Η επαναστατική παράδοση του Ίλιντεν είναι και δική μας

Η επαναστατική παράδοση του Ίλιντεν είναι και δική μας

του Άκη Γαβριηλίδη

Τις μέρες αυτές πάνω-κάτω, (ανάλογα και με τα ημερολόγια), πέφτει η επέτειος της εξέγερσης του Ίλιντεν –του «Προφήτη Ηλία».

Οι περισσότεροι στην Ελλάδα δεν πρέπει να έχουν ακούσει τίποτα για το Ίλιντεν. Και, αν έχουν, αυτό θα ήταν κάτι του τύπου «ήταν μία ύπουλη προσπάθεια των Βουλγάρων να υφαρπάξουν τη Μακεδονία μας».

Ίσως καλύτερα που δεν γνωρίζουν. Έτσι μπορούμε να αρχίσουμε να τους ενημερώνουμε από μηδενική βάση.

Το Ίλιντεν λοιπόν ήτανε η μόνη επανάσταση στο χώρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας η οποία εμπνεόταν ρητά από σοσιαλιστικές και αναρχικές ιδέες και μεθόδους, και η οποία δεν έγινε εν ονόματι ενός πανάρχαιου έθνους ή μιας φυλετικής/ εθνοτικής ταυτότητας, αλλά εν ονόματι ενός ανοιχτού και ιστορικά ενδεχομενικού πληθυσμιακού συνόλου.

Το σύνθημα «η Μακεδονία στους Μακεδόνες», τη στιγμή που διατυπώνεται, δεν παραπέμπει σε κάποιο ήδη συνεστημένο αλύτρωτο «γένος» με ύπαρξη αιώνων, του οποίου τα πεπρωμένα και τα «δίκαια» θα πρέπει να εξυπηρετηθούν και να αποκατασταθούν. Σημαίνει απλώς: η Μακεδονία σε όσους κατοικούν σε αυτήν. Αναφέρεται δηλαδή σε έναν «γεωμετρικό τόπο», σε ένα υποκείμενο που δεν υπάρχει ακόμα και θα πρέπει να παραχθεί, διά μετασχηματισμού των υπαρχόντων. Τα οποία έτσι εγκαλούνται σε μία βάση πολιτική· στη βάση μιας κοινής επιθυμίας: της επιθυμίας εξόδου από την αυτοκρατορία και την απόλυτη μοναρχία, και όχι σε μία βάση ταυτοτική/ ουσιοκρατική.

Στα τέλη του 20ού αιώνα, και ακόμα σήμερα, οι Έλληνες εθνικιστές/ αρχαιολάτρες αρέσκονται να προσάπτουν ως ψόγο στους Μακεδόνες ομοϊδεάτες τους ότι «δεν είναι πραγματικό έθνος» και ότι στα κείμενα εκείνης της εποχής, και τα παλιότερα, δεν γίνεται πουθενά λόγος για μακεδονικό λαό. Για μας, όμως, η απουσία αυτή είναι λόγος όχι περιφρόνησης, αλλά ενδιαφέροντος και εκτίμησης: η εξέγερση του Ίλιντεν υπήρξε ένας «εθνικός ξεσηκωμός χωρίς έθνος». Η μακεδονικότητα δεν χρησιμοποιήθηκε σε αυτήν ως όρος αποκλεισμού και διάκρισης, αλλά, ακριβώς αντίθετα, ως ένα όνομα που δίνουμε σε όσους δεν είναι τίποτα, και που δεν θέλουν να «γίνουν τα πάντα», αντίθετα θέλουν απλώς να συνεχίσουν να μη είναι τίποτα. Σε όσες θέλουν να μην έχουν καμία εθνική/ κρατική ταυτότητα, και άρα να μην μετάσχουν σε κανένα από τα μαγαζάκια εθνικής καθαρότητας που «είχαν ανοίξει και τους περιμένανε» παντού γύρω τους· σε όσους, όπως πολύ σωστά διέγνωσε ο Στρατής Μυριβήλης διά στόματος του ήρωά του, δεν ήθελαν να είναι ούτε Σέρβοι, ούτε Βούλγαροι, ούτε Έλληνες, μοναχά Μακεντόν ορτοντόκς.

Φυσικά η εξέγερση του Ίλιντεν ηττήθηκε. Ήταν κακά οργανωμένη, κακά εξοπλισμένη, διχάστηκε, διέπραξε παλινωδίες και λάθη τακτικής. Ωστόσο, έτσι γίνεται πάντα, αργά ή γρήγορα. Οι επαναστάσεις πάντοτε ηττώνται, ακόμη και όταν επικρατούν –ίσως ιδίως τότε. Αυτό δεν μας εμποδίζει, εμάς που ερχόμαστε μετά, να αποδίδουμε στον Καίσαρα όσα ανήκουν στον Καίσαρα και στον Σπάρτακο όσα ανήκουν στον Σπάρτακο.

Νομίζω λοιπόν ότι ήρθε η στιγμή να διεκδικήσουμε το Ίλιντεν από όλες τις επίσημες αναγνώσεις που επιδιώκουν να το πνίξουν, να το παρερμηνεύσουν και να το εξουδετερώσουν, και να το αναγνωρίσουμε ως μία παράδοση δική μας, ως μία περίλαμπρη και εκκωφαντική εκδήλωση της επιθυμίας τού μη έθνους και του μη κράτους. Όχι στο πλαίσιο μίας ρομαντικής εξιδανίκευσης και συμπάθειας για «χαμένες υποθέσεις». Κάθε άλλο: ως μία υπόμνηση ότι στα μέρη μας, στα Βαλκάνια, η αντίσταση δεν ήταν/ είναι μόνο εθνική· υπάρχουν και άλλες παραδόσεις, οι οποίες εκδηλώθηκαν ιστορικά, κινητοποίησαν χιλιάδες ανθρώπων, παρήγαγαν υλικά αποτελέσματα. Και εμείς σήμερα αναγνωρίζουμε σε αυτές κάτι δικό μας. Έχουμε πολύ περισσότερα κοινά με τους βαρκάρηδες της Θεσσαλονίκης παρά με τους μαχαιροβγάλτες μισθοφόρους του ελληνικού κράτους που τιμώνται σήμερα ως «μακεδονομάχοι» και έχουν δώσει τα παντελώς ξεχασμένα και ασήμαντα κατά τα λοιπά ονόματά τους στους δρόμους, τις πλατείες και τα στρατόπεδα όλης της Βόρειας Ελλάδας· και θεωρούμε ότι αξίζει πολύ περισσότερη τιμή και σεβασμός στο θάνατο –αλλά και, κυρίως, στη ζωή- του Γκότσε Ντέλτσεφ, που ήξερε να γράψει και δυο γραμμές, παρά στον Παύλο Μελά ο οποίος το μόνο αξιοσημείωτο που έκανε είναι ότι πέθανε υπό κωμικοτραγικές συνθήκες ντυμένος καρναβάλι.

Πηγή:nomadicuniversality.com

350

ΚΑΝΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Γράψτε μια απάντηση