Συνέντευξη με τον Αντώνη Ρέλλα, ιδρυτικό μέλος της Μηδενικής Ανοχής – Κίνησης Χειραφέτησης Αναπήρων

Συνέντευξη με τον Αντώνη Ρέλλα, ιδρυτικό μέλος της Μηδενικής Ανοχής – Κίνησης Χειραφέτησης Αναπήρων

τη συνέντευξη πήρε ο Ιάσονας Γραμματικόπουλος

Αντώνη, πες μας κάποια λόγια για την προσπάθεια της Μηδενικής Ανοχής

Η συλλογικότητά μας Μηδενική Ανοχή – Κίνηση Χειραφέτησης Αναπήρων αποτελείται από ανάπηρα και μη ανάπηρα μέλη και έχει ως στόχο τη χειραφέτηση των ίδιων των αναπήρων, τον αυτοπροσδιορισμό τους, το δικαίωμα στην αξιοπρέπεια. Αγωνιζόμαστε για μια κοινωνία αποδοχής της ποικιλομορφίας. Οι διαχρονικές ματαιώσεις, τα ανυπέρβλητα εμπόδια και οι θεσμοποιημένες πρακτικές αποκλεισμού μάς οδήγησαν σε συσπείρωση και οραματιστήκαμε να σπάσουμε τον «παγωμένο χρόνο».

Με οδηγό το κοινωνικό μοντέλο της αναπηρίας, αλλά και τους αγώνες των τυφλών της δεκαετίας του ‘70, πραγματοποιούμε «πλάγιες διαδρομές» ασκώντας κριτική στο φερόμενο ως εθνικό αναπηρικό κίνημα μέσα από τη θεωρία της πράξης. 

Η ΜΗΔΕΝΙΚΗ ΑΝΟΧΗ στην περίοδο της κρίσης διεκδίκησε ορατότητα, δικαιοσύνη και αξιοπρέπεια για την πολυπληθή κοινωνική ομάδα των αναπήρων.

Μια ολιγομελής (αρχικά) ομάδα συνειδητοποιημένων και ανυποχώρητων αναπήρων έφτανε και περίσσευε – όπως έμπρακτα αποδείχτηκε από την πρώτη μας δράση το 2011 – για να δημιουργηθεί ο αναγκαίος πήχης διεκδίκησης των αναπηρικών δικαιωμάτων.

Οι ακτιβιστές/στριες της Κίνησης δεν δηλώσαμε ΠΟΤΕ ειδικοί περί προσβασιμότητας, εξειδικευμένοι μελετητές, σχεδιαστές προτύπων, γνώστες/τριες της αποϊδρυματοποίησης. Δεν παπαγαλίσαμε την κείμενη νομοθεσία διαμαρτυρόμενοι/ες για την παραβίαση των διεθνών συμβάσεων, αλλά με έμπρακτο τρόπο διεκδικούμε πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα, μέσα από την χειραφέτησή μας καθώς και την συμπόρευση της κοινωνίας.

Ποιες είναι οι προκλήσεις για τα άτομα με αναπηρία;

Τα ανάπηρα άτομα είναι η πιο πολυπληθής κοινωνική ομάδα που βιώνει ρατσισμό και διακρίσεις στη χώρα μας. Ήδη από τη στιγμή που μια γυναίκα εγκυμονεί ανάπηρο έμβρυο, θα τεθεί το ερώτημα αν θα γεννηθούμε ή όχι. Συνήθως στη γυναίκα ή το ζευγάρι, οι γιατροί δίνουν μεγαλύτερη βαρύτητα στο ιατρικό ζήτημα του εμβρύου, παρά στο καθαυτό γεγονός ότι θα έρθει στον κόσμο ένα παιδί, υπονομεύοντας πολλές φορές την αξία του να έρθει το συγκεκριμένο έμβρυο στη ζωή.

