Μετανάστες για την Τέχνη

Μετανάστες για την Τέχνη

437e33464a610c75c1c600b7ce888e13_XL

Οκτώβριος 26, 2015

Μιλάμε με τρεις καλλιτέχνες που «κυνηγούν» το όνειρο της τέχνης τους με έδρα την Ευρώπη και τις ΗΠΑ.

Τι σημαίνει να είσαι Ελληνας, καλλιτέχνης και μετανάστης; Τρεις νέοι δημιουργοί ο Πέτρος Κλαμπάνης, ο Γιώργος Καραηλίας και ο Μιχαήλ Φωτόπουλος ενσαρκώνουν τρεις διαφορετικές εκδοχές μετανάστευσης, υπενθυμίζοντας πως και οι καλλιτέχνες συγκαταλέγονται ανάμεσα στα «φωτεινά μυαλά» που έχουν ή συνεχίζουν να εγκαταλείπουν την Ελλάδα.

Πέτρος Κλαμπάνης, μουσικός – Μένει στο Χάρλεμ της Νέας Υόρκης, περιοδεύει σε Αμερική κι Ευρώπη

Δέκα χρόνια εγκατεστημένος σε μια από τις σημαντικότερες μητροπόλεις του κόσμου, ο Πέτρος Κλαμπάνης είναι ο Ελληνας δημιουργός που αν και «μετανάστης» κάνει πλέον, καριέρα. Παρότι νέος δεν είναι παιδί της οικονομικής κρίσης «άλλωστε το 2005 που έφυγα, δεν υπήρχε το οικονομικό κλίμα που επικρατεί τώρα. Ο κύριος λόγος που όρισε την επιλογή μου ήταν η αναζήτηση νέων μουσικών εμπειριών. Ήθελα πολύ να εμβαθύνω τη γνώση μου στον αυτοσχεδιασμό και τη Jazz, να γνωρίσω νέους συνεργάτες και να μάθω καινούργια πράγματα από αυτούς. Τότε ήταν η Jazz στο επίκεντρο των επιδιώξεών μου. Τώρα πια, προσπαθώ να μαθαίνω από όποιον μουσικό συνεργάζομαι».

Ο κύριος λόγος που όρισε την επιλογή μου ήταν η αναζήτηση νέων μουσικών εμπειριών. Ήθελα πολύ να εμβαθύνω τη γνώση μου στον αυτοσχεδιασμό και τη Jazz.

Αν και δεν τέθηκε θέμα επιβίωσης για την μετοίκιση του στη Νέα Υόρκη ομολογεί πως ήταν μια από τις πιο δύσκολες αποφάσεις της ζωής του αφού όπως δηλώνει «πραγματικά λατρεύει την Ελλάδα». «Ίσως το γεγονός αυτό να κάνει την περιπέτεια πιο γόνιμη. Ζω δέκα χρόνια στο εξωτερικό. Έχω μάθει πολλά πράγματα για τον εαυτό μου, τις δυνατότητες μου και για τη μουσική και τα πράγματα γύρω από αυτήν» λέει.

Έχοντας ήδη δύο προσωπικά άλμπουμ στο ενεργητικό του (τα «Contextual» και «Minor Dispute») κι ετοιμάζοντας ένα τρίτο είναι ο μουσικός (συνθέτει μουσική και παίζει κοντραμπάσο) που η νεοϋρκέζικη σκηνή της τζαζ έχει εντοπίσει ως «έξοχο» ενώ αυτή την περίοδο πραγματοποιεί εμφανίσεις σε Αμερική και Κεντρική Ευρώπη. Ανάμεσα στα όσα έχει πετύχει ο ίδιος προκρίνει τη δημιουργία της δικής του μπάντας με την οποία εμφανίζεται πολύ συχνά στο «Cornelia Street Café», ένα μικρό, όμορφο υπόγειο στο West Village. «Αυτό με έκανε να αφοσιωθώ πολύ στη σύνθεση και μελέτη του οργάνου, καθώς και στην ανάγκη να μοιραστώ τη μουσική μου με το κοινό. Ήταν ένα πολύ δυνατό reality check που με ταρακούνησε».

