». Σημειώνει: «Ενιωθα ότι υπήρχε κάτι πολύ αταίριαστο με τη νοοτροπία μιας δημόσιας υπηρεσίας που λειτουργεί σε κέντρο για αιτούντες άσυλο».

Οπως προκύπτει, μια ιδιωτική εταιρεία ανέλαβε, παρακάμπτοντας όλες τις ευρωπαϊκές διαδικασίες για τις αναθέσεις έργων, να προτείνει λύσεις, εγείροντας σοβαρές ανησυχίες για την ανάθεση της δημόσιας πολιτικής για τους πρόσφυγες σε ιδιώτες. Στόχος ήταν να διασωθεί με κάθε τρόπο η αμφισβητούμενη ευρωτουρκική διακήρυξη του 2016, η οποία είχε καταφέρει να δημιουργήσει μεγάλο αριθμό συσσωρευμένων αιτήσεων ασύλου.

Ωστόσο, στην πράξη αποδείχτηκε ότι ήταν δύσκολο να μειωθεί ο αριθμός των συσσωρευμένων εκκρεμών υποθέσεων.

Καθ’ όλη τη διάρκεια των διαδοχικών «ενημερώσεων προόδου», η McKinsey προειδοποιούσε επανειλημμένα ότι «τα επίπεδα παραγωγικότητας δεν επαρκούν για την επίτευξη του στόχου». Με τις δικές της παραδοχές, οι απελάσεις δεν ξεπέρασαν ποτέ τις 50 ανά εβδομάδα κατά τη διάρκεια της σύμβασης. Ο στόχος ήταν 340 ανά βδομάδα. Επιπλέον, ενώ η McKinsey ισχυρίστηκε ότι ο πληθυσμός των αιτούντων άσυλο στη Χίο μειώθηκε σε 6.000 τον Απρίλιο του 2017, τα στοιχεία της ελληνικής κυβέρνησης έθεσαν τον αριθμό στους 12.822.

Παρ’ όλη την εμφανή αναποτελεσματικότητα των προτάσεων, η ποσοτικοποιημένη προσέγγιση της McKinsey φαίνεται ότι διέπνεε νομοσχέδιο που είχε ετοιμάσει στις αρχές του 2018 το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής. Ωστόσο, οι περισσότερες απαλείφθηκαν τελικά από το τελικό νομοσχέδιο που κατατέθηκε προς ψήφιση μετά την αποχώρηση του Γιάννη Μουζάλα από την ηγεσία του υπουργείου.

Παρόμοιας λογικής είναι βέβαια οι αμφιλεγόμενες αλλαγές που έχει επιφέρει στη διαδικασία ασύλου ο σημερινός υπουργός Νότης Μηταράκης. Ο νόμος που ψήφισε η Βουλή έχει κατηγορηθεί ότι είναι ανεφάρμοστος, ότι ευτελίζει τη διαδικασία ασύλου και ότι περιορίζει σε μεγάλο βαθμό τα δικαιώματα των προσφύγων και τις δικονομικές εγγυήσεις της διαδικασίας.

Εγγραφα τα οποία είδε το BIRN δείχνουν ότι η συμβουλευτική εταιρεία ήταν ήδη από το 2016 «σε αρχικές συζητήσεις» με έναν ευρωπαϊκό φορέα που ονομαζόταν «Υπηρεσία Στήριξης Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων» (SRSS). Η συγκεκριμένη διεύθυνση «βοηθά» τις χώρες της Ε.Ε. στον σχεδιασμό και την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και είχε τότε ως επικεφαλής τον Ολλανδό Μάρτιν Βερβέι.

Ο ίδιος ήταν παράλληλα ο συντονιστής της Ε.Ε. για τη συμφωνία Ευρωπαϊκής Ενωσης-Τουρκίας στην Ελλάδα και σήμερα είναι γενικός διευθυντής οικονομικών και χρηματοοικονομικών υποθέσεων της Ε.Ε., ενώ παραμένει και προσωρινός επικεφαλής του SRSS.

Τον Σεπτέμβρη του 2016 η McKinsey είχε ήδη καταθέσει -δωρεάν (pro bono)- μια πρόταση για το πώς μπορούσε να βοηθήσει με τίτλο «Υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ολοκληρωμένη διαχείριση προσφύγων». Ο Βερβέι έβαλε την υπογραφή του σε αυτήν την πρόταση τον Οκτώβριο του 2016.

Τα πρακτικά των συνεδριάσεων του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης Ασύλου (EASO) δείχνουν ότι η Επιτροπή είχε αναθέσει στη McKinsey να «αναλύσει την κατάσταση στα ελληνικά νησιά και να καταλήξει σε ένα σχέδιο δράσης που θα είχε ως αποτέλεσμα την εξάλειψη της καθυστερήσεων στις υποθέσεις ασύλου έως τον Απρίλιο του 2017».