Στη συνέχεια, αν καταφέρουμε να επιβιώσουμε από την «ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη», προκύπτουν ζητήματα που αφορούν στην εκπαίδευση: Τα περισσότερα ανάπηρα παιδιά ΔΕΝ πηγαίνουν σχολείο. Στη χώρα μας, σύμφωνα με μια έρευνα που έχει γίνει στο παρελθόν, μόνο ένα ποσοστό 20% ανάπηρων παιδιών πηγαίνει στο σχολείο, ελάχιστα από αυτά στα σχολεία τυπικής εκπαίδευσης, ενώ τα περισσότερα «αποθηκεύονται» στα ειδικά σχολεία. Καθώς μεγαλώνουμε ένα τεράστιο ζήτημα είναι η πρόσβαση στην καθημερινότητα και στην κοινωνική αλληλεπίδραση. Από τη μια, έχουμε εμπόδια στην πρόσβαση του δομημένου περιβάλλοντος. Κυρίως για τους ανθρώπους με κινητικές βλάβες, αλλά και με αισθητηριακές βλάβες και περισσότερο για τους τυφλούς υπάρχουν άπειρα εμπόδια, πχ. σκάλες παντού, τεράστια έλλειψη ραμπών σε κτίρια και μέσα μαζικής μεταφοράς, έλλειψη χώρων στάθμευσης, έλλειψη οδηγών όδευσης τυφλών ή τοποθέτηση εμποδίων πάνω στους οδηγούς όπως για παράδειγμα κάδοι απορριμμάτων, σήματα, δεντροφύτευση, με συνέπεια να αποτελούν παγίδες για τα τυφλά ή με μερική όραση άτομα. Από την άλλη, έχουμε και την πρόσβαση στο περιεχόμενο, είτε αυτό αφορά στα μέσα μαζικής ενημέρωσης είτε σε χώρους τέχνης και πολιτισμού ή ακόμη και στην εκπαίδευση, π.χ. βιβλία γραμμένα σε μορφή Μπράιγ για να μπορούν να διαβάζονται από τους τυφλούς, διερμηνεία στην Ελληνική Νοηματική Γλώσσα για τους Κωφούς ή ύπαρξη υποτίτλων για κωφούς και βαρήκοους. Όλα αυτά για εμάς τα ανάπηρα άτομα δεν είναι δεδομένα. Συναντάμε καθημερινά όχι μόνο αρχιτεκτονικά ή άλλου είδους εμπόδια, αλλά ερχόμαστε και αντιμέτωποι με στερεότυπα, προκαταλήψεις και παγιωμένες συμπεριφορές. Κι αυτοί είναι οι λόγοι που είμαστε ανάπηροι: Η αναπηρία δε σχετίζεται με τις βλάβες που έχουμε στο σώμα μας, σχετίζεται με τον κανονιστικό τρόπο που μας αντιλαμβάνεται η κοινωνία και νομοθετεί η πολιτεία.

Και οι προκλήσεις σήμερα, την εποχή της πανδημίας, της καραντίνας και της απαγόρευσης κυκλοφορίας;

Η νέα πραγματικότητα που ζούμε όλοι και όλες πολλαπλασιάζει τις δυσκολίες για τους ανάπηρους ανθρώπους, όχι εξαιτίας της βλάβης που έχουνε στο σώμα τους, αλλά κυρίως επειδή όλα τα μέτρα που πάρθηκαν διέπονται από την κανονικότητα. Στη χώρα μας, τα μέτρα που πάρθηκαν δεν μας συμπεριλαμβάνουν. Αξιώνουμε από το κράτος να φροντίσει ώστε οι υπηρεσίες υγείας, αλλά και οι δημόσιες σχετικές ανακοινώσεις, να είναι προσιτές και προσβάσιμες σε όλες και όλους. Η καμπάνια του υπουργείου Υγείας για τον κορονοϊό «Μένουμε Σπίτι» δεν λαμβάνει υπόψιν της την εξάρτηση κάποιων ανάπηρων προσώπων από τη φυσική επαφή τους με το περιβάλλον ή την υποστήριξη ατόμων, καθώς ούτε και κάποιες αναπνευστικές καταστάσεις που προκαλούνται από ορισμένες βλάβες σε περίπτωση περιορισμού κίνησης.

Η κοινωνική απομόνωση είναι αδύνατη για ανθρώπους που εξαρτώνται από προσωπικούς βοηθούς ή συγγενικά πρόσωπα που μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις είναι υπερήλικα.

Η προσωπική ευθύνη έναντι της κοινωνικής πρόνοιας δημιουργεί κοινωνικούς αυτοματισμούς βασισμένη σε μια άγρια δαρβινική λογική. Η ΜΗΔΕΝΙΚΗ ΑΝΟΧΗ δεν κάθισε με σταυρωμένα χέρια.