Είναι αυτονόητο πως η ζύμωση με το κοινό και την καλλιτεχνική κοινότητα της Νέας Υόρκης του παρέχει – ως ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον με το ευρωπαϊκό – μια ξεχωριστή εμπειρία. Όσο όμως, κι αν ακούγεται οξύμωρο εκεί κατάφερε να ενσωματωθεί πιο ομαλά. Σημειώνει σχετικά: «Η Νέα Υόρκη βρίσκεται σε μια φοβερά δυναμική κατάσταση εδώ και παραπάνω από ένα αιώνα. Η σκληρή εργασία, ο ανταγωνισμός και μια επιμονή στην δημιουργικότητα χαρακτηρίζουν κυρίαρχα την πόλη. Αυτά είναι και τα στοιχεία που ομοιογενοποιούν και κάνουν συμπαγή μια κοινωνία τόσο πολυ-πολιτισμική, όσο καμιά άλλη στον κόσμο. Η Ευρώπη από την άλλη, έχει μια πολύ βαθιά και βαριά ιστορία. Η αρχιτεκτονική της, η λογοτεχνική της παράδοση, η μουσική και η φιλοσοφία της, συνθέτουν ένα κλίμα πολύ γοητευτικό, με έντονο χαρακτήρα, αλλά συνάμα πολύ πιο φορτισμένο και ενδεχομένως πιο ‘δύσκολο’ να διαχειριστείς ως καλλιτέχνης».

Αν και η δουλειά του Πέτρου Κλαμπάνη αναφέρεται πρωτίστως στο δυτικό κοινό, χωνεύει συχνά στοιχεία από την ελληνική μουσική παράδοση με τη συνείδηση πως ο «Ελληνας είναι Ευρωπαίος και Βαλκάνιος». «Μια πρόκληση τόσο για τους Έλληνες καλλιτέχνες όσο και για το κοινό, είναι να αγαπήσουμε αυτό το μείγμα πραγμάτων που είμαστε, να το καλλιεργήσουμε με ευαισθησία, γνώση, σεβασμό και να το μοιραστούμε με τον υπόλοιπο κόσμο».

Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο θα συνεχίσει να επιλέγει το νομαδικό τρόπο ζωής αφού, έτσι κι αλλιώς, δεν του αρέσει να φαντάζεται τον εαυτό του οριστικά εγκατεστημένο κάπου. «Τα ταξίδια είναι πολύ σημαντικό κομμάτι αυτού που είμαι και αυτού που κάνω. Η ζωή μου εξελίσσεται κυρίως μεταξύ Νέας Υόρκης, Ζακύνθου και Αθήνας, με πολλές ενδιάμεσες στάσεις. Αυτό θα ήθελα να συνεχιστεί όσο καιρό μου το επιτρέπουν τα αποθέματα της ενέργειάς μου».

Γιώργος Καραηλίας, φωτογράφος – Ζει κι εργάζεται στο Καθέρες της Ισπανίας

yorgos karailias

Εδώ και 5.5 χρόνια, η βάση του είναι στην Ισπανία. Αν και στο παρελθόν είχε την εμπειρία του εξωτερικού για μικρά διαστήματα, τελικά πήρε την απόφαση να αφήσει την Ελλάδα το 2010 σε μια εποχή μετάβασης για την χώρα όπου «η κρίση ήταν κυρίως απειλή παρά πραγματικότητα και ακόμα δεν είχαν σαρωθεί τα πάντα». Παρότι δε, τότε «είχα σταθερή δουλειά σχετική με τη φωτογραφία, ήμουν μέλος μιας φωτογραφικής κολλεκτίβας με προοπτικές, δούλευα σε προσωπικά πρότζεκτ που πήγαιναν καλά».

Στην περίπτωση του Γιώργου Καραηλία η φυγή ήρθε ως αποτέλεσμα οικονομικών και προσωπικών λόγων. Σήμερα, έχοντας πλέον ζήσει ένα ικανό διάστημα εκτός Ελλάδος είναι σε θέση να διακρίνει τα καλά και τα κακά της επιλογής του, με τα πρώτα να επικρατούν. «Θα έλεγα σχηματικά ότι η αίσθηση του αγνώστου έχει αλλάξει τον τρόπο που βλέπω τα πράγματα και σίγουρα έχει προσδώσει δυναμική σε όσα προσπαθώ να κάνω. Υπάρχει δημιουργική εξέλιξη, περισσότερη ελευθερία και μία νομαδική αίσθηση που με κρατάει σε κίνηση και αναζήτηση. Φυσικά υπάρχουν και πολλές δυσκολίες αλλά είμαι ακόμα στην αρχή».

