Η Υπηρεσία Ασύλου στην υπηρεσία της απάνθρωπης «αποτρεπτικής πολιτικής», του Γ.Τσιάκαλου

Η Υπηρεσία Ασύλου στην υπηρεσία της απάνθρωπης «αποτρεπτικής πολιτικής», του Γ.Τσιάκαλου

1Αδύναμοι να το αντιμετωπίσουμε με τις δικές μας δυνάμεις παρακολουθούσαμε το δράμα των προσφύγων το Δεκέμβριο. Πάγωναν. Απελπισμένοι έπαιρναν το δρόμο να πάνε σε κάποιο άλλο τόπο να προστατευτούν, άλλος τόπος τόσο άξενος όσο τα «Κέντρα Φιλοξενίας»… πουθενά.

Ακόμη και οι δικοί μας άρχοντες υποχρεώθηκαν να παραδεχτούν ότι κάτι δεν πάει καλά. Σταμάτησαν για λίγο το γνωστό τροπάριο ότι «όλα είναι έξοχα, οι πρόσφυγες έχουν τα πάντα», κι άρχισαν να μιλούν για απρόβλεπτα φαινόμενα, «που να φανταστούμε τέτοιο χειμώνα, ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατόν, το έχουμε κάνει». Εννοούσαν κάποιες μεταφορές σε ξενοδοχεία, κάποιες σόμπες στις αχανείς αποθήκες.
Υπερήφανος, όπως πάντα ο αρμόδιος υπουργός, πουθενά στον κόσμο και ποτέ στην Ιστορία της Ανθρωπότητας δεν έχει υπάρξει τέτοιος αποτελεσματικός διαχειριστής. Και κυρίως τόσο πονόψυχος, το δάκρυ ποτέ δε λείπει από το μάτι όταν υπάρχουν κάμερες και θεατές.

Κι εμείς, στηλιτεύαμε την αδιαφορία και την αναλγησία τους, όμως ταυτόχρονα ειρωνευόμασταν την ανικανότητά τους, «μα είναι δυνατόν να μην προβλέψουν το χειμώνα», λέγαμε, «τόσο ανίκανοι που δεν μπορούν να οργανώσουν μια μεταφορά σε ξενοδοχεία!». Οργή και ειρωνεία μαζί.

Και ήρθε η 17η Ιανουαρίου για να μας δείξει ότι η οργή μας ήταν ένα τίποτε μπροστά σ’ αυτό που θα έπρεπε να είναι, και, αντίθετα, η ειρωνεία μας για την ανικανότητά τους εντελώς αδικαιολόγητη, αυτοί ήξεραν τι κάνουν. «Αποτρεπτική πολιτική» έκαναν, έτσι την ονόμασε ο αρμόδιος υπουργός μιλώντας στη ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ.
Δηλαδή, μια πολιτική που στέλνει μήνυμα στους ξεριζωμένους του κόσμου: «παντού μπορείτε να πάτε, οπουδήποτε να μείνετε, μόνο στη χώρα του Ξένιου Δία μην έρθετε, εδώ δεν θα έχετε το δικαίωμα ούτε να ζήσετε ούτε να φύγετε, μόνο να λέτε στους άλλους ΄μην έρχεστε΄ και στους δικούς σας που σας περιμένουν ΄μη μας καρτεράτε΄».

Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στις 17 Ιανουαρίου η Υπηρεσία Ασύλου, το 2016 έγιναν αποδεκτές από άλλες χώρες (κυρίως Γερμανία), στο πλαίσιο της οικογενειακής επανένωσης 2.462 υποθέσεις (οικογένειες ή άτομα, δε γίνεται σαφές). Αυτό σημαίνει ότι στην άλλη χώρα υπήρχε κιόλας σπίτι και εξασφαλισμένο εισόδημα, και τα άτομα που έγιναν αποδεκτά μπορούσαν να φύγουν αμέσως.