Μέχρι τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, το «σχέδιο δράσης» της McKinsey ήταν έτοιμο, με τη συμμετοχή «στοχευμένων στρατηγικών και συστάσεων» για κάθε έναν εμπλεκόμενο.

Τον ίδιο μήνα, στις 8 Δεκεμβρίου, ο Βερβέι δημοσίευσε το κοινό σχέδιο δράσης της Ε.Ε. για την εφαρμογή της συμφωνίας Ε.Ε.-Τουρκίας, το οποίο εγκρίθηκε από τους αρχηγούς κυβερνήσεων της Ε.Ε. στις 15 Δεκεμβρίου. Δεν υπήρξε καμία αναφορά για εμπλοκή της McKinsey. Οταν ρωτήθηκε για τον ρόλο της εταιρείας, η Επιτροπή είπε στο BIRN πως το σχέδιο ήταν «ένα έγγραφο που εκπονήθηκε από κοινού μεταξύ της Επιτροπής και των ελληνικών αρχών».

Ωστόσο οι ομοιότητες μεταξύ του σχεδίου της McKinsey και του Κοινού Σχεδίου Δράσης της Ε.Ε. είναι εντυπωσιακές, ιδίως ως προς την αύξηση της ικανότητας κράτησης των προσφύγων στα νησιά, την «τμηματοποίηση» των υποθέσεων, την αύξηση του αριθμού των υπαλλήλων της EASO, της Υπηρεσίας Ασύλου και των αξιωματικών της Frontex, τον περιορισμό των σταδίων της διαδικασίας ασύλου μετά τον πρώτο βαθμό εξέτασης. Πολλά από όσα έκανε η McKinsey για την Υπηρεσία Στήριξης Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων παραμένουν ακόμα διαβαθμισμένα.

Tον Ιούνιο του 2019 η Επιτροπή δικαιολόγησε τη μη δημοσιοποίησή τους στη βάση ότι οι πληροφορίες θα μπορούσαν να θέσουν σε «ρίσκο τη δημόσια ασφάλεια» καθώς, όπως ισχυρίστηκε, «θα μπορούσαν να το εκμεταλλευτούν τρίτα μέρη (για παράδειγμα δίκτυα λαθρεμπόρων)». Η πλήρης αποκάλυψη, υποστήριξε η Επιτροπή, θα είχε επίσης το ρίσκο της «σοβαρής υπονόμευσης των εμπορικών συμφερόντων της McKinsey».

Λογιστικός έλεγχος

Το 2018 λογιστικός έλεγχος στους ετήσιους ισολογισμούς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Υποστήριξης Ασύλου από το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ECA) εντόπισε ότι σε «έναν μόνο προεπιλεγμένο οικονομικό φορέα» είχε ανατεθεί κάποιο έργο χωρίς την εφαρμογή «οποιασδήποτε από τις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων», που ορίζονται στους κανονισμούς της Ε.Ε. και είναι σχεδιασμένες έτσι ώστε να προωθούν τη διαφάνεια και τον ανταγωνισμό. Επομένως, «η συγκεκριμένη διαδικασία και όλες οι σχετικές πληρωμές ήταν παράτυπες», ανέφερε ο έλεγχος.

Μόνο αφού ένας από τους δημοσιογράφους του BIRN διαμαρτυρήθηκε στον Διαμεσολαβητή της Ε.Ε., η EASO συμφώνησε να αποκαλύψει τμήματα της έκθεσης. Διατρέχοντας πάνω από 1.500 σελίδες, το υλικό που αποκαλύπτεται παρέχει μια μοναδική εικόνα για τον ρόλο μιας μεγάλης ιδιωτικής συμβουλευτικής εταιρείας σε αυτό που παραδοσιακά υπήρξε πεδίο δημόσιας πολιτικής – το δικαίωμα στη διεθνή προστασία…

Τον Νοέμβριο του 2019 ο Διαμεσολαβητής απέρριψε το επιχείρημα της Επιτροπής ότι η μερική αποκάλυψη θα υπονόμευε τα εμπορικά συμφέροντα της McKinsey. Μέχρι σήμερα η Ε.Ε. δεν έχει αποκαλύψει τα πλήρη στοιχεία της συμφωνίας.

Αμηχανία Ευρωπαϊκής Επιτροπής

Με εμφανή αμηχανία υποδέχθηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις χθεσινές δημοσιογραφικές αποκαλύψεις για τον ρόλο της McKinsey στην Ελλάδα. Σε σχετικό ερώτημα, ο εκπρόσωπος της Κομισιόν απάντησε ότι είδε το δημοσίευμα αλλά ζήτησε περισσότερο χρόνο για να ενημερωθεί σχετικά, δεσμευόμενος ότι το προσεχές διάστημα θα απαντήσει.