Πρακτικά, αυτό μεταφράζεται στην κυκλοφορία του πρώτου φωτογραφικού του βιβλίου, μετά από τέσσερα χρόνια δουλειάς, κάτι που «παραδόξως» όπως επισημαίνει, συνέβη στη Γερμανία κι όχι στην Ισπανία. Πάντως, οι διαφορές στον τρόπο που οι Ισπανοί και οι Ελληνες αντιμετωπίζουν τον πολιτισμό είναι προφανείς και δομικές, μολονότι «και η Ισπανία έχει πληγεί από τις πολιτικές λιτότητας και η κρατική μέριμνα για τον πολιτισμό και τις Τέχνες είναι σχεδόν προσχηματικού χαρακτήρα».

Είναι φορές που ταξιδεύοντας μεταξύ Ελλάδας και Ισπανίας έχω νιώσει ότι πατρίδα μου είναι ο ενδιάμεσος χώρος που διασχίζει το αεροπλάνο

Ωστόσο, όπως διαπιστώνει ο ίδιος «οποιαδήποτε σύγκριση της πλειονότητας των ισπανικών πόλεων με τις ελληνικές προκαλεί μια κάποια θλίψη και αυτή η διαφορά είναι βασική για τον τρόπο που η αισθητική επηρεάζει τον τρόπο συναίσθησης και σκέψης. Ιδιαίτερη εντύπωση μου έκανε ο μεγάλος αριθμός ανθρώπων που ασχολούνται με κάποιο καλλιτεχνικό μέσο κι όχι απαραίτητα σε επαγγελματικά φιλόδοξη βάση, ενώ, ειδικά στον τομέα μου, η φωτογραφία στην Ισπανία βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε φάση έκρηξης και διεθνούς αναγνώρισης».

Ο Γιώργος Καραηλίας αυτή την περίοδο, διατηρεί μια διττή σχέση με την φωτογραφία, αφενός ως δημιουργός κι αφετέρου ως εκπαιδευτικός κι επιμελητής εκθέσεων. «Η φωτογραφία-ντοκουμέντο παραμένει στο κέντρο του ενδιαφέροντός μου αλλά παράλληλα με απασχολεί και το ίδιο το φωτογραφικό μέσο, τα όριά του, οι εκφραστικές και αφηγηματικές του δυνατότητες. Τελευταία, εστιάζω κυρίως στις ρωγμές του πρότζεκτ της ευρωπαϊκής ενοποίησης, ένα στενό αλλά πολύ δυναμικό χώρο που διαρκώς μεταλλάσσεται».

Σ’ αυτή τη δεδομένη ευρωπαϊκή συνθήκη λοιπόν, δεν δείχνει διατεθειμένος να επιστρέψει άμεσα στην Ελλάδα. Και παρά τους ισχυρούς δεσμούς μαζί της ομολογεί πως «είναι φορές που ταξιδεύοντας μεταξύ Ελλάδας και Ισπανίας έχω νιώσει ότι πατρίδα μου είναι ο ενδιάμεσος χώρος που διασχίζει το αεροπλάνο• αλλά δεν ξέρω αν αυτή η αίσθηση του να ανήκεις παντού και πουθενά είναι ίδιον του καλλιτέχνη, του μετανάστη ή οποιουδήποτε ανθρώπου που ασφυκτιά στα καθορισμένα πλαίσια».

Μιχαήλ Φωτόπουλος, ηθοποιός – Μετακόμισε πριν από μερικούς μήνες στο Βερολίνο
FOTOPOULOS

Αν μιλούσαμε υπό κανονικές συνθήκες, το Βερολίνο – μια πόλη με σπουδαία πολιτιστική παράδοση – θα έμπαινε στη ζωή του για λόγους ευνόητους. «Να αναμιχθώ με περισσότερους καλλιτέχνες, να γνωρίσω κι άλλον κόσμο, καινούργια πράγματα, να κάνω project που έχω στο μυαλό μου». Παρόλα αυτά, ο Μιχαήλ Φωτόπουλος ζει στη γερμανική πρωτεύουσα τους τελευταίους 14 μήνες με την οικονομική κρίση να διαδραματίζει εξίσου σημαντικό ρόλο στην απόφαση του. «Έπαιξε ρόλο και η αντιμετώπιση κάποιων ιδιοκτητών θεάτρων. Υπάρχει μεγάλο πρόβλημα σε αυτόν τον τομέα, πολλοί ηθοποιοί μένουν ξεκρέμαστοι ενώ τα αφεντικά τους συνεχίζουν να κερδίζουν χρήματα. Δείτε επίσης το θέμα των απλήρωτων ηθοποιών του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, το οποίο η Πολιτεία μοιάζει να αγνοεί παντελώς – λες και οι ηθοποιοί γεννούν χρήματα για να ζήσουν».