Όμως δεν έφυγαν. Από το «Δελτίο Τύπου» πληροφορούμαστε: «1107 άτομα έχουν ταξιδέψει στη χώρα τελικού προορισμού». Δηλαδή 1.355 άτομα ή οικογένειες (κυρίως γυναίκες με μικρά παιδιά) παρέμειναν όλο το χειμώνα στα δικά μας στρατόπεδα και στην παγωνιά, πολύ λίγα σε διαμερίσματα, πάντως μακριά από τις οικογένειές τους.

1

Για ποιο λόγο; Καμιά απάντηση στο δελτίο τύπου. Έτσι θέλουμε, έτσι κάνουμε. Αυτό θα πει «εθνική κυριαρχία». Και το ελάχιστο ανθρώπινο δικαίωμα που υπάρχει στις διεθνείς συμφωνίες για τους /τις πρόσφυγες δεν μας αφορά. Εμείς είμαστε στην υπηρεσία της «αποτρεπτικής πολιτικής» του προϊστάμενού μας υπουργού. Τέρμα.

Σήμερα ο αριθμός έχει ξεπεράσει τις 2.000, όμως ούτε φύλλο δεν κουνιέται στην Υπηρεσία Ασύλου. Στις άλλες χώρες έχουν πια βαρεθεί να περιμένουν. Αν περάσουν έξι μήνες ακυρώνεται η αποδοχή. Όμως εδώ ακόμη και για την επιβεβαίωση λήψης του μέιλ της άλλης χώρας (με την δήλωση αποδοχής της οικογένειας) αφήνουν να περάσει μια εβδομάδα, για την αγωνία των προσφυγικών οικογενειών θα ενδιαφερθούν;

Άτυπα προβάλλεται μερικές φορές ως δικαιολογία για τις καθυστερήσεις η «έλλειψη προσωπικού». Δε θεωρώ ότι ισχύει. Όμως, εφόσον πράγματι το εννοούν, εμείς αποφασίσαμε να βοηθήσουμε, όπως το κάναμε σε τόσες άλλες περιπτώσεις. Για το σκοπό αυτό έστειλα πριν περίπου ένα μήνα μια επιστολή στην προϊσταμένη της Υπηρεσίας Ασύλου στη Θεσσαλονίκη προσφέροντας βοήθεια.

Μέχρι σήμερα δεν τη δημοσιοποίησα, περιμένοντας μια απάντηση. Όμως, ένας μήνας πέρασε, ούτε φωνή ούτε ακρόαση. Θα επιμείνω και, εάν χρειαστεί, μέχρι τα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια.

Παρακάτω το κείμενο της επιστολής (και στην αυθεντική του μορφή στις φωτογραφίες).
Θεσσαλονίκη, 24 Ιανουαρίου 2017

Αξιότιμη κυρία Μουρμουρή,

Η παρούσα επιστολή μου έχει την έννοια αίτησης για προσφορά μη αμειβόμενων υπηρεσιών από τη σύζυγό μου Sigrid Muschik-Tsiakalos και από εμένα με στόχο την ενίσχυση του έργου σας.

Ασχολούμενοι εδώ και πάρα πολλά χρόνια με θέματα προσφύγων και από τον Ιούλιο του 2015 ως εθελοντές σε καθημερινή πλέον βάση (στην αρχή στην αντιμετώπιση των αναγκών στην Ειδομένη και αργότερα στα λεγόμενα «Κέντρα Φιλοξενίας» και έξω από αυτά, και επιπλέον εντάσσοντας την άνοιξη του 2016 στην οικογένειά μας και δύο οικογένειες προσφύγων από τη Συρία, από τις οποίες η μία μόλις σήμερα με τη διαδικασία μετεγκατάστασης μεταβαίνει στη Γερμανία, ενώ η άλλη -μητέρα με δύο κόρες δεκαπέντε και δύο ετών- διαμένει ακόμη μαζί μας περιμένοντας την επανένωσή της με τον πατέρα και τα δύο μικρά αγόρια που ήδη εδώ και ένα χρόνο έχουν πάρει άσυλο και άδεια παραμονής στη Γερμανία) διαπιστώνουμε καθημερινά τον πόνο και την απελπισία που βιώνουν χιλιάδες πρόσφυγες.