Δημιουργήσαμε ένα δίκτυο ώστε κανένα ανάπηρο ή εμποδιζόμενο άτομο να μη βρεθεί μόνο του.Προσκαλούμε αλληλέγγυους/ες να ανταποκριθούν στις αυξημένες ανάγκες των ανάπηρων, εμποδιζόμενων και προσώπων με χρόνιες βλάβες, που εξαιτίας της πανδημίας βρίσκονται στα σπίτια τους και αδυνατούν να μετακινηθούν προκειμένου να προμηθευτούν αγαθά πρώτης ανάγκης. Καλούμε όμως και ανάπηρα, εμποδιζόμενα και άτομα με χρόνιες βλάβες να μας γνωστοποιήσουν τις ανάγκες τους. Έχουμε δημιουργήσει ένα πανελλαδικό δίκτυο, ώστε η κοινωνία των ανθρώπων να υπερασπιστεί τη συνοχή δίχως να αφήσει κανέναν πίσω.

Όποιος/α θέλει να συμβάλει:

https://www.facebook.com/mideniki.anoxi/photos/a.172028499524168/2973887386004918/?type=3&theater

Με ποιο τρόπο η κοινωνία αντιλαμβάνεται την αναπηρία ως στίγμα; Υπάρχει θεσμικός ρατσισμός;

Η επικρατούσα αντίληψη της αναπηρίας από την κοινωνία ταυτίζεται με τις αντιλήψεις του ιατρικού μοντέλου της αναπηρίας. Η αναπηρία δηλαδή θεωρείται ασθένεια και αποτελεί μεμονωμένο ΠΡΟΒΛΗΜΑ του ίδιου του ανθρώπου που φέρει τη βλάβη. Η κοινωνία ταυτίζει, λοιπόν, την αναπηρία με το έλλειμμα και την ανικανότητα και με αυτό τον τρόπο στιγματίζει, περιθωριοποιεί τους ανάπηρους/ες και δικαιολογεί τους όρους καταπίεσης.

Η πολιτεία από την πλευρά της συμβάλλει στην περιθωριοποίηση αυτή καθώς μας αποκλείει από την κοινωνική ζωή, ενισχύοντας την άποψη ότι το πρόβλημα αφορά το ίδιο το άτομο και διατηρώντας όλα τα εμπόδια, με αποτέλεσμα εμείς οι ανάπηροι να ερχόμαστε καθημερινά αντιμέτωποι με θεσμικό ρατσισμό και διακρίσεις.

Μέσα στις καπιταλιστικές κοινωνίες, «κανονικός» θεωρείται ο παραγωγικός, ο άνθρωπος που είναι ικανός να προσφέρει εργασία με τα κανονιστικά πρότυπα, οπότε όποιος/α δεν εκπληρώνει τα πρότυπα αυτά αντιμετωπίζεται ως «πρόβλημα» με αποτέλεσμα τον πλήρη και διαρκή αποκλεισμό του/της.

Ποιοι είναι οι δόκιμοι όροι που σχετίζονται με τα ανάπηρα άτομα και την αναπηρία;

Για όλους εμάς που υπερασπιζόμαστε το Κοινωνικό Μοντέλο της Αναπηρίας, ο όρος που μας εκπροσωπεί είναι ανάπηρος/ανάπηρη. Σκέτο, χωρίς διανθίσεις. Δεν αποδεχόμαστε τον όρο «άτομα/άνθρωποι με αναπηρία» και όπως χαρακτηριστικά γράφει και στο βιβλίο του «Αναπηρία και Πολιτική» ο ανάπηρος ακτιβιστής, ακαδημαϊκός και θεμελιωτής της σπουδής της αναπηρίας Michael Oliver «Μερικές φορές κάποιοι μη ανάπηροι επαγγελματίες και θεωρητικοί, καθώς και κάποιοι ανάπηροι, έχουν ισχυριστεί ότι είναι προτιμότερο να χρησιμοποιείται ο όρος “άνθρωποι με αναπηρίες”, επειδή καταρχήν δηλώνει και διεκδικεί την αξία του ανθρώπου και στη συνέχεια η αναπηρία γίνεται απλά ένα προσάρτημα. Αυτή η φιλελεύθερη και ουμανιστική άποψη αψηφά την πραγματικότητα όπως βιώνεται από τους ίδιους τους ανάπηρους, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι η βλάβη δεν είναι μόνο ένα προσάρτημα, αλλά ένα ουσιώδες μέρος του εαυτού τους. Κατ’ αυτό τον τρόπο δεν έχει νόημα να μιλά κανείς για το άτομο και την αναπηρία του χωριστά και συνέπεια αυτού είναι το γεγονός ότι οι ανάπηροι απαιτούν αποδοχή έτσι όπως είναι, δηλαδή, ανάπηροι».

