Εκλογές σε Γαλλία και Βρετανία: «Ζήτηση» για ριζοσπαστική αριστερή πολιτική

Εκλογές σε Γαλλία και Βρετανία: «Ζήτηση» για ριζοσπαστική αριστερή πολιτική

Οι εκλογές σε Γαλλία και Αγγλία δίνουν μια ευκαιρία να δούμε «πού βαδίζει η Ευρώπη».

Μια τάση που δια­φά­νη­κε, είναι η ικα­νό­τη­τα του «κέ­ντρου» να επι­βιώ­νει. Ανα­συ­ντί­θε­ται, με­τα­το­πί­ζε­ται, αλ­λά­ζει, αλλά –όσο δεν προ­κύ­πτουν αγώ­νες τέ­τοιας κλί­μα­κας που να «γκρε­μί­ζουν» πο­λι­τι­κά συ­στή­μα­τα– επι­βιώ­νει. Στη Γαλ­λία, ωφε­λη­μέ­νος από την πο­λι­τι­κή κρίση βγήκε ο Μα­κρόν. Στη Βρε­τα­νία, η Τε­ρέ­ζα Μέι συ­σπεί­ρω­σε την (ακρο)δεξιά ψήφο γύρω από το αί­τη­μα για «ισχυ­ρή και στα­θε­ρή ηγε­σία».

Αλλά η φαι­νο­με­νι­κή «στα­θε­ρο­ποί­η­ση του κέ­ντρου» είναι υπο­νο­μευ­μέ­νη. Ο Μα­κρόν και η κοι­νο­βου­λευ­τι­κή πλειο­ψη­φία του είναι οι πλέον «απο­νο­μι­μο­ποι­η­μέ­νοι» από τη λαϊκή ψήφο εδώ και δε­κα­ε­τί­ες, με την αποχή να σα­ρώ­νει. Η Μέι, μπο­ρεί να απορ­ρό­φη­σε τους δε­ξιούς ευ­ρω­σκε­πτι­κι­στές του UKIP και να συ­σπεί­ρω­σε τις δε­ξιές ψή­φους, αλλά βγαί­νει τα­πει­νω­μέ­νη, έχο­ντας χάσει την κοι­νο­βου­λευ­τι­κή πλειο­ψη­φία.

Σε αυτό το σαθρό και ρευ­στό έδα­φος, επι­μέ­νει να εμ­φα­νί­ζε­ται η «ζή­τη­ση» για ρι­ζο­σπα­στι­κή αρι­στε­ρή πο­λι­τι­κή, μέσα από όποια «χα­ρα­μά­δα» βρει. Στη Γαλ­λία, ένα λαϊκό ρεύμα που έδωσε μάχες (Ελ Κομρί, Νουί Ντε­μπούτ) το προη­γού­με­νο διά­στη­μα «ακού­μπη­σε» στην υπο­ψη­φιό­τη­τα Με­λαν­σόν και έδωσε μια ση­μα­ντι­κή εκ­προ­σώ­πη­ση της «Αρι­στε­ράς της Αρι­στε­ράς» στην επό­με­νη Εθνο­συ­νέ­λευ­ση. Στη Βρε­τα­νία, η «ζή­τη­ση» εκ­φρά­στη­κε εκτι­νάσ­σο­ντας από το που­θε­νά τον Τζέ­ρε­μι Κόρ­μπιν στην ηγε­σία των Ερ­γα­τι­κών και έπει­τα φέρ­νο­ντάς τον σε από­στα­ση ανα­πνο­ής από την πρω­θυ­πουρ­γία, σε πεί­σμα ακόμα και του ίδιου του Ερ­γα­τι­κού Κόμ­μα­τος, που έκανε τα πάντα για να τον υπο­μο­νεύ­σει.

Η επι­μο­νή αυτού του «ρεύ­μα­τος» δεί­χνει κι ένα δρόμο αντι­με­τώ­πι­σης της ακρο­δε­ξιάς. Η απει­λή πα­ρα­μέ­νει και δεν πρέ­πει να υπο­τι­μη­θεί, όπως έδει­ξαν οι γαλ­λι­κές εκλο­γές. Όμως επί­σης δια­φά­νη­καν δυ­να­τό­τη­τες αντι­με­τώ­πι­σής της από τα Αρι­στε­ρά: Στη Γαλ­λία, η Λεπέν δεν μο­νο­πώ­λη­σε την ερ­γα­το­λαϊ­κή ψήφο εξαι­τί­ας του Με­λαν­σόν και στις βου­λευ­τι­κές η Αρι­στε­ρά έβαλε από κάτω το FN. Στην Αγ­γλία, απέ­να­ντι στην προ­σπά­θεια των Τό­ρι­δων να προ­σελ­κύ­σουν τους ψη­φο­φό­ρους του UKIP (και του Brexit), υιο­θε­τώ­ντας την ρα­τσι­στι­κή ατζέ­ντα, εί­χα­με την –εξί­σου επι­τυ­χη­μέ­νη– προ­σπά­θεια των Ερ­γα­τι­κών να προ­σελ­κύ­σουν κόσμο του UKIP (και του Brexit), ανα­δει­κνύ­ο­ντας τα τα­ξι­κά ζη­τή­μα­τα.