Υπογραμμίζεται πως εκπρόσωπος της Επιτροπής είχε δηλώσει στο BIRN στο πλαίσιο της δημοσιογραφικής έρευνας ότι «η McKinsey εθελοντικά εργάστηκε δωρεάν για να βελτιώσει τη λειτουργία του ελληνικού συστήματος ασύλου και υποδοχής». Οπως αποδεικνύεται, η συγκεκριμένη δήλωση ήταν ψευδής.

«Αν κάποιες εταιρείες αναπτύσσουν προγράμματα τα οποία στη συνέχεια μετατρέπονται σε πολιτικές αποφάσεις, προκύπτει ένα πολιτικό θέμα το οποίο θα πρέπει να εξεταστεί προσεκτικά» δήλωσε ο Γερμανός ευρωβουλευτής Daniel Freund, μέλος της Επιτροπής προϋπολογισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. «Ειδικά αν στις ίδιες εταιρείες έχουν στη συνέχεια ανατεθεί συμβόλαια χωρίς να ακολουθούνται οι δέουσες διαδικασίες» πρόσθεσε.

Ο ρόλος της McKinsey στη Γερμανία

Πριν καταφτάσει στα ελληνικά νησιά, η McKinsey είχε εμπλακεί στη διαχείριση του προσφυγικού στη Γερμανία.

Το 2015 η αμερικανική εταιρεία υπέγραψε διετή σύμβαση με το Ομοσπονδιακό Γραφείο Μετανάστευσης και Προσφύγων της Γερμανίας, με υποχρέωση να προτείνει τρόπους βελτίωσης των διαδικασιών απέλασης. Σε μια ιστορία που εξελίχθηκε σε πολιτικό σκάνδαλο, σύμφωνα με δημοσιεύματα γερμανικών μέσων ενημέρωσης, η αμοιβή της εταιρείας ήταν 3,9 εκατομμύρια ευρώ για την «Ολοκληρωμένη διαχείριση προσφύγων», ενώ η ορολογία που χρησιμοποίησε η McKinsey ήταν ακριβώς η ίδια με το σχέδιο που κατέθεσε στην Ε.Ε. τον Σεπτέμβριο του 2016.

Η επιλογή της εταιρείας έγινε με απευθείας ανάθεση ενώ τόσο το ύψος της αμοιβής όσο και οι προτάσεις που υπέβαλε η εταιρεία σε εμπιστευτικό υπόμνημα δημιούργησαν ερωτήματα στην ίδια τη Γερμανία. «Γιατί να αγοράσει κάποιος τόσο ακριβά από άλλους τεχνογνωσία η οποία αναμφισβήτητα υπάρχει στις ομοσπονδιακές αρχές και στα υπουργεία», έλεγε τότε στη Welt o βουλευτής των Χριστιανοδημοκρατών, Βόλφγκανγκ Μπόσμπαχ.

Στο εμπιστευτικό της υπόμνημα προς τη Γερμανία η εταιρεία εισηγήθηκε την αναγκαστική απέλαση προσφύγων και μεταναστών με εγκληματική συμπεριφορά. Επιπλέον η McKinsey πρότεινε στο γερμανικό κράτος να δώσει έμφαση στην αύξηση των επιδοτούμενων («οικειοθελών») απελάσεων, που στοίχιζαν 700 ευρώ ανά άτομο κατά μέσο όρο, έναντι των αναγκαστικών αστυνομικών απελάσεων, που στοιχίζουν το υπερδιπλάσιο, 1.500 ευρώ.

Πρότεινε επίσης να κοπεί το χρηματικό επίδομα με τη μορφή κουπονιών από όσους πρόσφυγες και μετανάστες είναι άρρωστοι ή δεν έχουν ταξιδιωτικά έγγραφα και να αντικατασταθεί από την παροχή ρούχων ή φαγητού.

Σημειώνεται πως η McKinsey υπέγραψε τότε και σύμβαση με τον δήμο του Βερολίνου με απευθείας ανάθεση έναντι 238 χιλιάδων ευρώ, προκειμένου να καταστρώσει σχέδιο για την ένταξη των προσφύγων της πόλης. Η σύμβαση θεωρήθηκε σκανδαλώδης, καθώς η εταιρεία προσέλαβε επικεφαλής του έργου έναν πολιτικό από την παράταξη του δημάρχου του Βερολίνου, ενώ το ίδιο το σχέδιο που πρότεινε θεωρήθηκε ανεπαρκές.

πηγή:efsyn.gr

36

ΚΑΝΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Γράψτε μια απάντηση