Επιλέγουμε να αυτοπροσδιοριζόμαστε ως ανάπηροι, διότι με το Κοινωνικό Μοντέλο ο όρος «αναπηρία» επανανοηματοδοτείται. Πλέον δεν αναφέρεται αποκλειστικά στις βλάβες που έχουμε στα σώματά μας. Αντιθέτως, η αναπηρία σχετίζεται με τα εμπόδια που συναντάμε καθημερινά από τη μη ανάπηρη κοινωνία και αναφέρεται στην καταστρατήγηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων μας. Για εμάς, λοιπόν, η βλάβη είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητάς μας και η αναπηρία αφορά στην καταπίεση που μας επιβάλλεται από εξωτερικούς παράγοντες. Δεν είναι θέμα ευαισθησίας λοιπόν. Είναι ένα βαθιά πολιτικό ζήτημα και ως τέτοιο οφείλουμε να το αντιμετωπίζουμε.

Επειδή όμως με την ορολογία ασκούμε πολιτική, άλλοι δόκιμοι όροι είναι: Αναφορικά με τους τυφλούς προτείνεται ο όρος Τυφλός/ή για τα άτομα με βλάβη στην όραση, ενώ είμαστε πλήρως αντίθετοι με τον ιατροκεντρικής προέλευσης νεολογισμό «άτομα με αναπηρία όρασης» διότι ταυτίζει την αναπηρία (=καταπίεση) με τη βλάβη.

Επίσης, ο όρος κωφάλαλοι είναι λανθασμένος και δεν πρέπει να χρησιμοποιείται. Ο ορθός όρος είναι κωφός/ή.

Επιπλέον, ο όρος «καροτσάκι» είναι επίσης μη αποδεκτός και προσβλητικός. Ο σωστός όρος είναι αναπηρικό αμαξίδιο. Τα καροτσάκια είναι αυτά που χρησιμοποιούνται στα σούπερ μάρκετ και μεταφέρουν προϊόντα. Οι ανάπηροι είμαστε αυτόνομοι άνθρωποι που αποφασίζουμε μόνοι μας το πώς και προς τα πού θέλουμε να μετακινηθούμε, ανεξαρτήτως αν έχουμε βοηθό γι’ αυτό ή όχι.

Τέλος, ανεπίτρεπτος και προσβλητικός είναι επίσης και ο όρος «καθηλωμένος». Ο άνθρωπος που χρησιμοποιεί αναπηρικό αμαξίδιο, κάθε άλλο παρά καθηλωμένος είναι, αφού το αμαξίδιο είναι το εργαλείο μετακίνησης για να ΜΗΝ μείνει καθηλωμένος.

Με ποιο τρόπο επηρεάζει η ταξική θέση και η κυρίαρχη ιδεολογία τα ανάπηρα άτομα;