Το ότι υπάρ­χουν δυ­να­τό­τη­τες, ότι υπάρ­χει «ζή­τη­ση», δεν αρκεί. Το θέμα είναι και η «προ­σφο­ρά». Δύο τε­λεί­ως δια­φο­ρε­τι­κές πε­ρι­πτώ­σεις, το θολό σχήμα της «Ανυ­πό­τα­κτης Γαλ­λί­ας» και το βαθιά με­ταλ­λαγ­μέ­νο κόμμα των Ερ­γα­τι­κών, θέ­τουν το ίδιο ζή­τη­μα: την ανά­γκη να χτι­στούν άλλου τύπου «ερ­γα­λεία», που θα είναι «πο­λε­μι­κές μη­χα­νές» και όχι «εκλο­γι­κοί μη­χα­νι­σμοί», για να μπο­ρέ­σει ο κό­σμος που διψά για ρι­ζο­σπα­στι­κή πο­λι­τι­κή και οι πο­λι­τι­κές δυ­νά­μεις που φι­λο­δο­ξούν να τον εκ­φρά­σουν να στα­θούν απο­τε­λε­σμα­τι­κά σε έναν πολύ σκλη­ρό αγώνα που δεν είναι εκλο­γι­κό «σπριντ», αλλά κοι­νω­νι­κός και πο­λι­τι­κός «μα­ρα­θώ­νιος»…

Το «ρεύμα Κόρ­μπιν» και η τα­πεί­νω­ση μιας επί­δο­ξης «Σι­δη­ράς Κυ­ρί­ας»

Ήταν τέ­τοιο το μέ­γε­θος της ανα­τρο­πής στις βρε­τα­νι­κές εκλο­γές, που όποιον και να ρω­τή­σει κα­νείς, θα του πει πως η –πρώτη και πρω­θυ­πουρ­γός– Μέι είναι η με­γά­λη χα­μέ­νη και ο –δεύ­τε­ρος– Κόρ­μπιν είναι ο αδιαμ­φι­σβή­τη­τος νι­κη­τής.

Μέσα σε λίγες εβδο­μά­δες εξα­νε­μί­στη­κε μια δια­φο­ρά 25 μο­νά­δων, το κόμμα που προ­κή­ρυ­ξε τις εκλο­γές για να διευ­ρύ­νει ση­μα­ντι­κά την πλειο­ψη­φία εδρών του έχασε ακόμα και την από­λυ­τη πλειο­ψη­φία, ενώ το κόμμα που έμπαι­νε στη μάχη «για να σώσει όσες έδρες του μπο­ρεί» τε­λι­κά τις αύ­ξη­σε ση­μα­ντι­κά.

Ο «ξο­φλη­μέ­νος» Τζέ­ρε­μι Κόρ­μπιν, που οι «πα­λιο­μο­δί­τι­κες ιδέες του οδη­γούν τους Ερ­γα­τι­κούς στην εξα­φά­νι­ση», κα­τόρ­θω­σε όχι μόνο να ανα­κό­ψει τη διαρ­κή εδώ και πάνω από 10 χρό­νια πτώση του κόμ­μα­τος, αλλά να το οδη­γή­σει σε μια εντυ­πω­σια­κή ανά­καμ­ψη σε αντί­στοι­χα πο­σο­στά και με­γα­λύ­τε­ρο αριθ­μό ψήφων από την εκλο­γι­κή νίκη του 2001. Το «ρεύμα Κόρ­μπιν» έχει ξε­χω­ρι­στή ση­μα­σία, γιατί απο­τέ­λε­σε ένα ηχηρό χα­στού­κι στην πρα­κτι­κή και την ιδε­ο­λο­γία του «μπλε­ρι­σμού», γκρε­μί­ζο­ντας το μύθο πως οι αρι­στε­ρές ιδέες είναι μειο­ψη­φι­κές και πε­ρι­θω­ρια­κές. Όπως εξη­γεί σε συ­νέ­ντευ­ξή του ο σκο­τσέ­ζος μαρ­ξι­στής Νιλ Ντέι­βιν­τσον:

«Ο ένας λόγος της επι­τυ­χί­ας είναι πως εκα­το­ντά­δες χι­λιά­δες άν­θρω­ποι έγι­ναν μέλη του Ερ­γα­τι­κού Κόμ­μα­τος τον τε­λευ­ταίο ενά­μι­ση χρόνο –και πολ­λοί από αυ­τούς έγι­ναν ακτι­βι­στές και ενε­πλά­κη­σαν και στην προ­ε­κλο­γι­κή εκ­στρα­τεία. Οπότε είχες ένα σωρό νέους αν­θρώ­πους να κά­νουν εκλο­γι­κή δου­λειά για το Ερ­γα­τι­κό Κόμμα με έναν τρόπο που το κόμμα είχε να δει εδώ και 10, 15, ακόμα και 20 χρό­νια.

Ένας άλλος είναι πως το μα­νι­φέ­στο των Ερ­γα­τι­κών είναι αρ­κε­τά αρι­στε­ρά με βάση τα ση­με­ρι­νά στά­νταρ. Δεν θα θε­ω­ρεί­το ιδιαί­τε­ρα αρι­στε­ρό τη δε­κα­ε­τία του ’60, αλλά πρέ­πει να θε­ω­ρη­θεί αρι­στε­ρό σή­με­ρα, συ­γκρι­νό­με­νο με τους Ερ­γα­τι­κούς του Τόνι Μπλερ. Το μα­νι­φέ­στο μι­λού­σε για επα­νε­θνι­κο­ποι­ή­σεις, κα­τάρ­γη­ση των δι­δά­κτρων, υπε­ρά­σπι­ση του ΕΣΥ κ.ο.κ.

Ει­λι­κρι­νά, πολ­λοί άν­θρω­ποι δεν είχαν ξα­να­κού­σει ποτέ τους τέ­τοια πράγ­μα­τα –ει­δι­κά η νε­ο­λαία, που κι­νη­το­ποι­ή­θη­κε πάρα πολύ σε αυτή την προ­ε­κλο­γι­κή μάχη…

Επί­σης πι­στεύω ότι η Αρι­στε­ρά υπε­ρε­κτί­μη­σε υπερ­βο­λι­κά τη δύ­να­μη του ρα­τσι­στι­κού αντι-με­τα­να­στευ­τι­κού αι­σθή­μα­τος στην ψήφο για Brexit. Υπήρ­χε μια εκτί­μη­ση ότι επει­δή οι άν­θρω­ποι ψή­φι­σαν Brexit, αυ­το­μά­τως θε­ω­ρού­νται ρα­τσι­στές.

Αυτό ήταν πά­ντο­τε μια υπε­ρα­πλού­στευ­ση. Και εί­δα­με στις εκλο­γές ότι πολ­λοί άν­θρω­ποι που είχαν υπο­στη­ρί­ξει το δεξιό UKIP και ψή­φι­σαν την έξοδο από την ΕΕ, τώρα ψή­φι­σαν Ερ­γα­τι­κούς».

Στο αντί­πα­λο στρα­τό­πε­δο, η Τε­ρέ­ζα Μέι, η επί­δο­ξη «νέα Θά­τσερ», δέ­χε­ται κα­ται­γι­στι­κά πυρά από το ίδιο της το κόμμα και θε­ω­ρεί­ται «ετοι­μόρ­ρο­πη» πριν καν σχη­μα­τί­σει κυ­βέρ­νη­ση. Το ότι βρήκε σα­νί­δα σω­τη­ρί­ας στο DUP, για να απο­κτή­σει μια πλειο­ψη­φία εδρών, δεν θα της λύσει τα προ­βλή­μα­τα. Απέ­τυ­χε πα­τα­γω­δώς σε όλους τους στό­χους της (να πει­θαρ­χή­σει το κόμμα της, να λάβει «ισχυ­ρή νο­μι­μο­ποί­η­ση» ενό­ψει των ανα­τα­ρά­ξε­ων του Brexit, να εκ­μη­δε­νί­σει τους Ερ­γα­τι­κούς), κι έχει μπρο­στά της όλες εκεί­νες τις «πε­ρι­πέ­τειες» τις οποί­ες επε­δί­ω­κε να αντι­με­τω­πί­σει του­λά­χι­στον ως με­γά­λη νι­κή­τρια. Βγαί­νει ητ­τη­μέ­νη, κι οι «πε­ρι­πέ­τειες» πα­ρα­μέ­νουν μπρο­στά της.

