Η αστυνομοκρατία να μην γίνει κανονικότητα – Εισαγγελική έρευνα για περιστατικά αστυνομικής βίας στην Πάτρα

Η αστυνομοκρατία να μην γίνει κανονικότητα – Εισαγγελική έρευνα για περιστατικά αστυνομικής βίας στην Πάτρα

Γράφει 

Εισαγγελική έρευνα για περιστατικά αστυνομικής βίας στην Πάτρα, διεξάγει η εισαγγελία πρωτοδικών, μετά από μηνυτήρια αναφορά του δικηγόρου Θάνου Αμπατζή. Ο δικηγόρος προχώρησε στη μηνυτήρια αναφορά με αφορμή τη δημοσίευση ενός βίντεο που δείχνει δέκα άνδρες των ΜΑΤ να χτυπούν επανειλημμένα ένα άτομο που βρισκόταν μόνο του, έξω από την κατάληψη Παραρτήματος στην οδό Κορίνθου στην Πάτρα, το απόγευμα του Σαββάτου 7 Νοεμβρίου. Το συγκεκριμένο άτομο, μάλιστα, καλέστηκε από την εισαγγελία και κατέθεσε σχετικά με την υπόθεση.

Όπως δήλωσε ο δικηγόρος, επ’ ευκαιρίας της κατάθεσής του, θα υποβάλλει και ένα υπόμνημα για γεγονότα που συνέβησαν το Σάββατο 14 Νοεμβρίου, όπου, στα πλαίσια άσκησης των καθηκόντων του, και με αφορμή την σύλληψη 30 περίπου ατόμων που επιχείρησαν να διαδηλώσουν στην Πάτρα, αυτός και τρεις ακόμα συνάδελφοι του, μετέβησαν  στο κτίριο της Αστυνομικής Δ/νσης προκειμένου να ασκήσουν το Συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα κάθε πολίτη να έλθει σε επαφή με τον δικηγόρο του. Εκεί, εκτός του γεγονότος ότι αυτός και οι συνάδελφοί του δεν κατάφεραν επί μια και μισή περίπου ώρα να εισέλθουν στο αστυνομικό μέγαρο, αφού η πόρτα του ήταν κλειστή και υπήρχαν μπροστά παρατεταμένοι ένστολοι άνδρες των ΜΑΤ, οι οποίοι τους απαγόρευσαν την είσοδο, η αστυνομία δεν φρόντισε έτσι ώστε να τηρηθούν -ούτε καν στοιχειωδώς- τα υγειονομικά πρωτόκολλα για τους προσαχθέντες, αρκετοί από τους οποίους ήταν χτυπημένοι από τους αστυνομικούς.

Ο Θάνος Αμπατζής δήλωσε, ακόμη, πως έχει καλέσει, ήδη, τον Δικηγορικό Σύλλογο της Πάτρας να πράξει όλα όσα προβλέπονται από τον Κώδικα για να μπει ένα τέλος στην εξακολούθηση αυτών των πρακτικών εκ μέρους της αστυνομίας.

Αν εξετάσει κάποιος διεξοδικά τα γεγονότα που αναφέρει ο δικηγόρος Θάνος Αμπατζής, αλλά και μια σειρά ακόμα που έλαβαν χώρα, τον τελευταίο μήνα στην Πάτρα, μπορεί  πολύ εύκολα να διαπιστώσει πως δεν μιλάμε για μεμονωμένες περιπτώσεις αστυνομικής βίας ή κάποιους αστυνομικούς που ξεπέρασαν τα «όρια της καταστολής». Στην πραγματικότητα διαφαίνεται η ξεκάθαρη επιλογή του κράτους και της αστυνομίας να επιτεθεί σε αγωνιστές και συγκεκριμένους πολιτικούς χώρους που έχει στοχοποιήσει, αλλά και η προσπάθεια επιβολής μιας εικόνας αστυνόμευσης που ξεπερνά κατά πολύ, ακόμα και αυτή την «αίσθηση της ασφάλειας» και φτάνει στο επίπεδο της αστυνομοκρατίας.

Αν κάποιος δει ένα προς ένα, αυτά τα περιστατικά, γίνεται πολύ εύκολα αντιληπτό πως πρόκειται για επίθεση του κράτους σε όσους επιλέγουν να αντιστέκονται και να μην παραμένουν σιωπηλοί, και καμιά σχέση δεν έχει με μέτρα υγειονομικής προστασίας και αποφυγή συνωστισμών. Εκτός αν η ταξική διαχείριση της πανδημίας σημαίνει να συνωστίζονται 40 αστυνομικοί  επί της Κορίνθου και Κολοκοτρώνη, το βράδυ της Τρίτης 17 Νοέμβρη, για να αποτρέψουν την πορεία του Πολυτεχνείου.