Η αναπηρία είναι ένα πολιτικό ζήτημα έτσι κι αλλιώς και άρα αφορά την πολιτική και την οικονομία. Προφανώς και είναι και ταξικό ζήτημα η αναπηρία: Αντιλαμβανόμαστε ότι ένας εύπορος ανάπηρος δεν έχει τις ίδιες δυσκολίες με έναν εργάτη ανάπηρο, έναν μισθωτό ανάπηρο, έναν άνθρωπο που δεν έχει ασφάλεια και το κόστος διαβίωσης δεν καλύπτεται από το κράτος. Η  ερμηνεία της καταπίεσης και του αποκλεισμού των αναπήρων θεμελιώνεται μέσα από το κοινωνικό μοντέλο και την υλιστική μαρξιστική ανάλυση της κοινωνικής δομής και ιεράρχησης. Ιστορικά, η αναπηρία έχει χρησιμοποιηθεί ως ιδεολογικό εργαλείο νομιμοποίησης της κοινωνικής ιεραρχίας που παράγεται και συντηρείται στις καπιταλιστικές κοινωνίες. Αυτές οι προσεγγίσεις θέτουν ως προϋπόθεση ότι η «αναπηρία» αποτελεί απόκλιση που βρίσκεται έξω από τα ιστορικά πλαίσια που ορίζουν την «κανονικότητα». Έτσι, η ιστορία της αναπηρίας αντιμετωπίζεται ως άσχετη με τα παγκόσμια ζητήματα, με την εξαίρεση βέβαια, της συμπονετικής φιλανθρωπίας που βρίσκει το προνομιακό της πεδίο. Η ιδεολογία της «αποκλίνουσας» διαφοράς ή της αναπηρίας χρησιμοποιείται για να δικαιολογήσει και να νομιμοποιήσει τον ασύμμετρο καταμερισμό των πόρων. Η κατηγορία της αναπηρίας ως απόκλιση είναι ουσιαστική για την ύπαρξη της καπιταλιστικής δραστηριότητας, επειδή μπορεί να ρυθμίζει, να ελέγχει και να δικαιολογεί την άνιση κατανομή των πλεονασμάτων, επικαλούμενη τη βιολογική διαφορά ως «φυσική» αιτία της ανισότητας και συνεπώς να δικαιολογεί την κοινωνική και οικονομική ανισότητα που συντηρεί η κοινωνική ιεραρχία.

Οι ανάπηροι αποτελούν την πιο φτωχή και αποκλεισμένη κοινωνική ομάδα διεθνώς. Από την οπτική της οικονομίας, οι ανάπηροι υφίστανται διακρίσεις στην εργασία, βάσει του δίπολου ικανός-ανίκανος για εργασία ή παραγωγικός-μη παραγωγικός.
Οι κοινωνικές αδικίες, όπως η αποστέρηση, η οικονομική εκμετάλλευση και η περιθωριοποίηση που έχουν τις ρίζες τους στο κοινωνικοοικονομικό πεδίο, επιχειρήθηκε να επανορθωθούν μέσω της πολιτικής της αναδιανομής των κρατικών προνοιακών προγραμμάτων. Μέσω αυτής της πολιτικής, αναγνωρίζεται η ύπαρξη κοινωνικών τάξεων που προσδιορίζονται από τη σχέση τους με τα μέσα παραγωγής και επιχειρείται η έως ένα βαθμό οικονομική αναδιάρθρωση με στόχο την ανακατανομή του εισοδήματος και την αναδιοργάνωση της εργασίας.
Έτσι καλλιεργήθηκε ακόμη περισσότερο η ιδέα ότι οι αιτούντες προνοιακής υποστήριξης παίρνουν πολλά χωρίς να προσφέρουν τίποτα.  Η εξάρτηση, που στην αρχική φάση της βιομηχανικής οργάνωσης της κοινωνίας, ήταν αναγκαία, έπρεπε τώρα να αποφευχθεί πάση θυσία. Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, ως εξαρτημένο ορίζεται το άτομο με ασταθή, παρεκκλίνουσα συμπεριφορά και ενδογενείς βλάβες.
Συνεπώς, στη σύγχρονη φάση του καπιταλισμού κάθε μορφή εξάρτησης εξατομικεύεται και θεωρείται εξευτελιστική από τη στιγμή που το κυρίαρχο δόγμα θεωρεί αυτονόητο και επιβεβλημένο ότι ο καθένας οφείλει να ικανοποιεί μόνος του τις οικονομικές του ανάγκες και να μην εκμεταλλεύεται τα οικονομικά πλεονάσματα.

Ποιες είναι οι διεκδικήσεις του Αναπηρικού Κινήματος απέναντι στο κράτος;

Το επίσημο Αναπηρικό Κίνημα στην Ελλάδα δυστυχώς διαχωρίζεται ως προς τις διεκδικήσεις του από το ακτιβιστικό Αναπηρικό Κίνημα, το οποίο πρεσβεύουμε. Το μεν πρώτο, αποδέχεται την ιατρικοποίηση της αναπηρίας και το κατακερματισμό των βλαβών διασπώντας το αναπηρικό κίνημα σε επιμέρους ομάδες και εστιάζει τις διεκδικήσεις σε αποσπασματικές οικονομικές παροχές, υπονομεύοντας τη χειραφέτηση και το σύνολο των διεκδικήσεων των αναπήρων.