Στον ένα χρόνο και κάτι που βρίσκεται στη Γερμανία, ο Μιχαήλ δραστηριοποιείται κυρίως ως ηθοποιός αλλά και ως μουσικός. Μέχρι στιγμής έχει συμμετάσχει σε δύο παραγωγές: Ένα πειραματικό διαδραστικό project με τίτλο «You turn» (που θέμα είχε την πολιτική ιστορία της πόλης και ιστορίες βασανισμών και παρακολούθησης από όλον τον κόσμο) και μια lecture performance με τίτλο «Remember Distomo» στο πλαίσιο του Voicing Resistance festival στο Studio R του Maxim Gorki Τheater. Τις επόμενες μέρες αρχίζει πρόβες για τη νέα δίγλωσση παραγωγή του Ballhaus Naunynstrasse «die Dunkelkammer» σε σκηνοθεσία του Κωστή Καλλιβρετάκη.

Στο σύντομο αυτό διάστημα μπορεί να επισημαίνει την ειδοποιό διαφορά ανάμεσα σε μια ελληνική παραγωγή θεάτρου και μια γερμανική. «Για να ανέβει μια παραγωγή εδώ θα πρέπει προηγουμένως να συγκεντρωθεί το αναγκαίο ποσό που θα καλύψει τις αμοιβές όσων συμμετέχουν. Στην Ελλάδα γίνεται ακριβώς το αντίθετο• η παραγωγή αρχίζει χωρίς τα απαραίτητα χρήματα με μοιραίο επακόλουθο κάποιοι να μην πληρωθούν ποτέ».

Αν θέλουμε δηλαδή να μιλάμε για πολιτιστική κουλτούρα πρέπει το κράτος να αναιρεί τα εμπόδια ώστε να φέρει τον άνθρωπο κοντά στον πολιτισμό

Δεδομένης της οικονομικής ευρωστίας, η Γερμανία εκπέμπει μια τελείως άλλη εικόνα στη θεατρική της κίνηση – διαπίστωση που βεβαίως έχει να κάνει με μια γενικότερη νοοτροπία. «Εκτός από τις γερμανικές παραστάσεις που ανεβαίνουν, σταθμεύουν παραγωγές από όλον τον κόσμο. Το θέατρο ανθεί, οι καλλιτέχνες όταν δουλεύουν πληρώνονται και ζουν από αυτό• τα θέατρα είναι ανοιχτά στην κοινωνία. Ένας άνεργος π.χ. στη Γερμανία μπορεί να εξασφαλίσει προνομιακές θέσεις με πολύ λίγα χρήματα ενώ η είσοδος για τα μουσεία είναι εντελώς δωρεάν. Αν θέλουμε δηλαδή να μιλάμε για πολιτιστική κουλτούρα πρέπει το κράτος να αναιρεί τα εμπόδια ώστε να φέρει τον άνθρωπο κοντά στον πολιτισμό».

Δεν θα σταθεί μόνο στο καλλιτεχνικό προβάδισμα της Γερμανίας, αλλά θα επαινέσει και την υψηλότερη ποιότητα ζωής που του εξασφαλίζει το Βερολίνο, μολονότι μεγαλούπολη. «Είναι καταπράσινο με πάρκα που έχουν ζωή καθημερινά. Βλέπεις τα παιδιά να παίζουν μέσα στην φύση, να έχουν δηλαδή επαφή με τον καθρέφτη τους, την μητέρα φύση. Σ’ όλη την πόλη κυκλοφορούν νέοι άνθρωποι ηλικιών 25 -35 ετών από όλες τις γωνιές του κόσμου, άνθρωποι που κάτι ήρθαν να βρουν εδώ να δημιουργήσουν, να ζήσουν… Ο διάλογος συνδιαλλαγή με τόσο ανομοιογενές κόσμο με πηγαίνει μπροστά σαν άνθρωπο».

Αποφασισμένος σχεδόν, να μην επιστρέψει στην Ελλάδα – αν κι εδώ ζουν η οικογένεια και οι φίλοι του – ο Μιχαήλ Φωτόπουλος δημιουργεί τις βάσεις για να μονιμοποιηθεί στο Βερολίνο. «Πάντα ήθελα να γνωρίζω νέα πράγματα κι όχι απαραίτητα με την καλλιτεχνική ιδιότητα. Δεν ξέρω αν ένας καλλιτέχνης πρέπει να είναι πολίτης του κόσμου, σίγουρα όμως πρέπει να έχει την καρδιά του ανοιχτή στο κόσμο».

92

ΚΑΝΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Γράψτε μια απάντηση