1
Ανάμεσα στον πόνο και στην απελπισία το πιο σκληρό είναι η απελπισία, καθώς το μέλλον τους βρίσκεται καθ’ ολοκληρίαν στα χέρια άλλων, οι οποίοι δεν έχουν ή δεν βρίσκουν χρόνο να τους ενημερώσουν και να τους συνδράμουν με τρόπο που θα κρατάει ζωντανή μέσα τους την ελπίδα.

Γνωρίζουμε ψυχιάτρους που αγωνίζονται να κρατήσουν ανθρώπους μακριά από την ιδέα ότι η αυτοκτονία είναι η μοναδική λύση στα προβλήματά τους και, ακόμη χειρότερα, ότι της αυτοκτονίας πρέπει να προηγηθεί η θανάτωση των μικρών παιδιών τους. Το ότι μέχρι σήμερα η υποκριτική δημόσια συμπόνοια δεν είχε την ευκαιρία να μιλήσει για «Μήδειες» και «αγγελούδια» οφείλεται αποκλειστικά στη συμπαράσταση και στη φροντίδα πολλών αλληλέγγυων ανθρώπων της χώρας μας που αποφάσισαν να φιλοξενήσουν τέτοιες ευάλωτες οικογένειες στα σπίτια τους ή να οργανώσουν κατάλληλες δομές φιλοξενίας ή με καθημερινή προσωπική παρουσία και συνδρομή στην προσπάθεια επίλυσης των προβλημάτων τους να συμβάλουν στην ενδυνάμωση των προσφύγων και των οικογενειών τους. Όμως, μετά από τόσες απογοητεύσεις η απελπισία έχει κυριεύσει και τους ίδιους τους συμπαραστάτες των απελπισμένων. Με μόνη διαφορά ότι στη δική τους περίπτωση η απελπισία συνοδεύεται από βαθιά οργή που δύσκολα μπορεί να τιθασευτεί.

Ιδιαίτερη περίπτωση αποτελούν οι μητέρες με μικρά παιδιά των οποίων οι σύζυγοι -συχνά με τα άλλα παιδιά της οικογένειας- βρίσκονται σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα και ήδη έχουν πάρει άσυλο ή βρίσκονται στη σχετική διαδικασία. Οι περιπτώσεις αυτές είναι ιδιαίτερα δραματικές και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η Συμφωνία του Δουβλίνου ΙΙΙ προβλέπει ιδιαίτερη μεταχείριση και οι διεθνείς οργανισμοί πιέζουν για γρήγορη διεκπεραίωση των σχετικών διαδικασιών. Όμως δυστυχώς διαπιστώνουμε ότι σε όλες τις φάσεις της σχετικής διαδικασίας στη χώρα μας υπάρχουν καθυστερήσεις, δυσβάστακτες και ακατανόητες για τους ανθρώπους που πρέπει να τις υπομείνουν.

Δεν θέλουμε να πιστέψουμε κι εμείς αυτό, το οποίο πιστεύουν και υποστηρίζουν πολλοί, δηλαδή ότι αυτό γίνεται είτε για την εξυπηρέτηση αδήλωτων πολιτικών σκοπιμοτήτων είτε από αναλγησία. Προτιμούμε να δεχτούμε ως αιτία το φόρτο εργασίας του προσωπικού. Γι’ αυτό το λόγο αποφασίσαμε να προσφέρουμε τις υπηρεσίες μας ως βοηθητικό προσωπικό για τις περιπτώσεις αυτές (και για άλλες, εάν υπάρχει σχετική επιθυμία). Είναι αυτονόητο ότι προσφέρουμε τις υπηρεσίες μας χωρίς κανενός είδους ανταμοιβή ή αποζημίωση, ούτε τώρα ούτε στο μέλλον.