Σάββατο 7 Νοέμβρη: Στοχοποίηση αγωνιστών και πολιτικών χώρων

Χαρακτηριστικό για τη στοχοποίηση που δέχονται αγωνιστές, είναι ένα απόσπασμα από κείμενο που δημοσίευσε ο Θωμάς Μ., ο άνθρωπος που, όπως αναφέρει και στη μηνυτήρια αναφορά του ο Θάνος Αμπατζής, χτυπήθηκε περικυκλωμένος από δέκα ένστολους στην Πάτρα, το απόγευμα του Σαββάτου 7 Νοεμβρίου:

«Η απρόκλητη επίθεση κι ο ξυλοδαρμός μου έξω από το Παράρτημα δεν είναι παρά ένα προϊόν της στοχοποίησής μου από τις δυνάμεις της αστυνομίας, για τη δημόσια πολιτική μου δράση ως αναρχικού και τη συμμετοχή μου στους ευρύτερους κοινωνικούς και ταξικούς αγώνες. Οι σαδιστές, ένστολοι τραμπούκοι της αστυνομίας έκαναν ξεκάθαρο ότι για αυτούς ο ξυλοδαρμός μου αποτελούσε και ενός είδους άτυπης “ρεβάνς”. Η βία της αστυνομίας πάνω μου, είναι μια προσπάθεια να φοβίσουν και να τρομοκρατήσουν τόσο εμένα αλλά κι όλους τους υπόλοιπους αγωνιστές και αγωνίστριες που καθημερινά δίνουν τη μάχη για την κοινωνική απελευθέρωση σε μια σειρά από μέτωπα, στις γειτονιές, στους χώρους εργασίας, στα σχολεία και στις σχολές, στα κολαστήρια των φυλακών, στα βουνά και στα χωριά.»

Στο ότι πρόκειται για ξεκάθαρη επίθεση συνηγορεί και ο τρόπος που έγινε η σύλληψή του. Ο Θωμάς Μ. βρισκόταν μόνος του έξω από την κατάληψη Παραρτήματος, δεν διέπραξε κάποιο αδίκημα και δεν υπήρξε ποτέ προσπάθεια διαφυγής του. Όπως περιγράφει ο ίδιος:

«Το Σάββατο στις 6 το απόγευμα, περίπου μία ώρα πριν την προγραμματισμένη συγκέντρωση στην πλατεία Όλγας ενάντια στην καταστολή, την απαγόρευση κυκλοφορίας και την κρατική διαχείριση της πανδημίας, καλεσμένη από την “Ανοιχτή Συνέλευση για την Αλληλεγγύη ενάντια στον ολοκληρωτισμό”, βρισκόμουν έξω από την κατάληψη Παραρτήματος. Λίγα λεπτά αφότου έφτασα στο χώρο, άρχισαν να καταφτάνουν δυνάμεις των ΜΑΤ και της ασφάλειας προσεγγίζοντας το Παράρτημα και την πλατεία Όλγας. Μόλις οι δυνάμεις των ΜΑΤ αντιλήφθηκαν την παρουσία μου, άρχισαν να βρίζουν και στη συνέχεια μου επιτέθηκαν. Αφού με χτύπησαν στο κεφάλι με το κοντάκι του όπλου για τις κρότου λάμψης, στη συνέχεια με έριξαν στο έδαφος και άρχισαν να με σέρνουν και να χτυπάνε όλοι μαζί. Όσο βρισκόμουν στο έδαφος επιχειρούσαν να με χτυπήσουν στα γόνατα και τους αστραγάλους, ενώ παράλληλα με έβριζαν και με απειλούσαν, λέγοντας ότι ξέρουν ποιος είμαι και τι κάνω, κάνοντας φανερό τον λόγο της επίθεσης».

Ολόκληρο το κείμενο του Θωμά Μ. μπορείτε να το διαβάσετε εδώ. Στο παρακάτω βίντεο φαίνεται η επίθεση που δέχτηκε από τις δυνάμεις της αστυνομίας.