Η συμ­μα­χία με το DUP εκτός από ανε­παρ­κής και προ­βλη­μα­τι­κή, είναι και απο­κα­λυ­πτι­κή. Οι Τό­ρη­δες συμ­μα­χούν με ένα κόμμα που έχει δε­σμούς με τις πα­ρα­στρα­τιω­τι­κές ορ­γα­νώ­σεις φα­να­τι­κών οπα­δών του Στέμ­μα­τος, που έσπερ­ναν τον τρόμο στη Β. Ιρ­λαν­δία σε συμ­μα­χία με το βρε­τα­νι­κό στρα­τό τις δε­κα­ε­τί­ες του ’70 και του ’80. Ο Κόρ­μπιν κα­ταγ­γέλ­λε­ται για τις σχέ­σεις του με τους «τρο­μο­κρά­τες» του IRA. Οι τρο­μο­κρά­τες των πι­στών στο Στέμ­μα προ­φα­νώς δια­φέ­ρουν, είναι «οι δικοί μας τρο­μο­κρά­τες». Το DUP είναι επί­σης ένα κόμμα που θυ­μί­ζει Tea Party: Αρ­νη­τές της κλι­μα­τι­κής αλ­λα­γής, φα­να­τι­κά ομο­φο­βι­κοί, πο­λέ­μιοι των εκτρώ­σε­ων, ρα­τσι­στές…

 

Ο Πύρ­γος της, τα­ξι­κής, κό­λα­σης

Σε αυτό το φόντο, η τρα­γω­δία στον Πύργο Γκρέν­φελ απο­τε­λεί ένα κο­ρυ­φαίο, απο­κα­λυ­πτι­κό επει­σό­διο της γε­νι­κό­τε­ρης κα­τά­στα­σης στην Αγ­γλία.

Για την πυρ­κα­γιά έχουν ήδη ει­πω­θεί όλα. Χρή­μα­τα ξο­δεύ­τη­καν για να «ομορ­φύ­νει» το εξω­τε­ρι­κό του κτι­ρί­ου, για να μη χα­λά­ει τη θέα των πλου­σί­ων δια­με­ρι­σμά­των που βρί­σκο­νταν γει­το­νι­κά. Εξαι­τί­ας αυτού του πε­ρι­βλή­μα­τος, η φωτιά «τύ­λι­ξε» τον πύργο σε 15 λεπτά. Φυ­σι­κά, δεν είχε ξο­δευ­τεί απο­λύ­τως τί­πο­τα για στοι­χειώ­δη πυ­ρο­προ­στα­σία.

Για την αντί­δρα­ση του κρα­τι­κού μη­χα­νι­σμού έχουν επί­σης ει­πω­θεί πολλά. Πυ­κνώ­νουν οι ορ­γι­σμέ­νες κα­ταγ­γε­λί­ες εθε­λο­ντών για το ότι οι Αρχές είτε πα­ρε­μπο­δί­ζουν το έργο τους, είτε είναι ανί­κα­νες να ορ­γα­νώ­σουν τη μα­ζι­κή προ­σφο­ρά βο­ή­θειας (π.χ. δε­κά­δες έχουν προ­σφερ­θεί να ανοί­ξουν τα σπί­τια τους κι όμως πολ­λοί ακόμα κοι­μού­νται στα πα­τώ­μα­τα). Πυ­κνώ­νουν οι πα­ραλ­λη­λι­σμοί με την αντί­δρα­ση του αμε­ρι­κα­νι­κού κρα­τι­κού μη­χα­νι­σμού μετά τον τυ­φώ­να Κα­τρί­να στη Νέα Ορ­λε­ά­νη.

Η δια­φο­ρά με­τα­ξύ Μέι και Κόρ­μπιν, που έπαι­ξε κα­θο­ρι­στι­κό ρόλο στην προ­ε­κλο­γι­κή μάχη, απο­τυ­πώ­θη­κε για άλλη μια φορά εμ­φα­τι­κά. Ενώ ο Κόρ­μπιν περ­νού­σε ώρες με τα θύ­μα­τα και τους συγ­γε­νείς, ή συ­ζη­τού­σε με τους εθε­λο­ντές και τους πυ­ρο­σβέ­στες που κα­τα­βά­λουν υπε­ράν­θρω­πες προ­σπά­θειες, η Μέι επέ­λε­ξε να συ­να­ντη­θεί μόνο με την ηγε­σία της αστυ­νο­μί­ας και της πυ­ρο­σβε­στι­κής.