Γνωρίζουμε ότι στην Υπηρεσία σας ορισμένες εργασίες επιτρέπεται να γίνονται και να ολοκληρώνονται αποκλειστικά από το αρμόδιο προσωπικό. Αυτό που εμείς θεωρούμε ότι μπορεί να μας ανατεθεί είναι η προετοιμασία των εγγράφων που αποστέλλονται σε άλλες χώρες, τα τηλεφωνήματα με τους αρμόδιους υπαλλήλους στις υπηρεσίες των άλλων χωρών (ιδιαίτερα της Γερμανίας, στην οποία αφορά η συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων) και ό,τι άλλο γραφειακού χαρακτήρα σχετίζεται με τις διαδικασίες αυτές. Με τον τρόπο αυτό το αρμόδιο προσωπικό θα απελευθερωθεί από την ανάγκη να διεκπεραιώνει θέματα γραφειακού χαρακτήρα, θα μπορεί να επικεντρωθεί στη διαχείριση των ουσιαστικών θεμάτων για τα οποία έχει προσληφθεί και η συνολική διαδικασία θα ολοκληρώνεται πολύ γρηγορότερα. Ωφελούμενες θα είναι οι οικογένειες των προσφύγων αλλά προφανώς και η δική μας χώρα.

Σας διαβεβαιώνουμε ότι έχουμε την απαραίτητη τεχνογνωσία, έργο αυτής της μορφής έχουμε ήδη επιτελέσει σε πολλές περιπτώσεις. Στη διάθεσή σας βρίσκονται τα βιογραφικά μας. Εδώ σας ενημερώνουμε απλώς ότι και οι δύο ήμασταν στη Γερμανία δημόσιοι λειτουργοί (Beamte) -η σύζυγός μου ως εκπαιδευτικός και εγώ ως καθηγητής Πανεπιστημίου- και συνεχίσαμε στην Ελλάδα η γυναίκα μου ως εκπαιδευτικός στη Γερμανική Σχολή Θεσσαλονίκης κι εγώ ως καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (όπου ανέλαβα πλήθος διοικητικών καθηκόντων σε πολλές θέσεις, μεταξύ των οποίων τρεις θητείες κοσμήτορας της Παιδαγωγικής Σχολής και έξι φορές πρόεδρος Τμήματος). Εκτός υπηρεσίας πια, έχουμε τη δυνατότητα να διαθέσουμε στην υπόθεση των προσφύγων όλο το χρόνο μας.

Αξιότιμη κυρία Μουρμουρή,
Ίσως είναι ανάγκη να διευκρινίσω ότι το δικό μας αίτημα δεν αποτελεί κάτι το ιδιαίτερο, είναι πάρα πολλοί οι άνθρωποι στη χώρα μας που θέλουν να σφραγιστεί με ανθρωπιά η υπόθεση των προσφύγων, είναι πρόθυμοι να προσφέρουν για την πραγμάτωση αυτού του στόχου και αναζητούν τρόπους για να το κάνουν. Για το λόγο αυτό κάνω γνωστή την επιστολή μου σε ένα ευρύτερο κύκλο φίλων μου, βέβαιος για τη μαζική, ανιδιοτελή και αποτελεσματική προσφορά που θα έλθει από εκεί. Εφόσον, λοιπόν, μπορούμε, ας μην αφήσουμε να διαιωνίζεται μια κατάσταση που καταστρέφει ζωές, τραυματίζει την κοινωνία και προσβάλλει τη χώρα μας.

Σε αναμονή μιας θετικής απάντησης

με εκτίμηση

64

ΚΑΝΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Γράψτε μια απάντηση