Αντιθέτως, στο ακτιβιστικό αναπηρικό κίνημα επιχειρούμε να δούμε περισσότερο αυτά που μας ενώνουν παρά αυτά που μας χωρίζουν, γι’ αυτό δεν εστιάζουμε στην εκάστοτε βλάβη αλλά στο γεγονός ότι όλοι/ες οι ανάπηροι/ες είμαστε υποκείμενα θεσμικού ρατσισμού και καταπίεσης, εξαιτίας των εμποδίων και των στερεοτύπων με τα οποία ερχόμαστε αντιμέτωποι στην καθημερινότητά μας. Διεκδικούμε λοιπόν τη συμπερίληψή μας σε κάθε έκφανση της κοινωνικής ζωής, με προσβάσιμα σχολεία, προσβάσιμα μέσα μαζικής μεταφοράς, προσβάσιμα μέσα μαζικής επικοινωνίας με διερμηνεία στην Ελληνική Νοηματική Γλώσσα και υποτιτλισμό για Κ/κωφούς και βαρήκοους, κινηματογράφους και θέατρα με καθολική προσβασιμότητα στο δομημένο περιβάλλον αλλά και στο περιεχόμενο για όλους τους ανθρώπους με αισθητηριακές βλάβες. Προπάντων, όμως, διεκδικούμε την αποϊδρυματοποίηση των συναναπήρων μας. Κανένα παιδί και κανένας άνθρωπος δεν πρέπει να ζει φυλακισμένος/η σε ιδρύματα.


Πώς θα μπορούσε να υπηρετηθεί στο σχολικό περιβάλλον η υπόθεση της χειραφέτησης αναπήρων και της συμπερίληψης τους;

Όπως είπαμε, τα περισσότερα ανάπηρα παιδιά δεν πάνε στο σχολείο ή πάνε σε σχολεία γκέτο (ειδικά σχολεία). Οπότε η χειραφέτηση αφορά πρωτίστως τη συμπερίληψή τους στο γενικό σχολείο. Από εκεί ξεκινάει η χειραφέτηση: Τα παιδιά πρέπει να πηγαίνουν στο ίδιο σχολείο. Τα στερεότυπα, το στίγμα απέναντι στον ανάπηρο άνθρωπο, μπορούν να αρχίσουν να αποδομούνται μέσα από ένα σχολείο για όλους. Ακριβώς όπως γίνεται με τη συμμετοχή και συμπερίληψη των προσφύγων και των μεταναστών ή όπως οφείλει να γίνεται με τα ΛΟΑΤΚΙ παιδιά.

Δεν υπάρχει καλύτερο παράδειγμα για τη χειραφέτηση όλων των παιδιών, από ένα σχολείο που σέβεται στην πράξη τα δικαιώματα και τις ανάγκες του κάθε παιδιού, ώστε να τις αντιμετωπίζει με τα κατάλληλα εργαλεία, όπως για παράδειγμα κάνοντας χρήση όχι μόνο ραμπών και ανελκυστήρων, αλλά και χρήση βιβλίων με γραφή Μπράιγ, και διερμηνείας στην Ελληνική Νοηματική Γλώσσα. Ένα σχολείο όπου η συμπερίληψη υποδηλώνει ισοτιμία και σεβασμό στην ανθρώπινη ποικιλότητα.

Με ποιον τρόπο μπορούμε να συμμετέχουμε στην υπόθεση της χειραφέτησης των αναπήρων;

Με την κοινή εκπαίδευση, με συνυπευθυνότητα, με κοινωνική αλληλεπίδραση ώστε να κατανοήσουμε ότι τα προβλήματά μας στην καθημερινότητα δε σχετίζονται αποκλειστικά με τη βλάβη μας, αλλά με τον τρόπο που μας αποκλείει η κοινωνία από την κοινωνική συναναστροφή. Οι ανάπηροι είμαστε μια πολυπληθής αόρατη κοινωνική ομάδα. Δεν μας συμπεριλαμβάνουν συνήθως, και δεν αναφέρομαι μόνο στην πολιτεία. Ακόμα και το κομμάτι της κοινωνίας που είναι αλληλέγγυο, που αντιλαμβάνεται τα ανθρώπινα δικαιώματα, το ζήτημα της αναπηρίας δεν το συμπεριλαμβάνει, αλλά το εκχωρεί στα ζητήματα υγείας. Όμως επιμένουμε, η αναπηρία είναι ένα πολιτικό ζήτημα που μόνο κάτω από πολιτικούς όρους μπορούμε να το αναλύσουμε και να το διεκδικήσουμε. Και πρέπει να διεκδικηθεί στο σύνολό του και όχι αποσπασματικά.