Αλλά το πιο εντυ­πω­σια­κό και εν­δει­κτι­κό της πε­ριό­δου αφορά στις ίδιες τις αντι­δρά­σεις των κα­τοί­κων της γει­το­νιάς. Επι­κρα­τεί η οργή, μαζί με μια ξε­κά­θα­ρη αντί­λη­ψη της τα­ξι­κό­τη­τας του ζη­τή­μα­τος. Άλλοι θυ­μού­νται τον Ντί­κενς και την «Ιστο­ρία Δύο Πό­λε­ων», άλλοι πολύ πιο ωμά τα βά­ζουν με τους «posh» (πλού­σιοι σνομπ) των ακρι­βών δια­με­ρι­σμά­των, άλλοι στιγ­μα­τί­ζουν τη χαώδη δια­φο­ρά από γει­το­νιά σε γει­το­νιά, ανά­λο­γα με το βιο­τι­κό επί­πε­δο των κα­τοί­κων («αυτό δεν θα συ­νέ­βαι­νε ποτέ στο Τσέλ­σι», «αυτό συ­νέ­βη γιατί σ’ αυτή τη γει­το­νιά ζουν ερ­γα­ζό­με­νοι, φτω­χοί και μη-λευ­κοί»), άλλοι γε­νι­κεύ­ουν ενά­ντια στο gentrification («εί­μα­στε ανε­πι­θύ­μη­τοι για τους νέους πλού­σιους που έρ­χο­νται στην πε­ριο­χή»), άλλοι ανα­κα­λούν τη γε­νι­κό­τε­ρη υπο­βάθ­μι­ση («ιδιω­τι­κο­ποί­η­σαν τις βι­βλιο­θή­κες μας, τους δη­μό­σιους χώ­ρους μας…»), όλοι βρά­ζουν από οργή ενά­ντια στη Μέι και τους Τό­ρη­δες που «δεν τους καί­γε­ται καρφί για τους φτω­χούς».

Η τα­ξι­κή πό­λω­ση που είχε δια­φα­νεί στις εκλο­γές (εκ­φρα­σμέ­νη με τον «πα­ρά­δο­ξο» –για την εποχή μας– τρόπο της εντυ­πω­σια­κής ανά­καμ­ψης του πα­ρα­δο­σια­κού δι­κομ­μα­τι­σμού), απο­δει­κνύ­ε­ται βα­θύ­τε­ρη και οι αντι­δρά­σεις του κό­σμου του Κέν­σινγ­κτον απο­τε­λούν το πιο «ζω­ντα­νό» δείγ­μα της κα­τά­στα­σης πνευ­μά­των στην κοι­νω­νία.

Το πλή­θος, η μα­ζι­κό­τη­τα και η μα­χη­τι­κό­τη­τα των κι­νη­το­ποι­ή­σε­ων τις τε­λευ­ταί­ες μέρες είναι εντυ­πω­σια­κά. Ει­σβο­λή στο κτί­ριο του Δη­μο­τι­κού Συμ­βου­λί­ου, δια­δή­λω­ση στο κέ­ντρο του Λον­δί­νου, νυ­χτε­ρι­νές «λι­τα­νεί­ες» στο δυ­τι­κό Λον­δί­νο, το­πι­κές δια­δη­λώ­σεις που κα­τα­λή­γουν στους «πλού­σιους» δρό­μους, με σύν­θη­μα πα­ντού το «No Justice, No Peace» (δεν υπάρ­χει ει­ρή­νη, χωρίς δι­καιο­σύ­νη). Η Τε­ρέ­ζα Μέι, όποτε επι­χει­ρεί να διορ­θώ­σει την αρ­χι­κή γκάφα και να μπει στον κόπο να συ­να­ντή­σει συγ­γε­νείς και θύ­μα­τα, γί­νε­ται δεκτή με απο­δο­κι­μα­σί­ες. Εξί­σου εντυ­πω­σια­κή είναι η αλ­λη­λεγ­γύη. Οι κά­τοι­κοι της γει­το­νιάς κά­νουν ό,τι μπο­ρούν για να αλ­λη­λο-υπο­στη­ρι­χθούν: μαύ­ροι, λευ­κοί, μου­σουλ­μά­νοι συ­γκε­ντρώ­νουν είδη πρώ­της ανά­γκης, τα κα­τα­στή­μα­τα των Σιχ στέλ­νουν μα­ζι­κά πράγ­μα­τα, τα οποία απο­θη­κεύ­ο­νται σε τζα­μιά κι εκ­κλη­σί­ες, κι εθε­λο­ντές τα δια­νέ­μουν σε όσους έχουν άμεση ανά­γκη.

