Δύο ασυνόδευτοι ανήλικοι από το Πακιστάν και τη Σενεγάλη περιγράφουν πώς βίωσαν το ρατσισμό στην Ελλάδα, σε δημόσιους χώρους που μοιάζουν κλειστοί γι’ αυτούς. Με τις μαρτυρίες αυτές, συμμετείχαν στον 19ο Πανελλήνιο Διαγωνισμό Μαθητικής Δημιουργίας της Υ.Α., στο πλαίσιο της Ειδικής Συμμετοχής του Κέντρου Φιλοξενίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων Αιτούντων Άσυλο Βόλου, του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού.
Ο ρατσισμός είναι ένα φαινόμενο που επισκιάζει την καθημερινότητα όλων μας. Από όποια πλευρά κι αν τον δούμε, από όποια πλευρά κι αν τον ζήσουμε. Το δεδομένο είναι πως όλοι μας έχουμε υπάρξει, άμεσα ή έμμεσα, θύματα, όπως και θύτες του…
Οι δύο ιστορίες που θα διαβάσετε παρακάτω σχετίζονται με το πώς καταλύεται η έννοια του δημόσιου χώρου στα σύγχρονα αστικά κέντρα, εξαιτίας των ρατσιστικών φαινομένων.
Πόσο κοινόχρηστοι είναι, με άλλα λόγια, οι δρόμοι, τα πάρκα, οι πλατείες και όλοι εκείνοι οι δημόσιοι χώροι που προορίζονται για να εξυπηρετούν τις καθημερινές μας ανάγκες; Η απάντηση δυστυχώς δεν είναι ίδια για όλους. Για κάποιους είναι πλήρως ελεύθεροι. Για κάποιους άλλους, όμως, όχι…
Ρατσισμός στην εκκλησία
Διηγείται ο K.S.
Είμαι πρόσφυγας από το Πακιστάν. Βρίσκομαι στην Ελλάδα εδώ και 3 περίπου χρόνια και ζητάω άσυλο για να μπορέσω να μείνω εδώ νόμιμα. Προς το παρόν μένω στην Παιδόπολη Αγριάς, λίγο έξω από το Βόλο, στο Κέντρο Φιλοξενίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού.
Τα απογεύματα, όταν δεν έχω σχολείο, μου αρέσει να κάνω βόλτες. Το περπάτημα στις γειτονιές του Βόλου είναι για μένα μια όμορφη δραστηριότητα.
Στο δρόμο έχω συναντήσει πολλούς καλούς ανθρώπους, με ζεστή καρδιά και ευγένεια. Βέβαια δεν είναι όλοι οι άνθρωποι ίδιοι…
Ένα απόγευμα πέρασα έξω από μια εκκλησία. Μέσα υπήρχαν πιστοί που άκουγαν τη λειτουργία και προσεύχονταν. Μου άρεσε η εικόνα. Η πόρτα ήταν ανοιχτή. Σκέφτηκα ότι θα ήταν καλό να πλησιάσω. Φτάνοντας στην είσοδο έσκυψα το κεφάλι και άρχισα να προσεύχομαι και εγώ. Μπορεί η θρησκεία μου να είναι διαφορετική, αλλά η ανάγκη επικοινωνίας με τον Θεό είναι ίδια για όλους. Δεν καταλάβαινα τα λόγια του ιερέα. Αλλά είμαι σίγουρος ότι ήταν λόγια αγάπης και αδερφοσύνης.