Υπάρχει η άποψη ότι τα επί μέρους κινήματα ενάντια στην καταπίεση και υπέρ των δικαιωμάτων είναι πιο δυνατά όταν συναντιόνται μεταξύ τους, είστε υπέρ της σύνδεσης με άλλες κοινωνικές ομάδες στη λογική ενός ενιαίου μετώπου; Πώς μπορούμε να αντιπαλέψουμε αποτελεσματικά την άνοδο του ζόφου της ακροδεξιάς, με ότι αυτή συνεπάγεται (και) για τα ανάπηρα άτομα;

Σαφώς και είμαστε υπέρ της σύνδεσης με τα υπόλοιπα κινήματα. Όπως αναφέραμε πιο πάνω θεωρούμε πιο σημαντικό να εστιάζουμε σε όσα μας ενώνουν. Το σημαντικότερο εμπόδιο με το οποίο ερχόμαστε όλοι αντιμέτωποι είναι άλλωστε ενιαίο. Πρόκειται για την καταπίεση που δεχόμαστε, την περιθωριοποίηση, τα εμπόδια και τον καθημερινό ρατσισμό που βιώνουμε.

Σύμφωνα με την ακαδημαϊκό Iris Marion Young, τα άτομα τοποθετούνται σε κοινωνικές δομές και βιώνουν αποκλεισμό ο οποίος οφείλεται στη θεσμική οργάνωση, τους κανόνες, τις αποφάσεις ή ακόμη αθροιστικά στις συνέπειες όλων των παραπάνω. Η στατική, μονόπλευρη και μονοδιάστατη διεκδίκηση έχει άμεσες επιπτώσεις στη διαμόρφωση της κοινωνικής πολιτικής.

Η Young επίσης παραπέμποντας στην Nancy Fraser και συμφωνώντας μαζί της θεωρεί ότι: «ο σκοπός μιας θεωρίας περί ισότητας εκτός από το να διαπιστωθούν οι πηγές αδικίας είναι το να αναγνωριστούν οι τρόποι με τους οποίους οι θεσμικές και κοινωνικές σχέσεις «συνωμοτούν», διαφοροποιημένα, ώστε να περιορίσουν τις ευκαιρίες κάποιων ανθρώπων να αναπτύξουν και να εξασκήσουν τις ικανότητές τους και να πραγματοποιήσουν τους στόχους τους. Τα άτομα περιορίζονται από τις δομικές αυτές σχέσεις μιας και οι αδικίες είναι κοινωνικά κατασκευασμένες». Η καταπίεση συνίσταται στην παρεμπόδιση κάποιων ατόμων ή/και ομάδων να εκφράσουν τις ανάγκες, τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους, αλλά κυρίως στην καταστρατήγηση του δικαιώματός τους να αναπτύξουν και να εξασκήσουν τις ικανότητές τους στην κοινωνική αλληλεπίδραση. Η καταπίεση σχετίζεται με τη βαθιά αδικία που βιώνουν κάποιοι άνθρωποι, ως συνέπεια συμπεριφορών, στάσεων και αντιλήψεων που απωθούνται στο βαθύτερο ασυνείδητο και αναπαράγονται μέσα από οικονομικούς, πολιτικούς και πολιτισμικούς θεσμούς και μηχανισμούς. Η Young ορίζει και αναλύει πέντε μορφές καταπίεσης και συγκεκριμένα, την εκμετάλλευση, την περιθωριοποίηση, τη «μη κατοχή δύναμης», την πολιτισμική καθυπόταξη και τη βία. Μ’ αυτόν τον τρόπο δίνει στην έννοια της καταπίεσης μια ευρεία διάσταση που ενσωματώνει διάφορες καταπιεσμένες ομάδες, χωρίς να τις διαχωρίζει στη βάση μιας κατάστασης (φύλο, φυλή, σεξουαλικότητα, αναπηρία κ.α.).