Ο Τζέ­ρε­μι Κόρ­μπιν ανέ­δει­ξε πως οι πλού­σιοι επι­δί­δο­νται μα­ζι­κά στο λε­γό­με­νο land-banking («απο­τα­μί­ευ­ση γης»), αγο­ρά­ζο­ντας ακί­νη­τα, τα οποία μέ­νουν άδεια, και πως υπάρ­χουν πολ­λές επι­λο­γές για να στε­γα­στούν οι κά­τοι­κοι του Γκρέν­φελ: «Επί­τα­ξη, υπο­χρε­ω­τι­κή εξα­γο­ρά, κα­τά­λη­ψη». Τα τα­μπλόιντ απο­μό­νω­σαν το «κα­τά­λη­ψη» και άρ­χι­σαν να σκού­ζουν ενά­ντια στην «υπο­κί­νη­ση του Κόρ­μπιν στους οπα­δούς του να κα­τα­λά­βουν σπί­τια». Ο δε­ξιός Τύπος δεν χρη­σι­μο­ποί­η­σε «μο­ντα­ζιέ­ρα». Πήρε υπόψη του όλο το σκε­πτι­κό του Κόρ­μπιν κι επι­τέ­θη­κε σε αυτό. Η ιδέα μέ­τρων ενά­ντια στους πλού­σιους για να κα­λυ­φτούν οι ανά­γκες των φτω­χών, σύμ­φω­να με τις δε­ξιές εφη­με­ρί­δες, «απο­κα­λύ­πτει τον πραγ­μα­τι­κό, τρο­μα­κτι­κό, χα­ρα­κτή­ρα του Κόρ­μπιν»…

 

Σαθρό το υπέ­δα­φος της νίκης Μα­κρόν

 

Ο Μα­νού­έλ Μα­κρόν κα­τόρ­θω­σε τε­λι­κά, «πα­τώ­ντας πάνω στα πτώ­μα­τα» των πα­ρα­δο­σια­κών με­γά­λων κομ­μά­των, να κερ­δί­σει μιαν άνετη πρώτη θέση στον πρώτο γύρο των κοι­νο­βου­λευ­τι­κών εκλο­γών και να σχη­μα­τί­σει μια ακόμα πιο άνετη πλειο­ψη­φία εδρών στο δεύ­τε­ρο. Όπως εύ­στο­χα έχει γρά­ψει αρ­κε­τές φορές ο Μα­νώ­λης Κο­ζα­δί­νος, ο Μα­κρόν εκ­φρά­ζει τη νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη έκ­φρα­ση της «ξε­κου­μπί­τι­δας» (του ρεύ­μα­τος «ξε­κου­μπι­στεί­τε!» που κυ­ριαρ­χεί στη γαλ­λι­κή κοι­νω­νία ενά­ντια στο πο­λι­τι­κό προ­σω­πι­κό), επι­στρα­τεύ­ο­ντας στις κάλ­πες την (εύ­πο­ρη και νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη) «κοι­νω­νία των πο­λι­τών». Συ­σπεί­ρω­σε γύρω του με­σο­στρώ­μα­τα και επι­χει­ρεί να γίνει ο πυ­λώ­νας «ανα­σύν­θε­σης» του ακραί­ου κέ­ντρου.

Ωστό­σο, πέρα από κά­ποιους ιδε­ο­λο­γι­κούς τα­λι­μπάν του νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού που γρά­φουν για «τσου­νά­μι Μα­κρόν», ακόμα κι ο πιο φα­να­τι­κός οπα­δός του νε­α­ρού γιάπη, αν είναι στοι­χειω­δώς έντι­μος, θα απο­δε­χτεί πως η με­γά­λη εί­δη­ση ήταν η σα­ρω­τι­κή αποχή.