Η Μηδενική Ανοχή έχει συμπορευτεί πολλές φορές τόσο με τις διεκδικήσεις των προσφύγων και μεταναστών όσο και με το κίνημα των ΛΟΑΤΚΙ. Συνδιοργανώσαμε μαζί τους για πολλές χρονιές το Αντιφασιστικό Φεστιβάλ Παραστατικών Τεχνών στο Ελεύθερο και Αυτοδιαχειριζόμενο Θέατρο Εμπρός, συμμετέχουμε κάθε χρόνο στα Pride.

Η διασύνδεση των κινημάτων, επίσης, είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση της ναζιστικής απειλής. Η άνοδος της ακροδεξιάς στην Ευρώπη είναι ένα πολύ ανησυχητικό φαινόμενο. Οι πολιτικές του εθνικισμού, του ρατσισμού και των διακρίσεων με βάση την εθνικότητα, τη φυλή, τη γλώσσα, τις θρησκευτικές πεποιθήσεις, το φύλο, το σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα και τα χαρακτηριστικά φύλου και την αναπηρία έχουν ενισχυθεί και η ακροδεξιά έχει εισχωρήσει σε κυβερνήσεις και κοινοβούλια. Γίνεται σαφές, λοιπόν, ότι πρέπει να ενωθούμε όλοι μαζί απέναντι σε αυτό το «τέρας», να αναδείξουμε την ιδεολογία τους και με αυτό τον τρόπο να προσπαθήσουμε να καταπολεμήσουμε την εξάπλωσή της και να αναστείλουμε τα σχέδιά της.

Μια ιστορική στιγμή για τη Μηδενική Ανοχή ήταν η κατάθεσή μου στη δίκη κατά της Χρυσής Αυγής. Καταφέραμε να αναδείξουμε τα ιστορικά δεδομένα από τη ναζιστική Γερμανία και τη διασύνδεση με τη Χρυσή Αυγή. Η ιδεολογία της Χρυσής Αυγής αναφορικά με τους ανάπηρους δεν έχει καμία διαφορά επί της ουσίας με αυτήν της ναζιστικής Γερμανίας. Πατάει πολύ ξεκάθαρα και σταθερά πάνω στο ιδεολόγημα που θέλει την ευγονική ως μια διαδικασία να καθαρίσει η φυλή, ούτως ώστε οι απόγονοι να βγαίνουν Άριοι. Εισάγει το θέμα του κόστους διαβίωσης των αναπήρων και το κομμάτι της φιλανθρωπίας. Δηλαδή όλες οι πράξεις της ευγονικής κατά τους χρυσαυγίτες είναι πράξεις φιλανθρωπίας απέναντι σε αυτούς που εκ των προτέρων βασανίζονται από τη στιγμή που γεννιούνται ανάπηροι.

Υπήρξαν σαφείς αναφορές περί στείρωσης και ευθανασίας, ενώ μέλη της Χ.Α. δεν έμειναν μόνο στα λόγια, αλλά προχώρησαν και σε ρατσιστικές επιθέσεις, με θύματα από την πολυπληθή ομάδα των αναπήρων. Περισσότεροι από 50 ανάπηροι άνθρωποι ή/και εργαζόμενοι σε δομές αναπήρων στη χώρα μας έχουν δεχθεί επιθέσεις από μέλη της εγκληματικής οργάνωσης.

Είναι σαφές ότι με πρόσχημα την πανδημία του κορονοϊού οδηγούμαστε σε πολιτικές εξόντωσης των αναπήρων με πρόσφατα παραδείγματα των γιατρών στην Ιταλία και την Ισπανία που επιλέγουν ποιοι θα μπουν σε αναπνευστική υποστήριξη στις ΜΕΘ και ποιοι θα πεθάνουν.

Σε αυτή τη νέα πραγματικότητα πρέπει να είμαστε όλοι και όλες απέναντι και ενωμένοι/ες.

Αντώνη σε ευχαριστούμε, καλή μας δύναμη και καλούς αγώνες!

Ευχαριστώ θερμά για την ανάδειξη των αυτονόητων.

695

ΚΑΝΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Γράψτε μια απάντηση