Ο Μα­κρόν «θριαμ­βεύ­ει» κου­βα­λώ­ντας ήδη μια σειρά από αρ­νη­τι­κά ρεκόρ στην πλάτη του. Για πρώτη φορά κα­τα­γρά­φη­καν τέ­τοια πο­σο­στά απο­χής και «άκυ­ρης» ψήφου σε δεύ­τε­ρο γύρο προ­ε­δρι­κών εκλο­γών. Για πρώτη φορά η αποχή στις βου­λευ­τι­κές φτά­νει στα επί­πε­δα του 52% στον πρώτο γύρο και 58% στο δεύ­τε­ρο. Αξί­ζει να ση­μειω­θεί και ότι ένα 10% επί των ψη­φι­σά­ντων στο δεύ­τε­ρο γύρω έριξε άκυ­ρο-λευ­κό. Για πρώτη φορά από τότε που κα­θιε­ρώ­θη­κε οι βου­λευ­τι­κές εκλο­γές να έπο­νται άμεσα των προ­ε­δρι­κών, η πο­λι­τι­κή πα­ρά­τα­ξη του νι­κη­τή συ­γκε­ντρώ­νει λι­γό­τε­ρες ψή­φους από όσες είχε λάβει στις προ­ε­δρι­κές. Με­λε­τώ­ντας τον πρώτο γύρο (που προ­σφέ­ρε­ται για ασφα­λέ­στε­ρα συ­μπε­ρά­σμα­τα, πριν τε­θούν τα «δι­λήμ­μα­τα» του δεύ­τε­ρου), η συμ­μα­χία του Μα­κρόν κέρ­δι­σε ένα 15,4% επί των εγ­γε­γραμ­μέ­νων ψη­φο­φό­ρων. Σε κοι­νω­νι­κό επί­πε­δο, ίσως πρό­κει­ται για την πλέον απο­νο­μι­μο­ποι­η­μέ­νη κοι­νο­βου­λευ­τι­κή πλειο­ψη­φία σε ένα εξαι­ρε­τι­κά απο­νο­μι­μο­ποι­η­μέ­νο κοι­νο­βού­λιο.

Η κοινή συ­νι­στα­μέ­νη της με­γά­λης απο­χής και της νίκης Μα­κρόν είναι η επι­τά­χυν­ση της απο­σύν­θε­σης των κομ­μά­των του δι­κομ­μα­τι­σμού. Το ένα ση­μείο είναι η υπο­χώ­ρη­σή τους σε σχέση με τα ήδη άσχη­μα απο­τε­λέ­σμα­τα των προ­ε­δρι­κών. Το δεύ­τε­ρο είναι η κα­τάρ­ρευ­σή τους σε σχέση με τις κοι­νο­βου­λευ­τι­κές του 2012.

Η Δεξιά και οι σύμ­μα­χοί της εκλέ­γουν 137 έδρες (από 229 το 2012), ενώ οι Σο­σια­λι­στές και οι σύμ­μα­χοί τους εκλέ­γουν 44 (από 331)! Οι πα­ρα­δο­σια­κοί, ισχυ­ροί, το­πι­κοί, ρι­ζω­μέ­νοι «μη­χα­νι­σμοί» απο­δεί­χθη­καν αδύ­να­μοι να ανα­κό­ψουν σχε­τι­κά την τάση κα­τάρ­ρευ­σης.

Όσον αφορά την «Αρι­στε­ρά της Αρι­στε­ράς», είχε να αντι­με­τω­πί­σει, εκτός από τη σχε­τι­κή αντο­χή κά­ποιων το­πι­κών μη­χα­νι­σμών του ΣΚ, την πο­λυ­διά­σπα­ση, αλλά και την έλ­λει­ψη (ιδίως όσον αφορά την Ανυ­πό­τα­κτη Γαλ­λία, που ανα­δεί­χθη­κε ο «με­γά­λος παί­χτης» στην Αρι­στε­ρά) των δικών της «μη­χα­νι­σμών», που οφεί­λουν να είναι πολύ δια­φο­ρε­τι­κοί από αυ­τούς των αστι­κών κομ­μά­των, αλλά που πα­ρα­μέ­νουν ανα­ντι­κα­τά­στα­τοι. Έπεσε και αυτή θύμα της μα­ζι­κής απο­χής, καθώς είδε μόλις 2,5 εκα­τομ­μύ­ρια ψη­φο­φό­ρους να πη­γαί­νουν στην «Ανυ­πό­τα­κτη Γαλ­λία» και άλ­λους 600.000 στο ΚΚΓ (από τα 7,5 εκα­τομ­μύ­ρια του Με­λαν­σόν). Όποιος δεν πα­ρα­σύρ­θη­κε από την ευ­φο­ρία των προ­ε­δρι­κών και όποιος έχει την τάση να συ­γκρί­νει όμοιες στο χα­ρα­κτή­ρα εκλο­γι­κές ανα­με­τρή­σεις για να απο­κτή­σει πλη­ρέ­στε­ρη ει­κό­να θα δει πως –παρά τα προ­βλή­μα­τα– η «Αρι­στε­ρά της Αρι­στε­ράς» έκανε βή­μα­τα μπρος σε σχέση με το 2012. Οι 1.790.000 ψήφοι και το 6,9% του Με­τώ­που της Αρι­στε­ράς στον πρώτο γύρο του 2012, έγινε ένα άθροι­σμα 3.100.000 ψήφων και 13,75% από την Ανυ­πό­τα­κτη Γαλ­λία και το ΚΚΓ. Μετά τον δεύ­τε­ρο γύρο, οι 10 έδρες του Με­τώ­που το 2012 έγι­ναν αθροι­στι­κά 27 φέτος.

Τα απο­τε­λέ­σμα­τα της ρι­ζο­σπα­στι­κής Αρι­στε­ράς έχουν την αξία τους πάντα σε σύ­γκρι­ση με αυτά του Εθνι­κού Με­τώ­που. Εκεί τα νέα είναι καλά. Το FN έπεσε (επί­σης) θύμα της απο­χής, στά­θη­κε (επί­σης) ανί­κα­νο να αντα­πε­ξέλ­θει στις δυ­σκο­λί­ες της μάχης των κοι­νο­βου­λευ­τι­κών και δεν κε­φα­λαιο­ποί­η­σε την επι­τυ­χία των προ­ε­δρι­κών στο βαθμό που θα ήθελε. Ενώ οι νη­φά­λιες εκτι­μή­σεις προ­έ­βλε­παν 20-25 έδρες (για να μη μι­λή­σου­με για τις πλέον υπερ­βο­λι­κές), τε­λι­κά εκλέ­γει 8 βου­λευ­τές. Δεν πρέ­πει να υπο­τι­μη­θεί ότι συ­νε­χί­ζει τη «μακρά κι υπο­μο­νε­τι­κή» πο­ρεία του (από 2 βου­λευ­τές το 2012). Αλλά κά­ποια στοι­χεία έχουν εν­δια­φέ­ρον: Στον πρώτο γύρο, υπο­χώ­ρη­σε σε ψή­φους σε σχέση με τις βου­λευ­τι­κές του 2012 (από 3.500.000 σε 3.000.000) και είδε το πο­σο­στό του να πα­ρα­μέ­νει στά­σι­μο (από 13,6% σε 13,2%).

Το αρ­νη­τι­κό είναι πως βελ­τί­ω­σε τις τύχες του στον δεύ­τε­ρο γύρο, κα­τορ­θώ­νο­ντας να πάει πολύ κα­λύ­τε­ρα σε ψή­φους και έδρες σε σχέση με το 2012 (η τάση «απε­νο­χο­ποί­η­σης» της ψήφου στο FN για την οποία γρά­ψα­με και στις προ­ε­δρι­κές), να εκλέ­ξει τη Λεπέν πα­νη­γυ­ρι­κά βου­λευ­τή (είχε απο­τύ­χει το 2012). Το θε­τι­κό είναι πως αντι­στρά­φη­κε η ει­κό­να και των προ­ε­δρι­κών του 2017, αλλά και του πρώ­του γύρου των κοι­νο­βου­λευ­τι­κών του 2012, με το άθροι­σμα της ρι­ζο­σπα­στι­κής Αρι­στε­ράς να κα­τορ­θώ­νει να «βάλει από κάτω» τις ψή­φους και τα πο­σο­στά των κρυ­πτο­φα­σι­στών, που έχουν κι αυτοί μάλ­λον αρ­κε­τό δρόμο να δια­νύ­σουν στο «χτί­σι­μο/ρί­ζω­μα» δύ­να­μης.

Φυ­σι­κά το ίδιο ισχύ­ει και για την Αρι­στε­ρά. Είναι μια κου­βέ­ντα που ανοί­ξα­με τις μέρες της ευ­φο­ρί­ας για το σκορ του Με­λαν­σόν, αλλά κυ­ρί­ως είναι μια κου­βέ­ντα που απα­σχο­λεί πλέον και πολ­λούς ακτι­βι­στές της Ανυ­πό­τα­κτης Γαλ­λί­ας.

*Ανα­δη­μο­σί­ευ­ση από την «Ερ­γα­τι­κή Αρι­στε­ρά», φ. 386 (21/6/17)

 

76

ΚΑΝΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Γράψτε μια απάντηση