 

Προσπάθεια αποσιώπησης της επίθεσης

Η αστυνομική αυθαιρεσία εναντίον του Θωμά Μ. δεν σταματά όμως, με τη σύλληψή του. Ενδεικτικό για το πώς αποφάσισε η αστυνομία να διαχειριστεί τη βίαιη επίθεσή εναντίον του είναι το γεγονός πως ενώ κρατούνταν αιμόφυρτος για περίπου τρεις ώρες, δεν μεταφέρθηκε ποτέ στο νοσοκομείο, παρότι ο ίδιος το ζητούσε από την πρώτη στιγμή.

Η προσπάθεια, από την πλευρά της αστυνομίας να αποσιωπήσει αλλά και να μην πάρει έκταση το γεγονός της επίθεσης, γίνεται φανερή και από την επίθεση που δεχτήκαμε ως tetartopress.gr όταν βρεθήκαμε έξω από την Αστυνομική Διεύθυνση και τον χώρο που κρατούνταν ο Θωμάς Μ.. Εκεί κατά την διενέργεια ρεπορτάζ για τις συνθήκες σύλληψης αλλά και κράτησής του, έγιναν κατά σειρά τρεις προσπάθειες σύλληψης (εξύβριση θείων, παράνομη βιντεοσκόπηση, βιαιοπραγία κατά αστυνομικού) που συνοδεύτηκαν από προσπάθεια διαγραφής δημοσιογραφικού υλικού και βιαιοπραγίες και κατέληξαν στο «Είναι μικρή η Πάτρα, ξέρουμε ποιος είσαι και τι προσπαθείς να κάνεις…».

Το πώς ακριβώς διαδραματίστηκαν αυτά τα γεγονότα μπορείτε να τα διαβάσετε στην έγγραφη ενημέρωση που κάναμε προς την Ένωση Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Πελοποννήσου – Ηπείρου – Νήσων, εδώ.

Εισβολή στον αυτοδιαχειριζόμενο χώρο Επί Τα Πρόσω

Το απόγευμα του Σαββάτου 7 Νοεμβρίου, ταυτόχρονα με τη σύλληψη του Θωμά Μ. πραγματοποιήθηκε επίθεση από αστυνομικές δυνάμεις και στον αυτοδιαχειριζόμενο χώρο «Επί Τα Πρόσω » και εισβολή της αστυνομίας με κρότου λάμψης. Στη συνέχεια πραγματοποιήθηκαν προσαγωγές γύρω από το κτίριο του αυτοδιαχειριζόμενου χώρου στην οδό Πατρέως. Συνολικά έγιναν 9 προσαγωγές ενώ υπήρξαν και τραυματισμοί.

Να σημειώσουμε πως την ώρα της εισβολής το «Επί Τα Πρόσω» ήταν ήδη ανοικτό με ανακοινωμένο κάλεσμα για συλλογή ειδών πρώτης ανάγκης, μια κίνηση που ο χώρος κάνει ανά τακτά χρονικά διαστήματα από τον Απρίλη, από την αρχή της πανδημίας.

Ενδεικτική της εικόνας που θέλησε να παρουσιάσει η αστυνομία εκείνο το βράδυ, είναι η συνομιλία που είχε επικεφαλής των αστυνομικών δυνάμεων με κάτοικο της περιοχής όταν τον ρώτησε για ποιο λόγο βρίσκονται παρατεταμένοι στην περιοχή, αποκλείοντας τον δρόμο και τι ακριβώς προσπαθούν να κάνουν. Ο επικεφαλής απάντησε «Δεν βλέπετε; Εσείς που είσαστε νομοταγής κρατάτε αποστάσεις, εκεί μέσα είναι μαζεμένοι είκοσι άνθρωποι». Η απάντηση από τον κάτοικο ήταν: «Ε, βάλτε τους  πρόστιμο, τι βγαίνετε με τα όπλα στους δρόμους…»

Τις λεπτομέρειες για το πώς ακριβώς έγινε η επίθεση των αστυνομικών δυνάμεων, μπορείτε να τις διαβάσετε αναλυτικά σε κείμενο που δημοσίευσε το «Επί Τα πρόσω», εδώ. Αξίζει όμως να παραθέσουμε ένα σημείο, για να γίνει αντιληπτό ποιοι στοχοποιούνται, και για ποιο λόγο η αστυνομία «βγήκε με τα όπλα στους δρόμους…»:

«Δεν πρόκειται να μείνουμε σιωπηλοί και να αφήσουμε στο δημόσιο λόγο να κυριαρχεί ο φόβος, δε πρόκειται να αφήσουμε το ζωτικό μας χώρο, που είναι ο δρόμος και οι πλατείες, να καταλαμβάνεται από την κατασταλτική μπότα τους κράτους που περνάει εν μέσω πανδημίας πτωχευτικούς νόμους, αντιεργατικά νομοσχέδια και νομιμοποίηση του 10ωρου εργασίας. Αντιθέτως προτάσσουμε την κοινωνική-ταξική αλληλεγγύη μεταξύ των “από τα κάτω” της κοινωνίας που ιδιαίτερα στη τωρινή συνθήκη με την πανδημία και την κρατική διαχείρισή της εξαθλιωνόμαστε ακόμα περισσότερο (άνεργοι/ες, μετανάστες/στριες, κρατούμενοι/ες, ηλικιωμένοι/ες) καθώς και την έμπρακτη υπεράσπιση του προαναφερθέντα ζωτικού μας χώρου που ανέκαθεν αποτελούσε τόπο συνεύρεσης, ζύμωσης και αγώνα της τάξης μας.

Γιατί ακριβώς μέσω των εργαλείων, των χώρων, του λόγου, των δράσεών μας αντανακλώνται οι αξίες του κόσμου που ονειρευόμαστε, ενός κόσμου μακριά από τις καπιταλιστικές λογικές του κέρδους, του ανταγωνισμού, του ατομισμού, ενός κόσμου αλληλεγγύης, ισότητας, ελευθερίας».

Σάββατο 14 Νοέμβρη: 27 προσαγωγές και τραυματισμοί

Το επόμενο Σάββατο, 14 Νοεμβρίου, και ενώ είχε ανακοινωθεί συγκέντρωση αλληλεγγύης στην κατάληψη του Παραρτήματος,  για τους συλληφθέντες του εκκενωμένου Πολυτεχνείου, ισχυρές δυνάμεις της αστυνομίας απέκλεισαν το χώρο και προσήγαγαν βίαια, από την οδό Γούναρη, 27 άτομα που προσπάθησαν να προσεγγίσουν την κατάληψη.

Πρέπει να σημειωθεί πως εν μέσω πανδημίας για πάνω από μισή ώρα κρατούσαν κλεισμένους 12 από τους προσαχθέντες σε ένα βαν έξω από την ασφάλεια. Ανάμεσα στους 27 προσαχθέντες υπήρξαν και δύο τραυματισμένοι ενώ από την πρώτη στιγμή έξω από τη γενική αστυνομική διεύθυνση βρέθηκαν δικηγόροι στους οποίους η αστυνομία για πάνω από μία ώρα δεν επέτρεπε την είσοδο στο κτίριο.

Χαρακτηριστικό και σε αυτή την περίπτωση είναι πως όλοι οι προσαχθέντες αφέθηκαν ελεύθεροι χωρίς κατηγορίες.

Τραυματισμός στο κεφάλι, στις προσαγωγές στη Γούναρη

Τρίτη 17 Νοέμβρη: Προσπάθεια επιβολής της αστυνομοκρατίας ως κανονικότητα

Από το πρωί της Τρίτης 17 Νοεμβρίου είχε συγκεντρωθεί κόσμος μπροστά από το χώρο της κατάληψης Παραρτήματος με σκοπό να τιμηθεί και φέτος όπως κάθε χρονιά η επέτειος της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Στη διάρκεια της ημέρας, κατατέθηκαν στεφάνια από φορείς ενώ κόσμος παρέμεινε συγκεντρωμένος στο σημείο καθώς υπήρχαν καλέσματα για πορεία το απόγευμα. Ωστόσο, κατά τη μία το μεσημέρι, η αστυνομία έκανε την εμφάνισή της με ισχυρές δυνάμεις ΜΑΤ και ΟΠΚΕ, αποκλείοντας τον χώρο περιμετρικά της κατάληψης Παραρτήματος, περικυκλώνοντας για 9 ώρες, 80 συγκεντρωμένους διαδηλωτές που κρατούσαν ανοιχτό το χώρο όπου και είχε προγραμματιστεί να ξεκινήσει η πορεία για την εξέγερση του Πολυτεχνείου.

Παράλληλα, δυνάμεις της αστυνομίας αναπτύχθηκαν σε διάφορα σημεία της πόλης, με στόχο, να αποτραπούν συγκεντρώσεις και πορείες αλλά και να εμποδίσουν διαδηλωτές που προσπαθούσαν να προσεγγίσουν την κατάληψη Παραρτήματος.

Σε κάποια από τις επιθέσεις οι αστυνομικές δυνάμεις με χρήση κρότου λάμψης απώθησαν διαδηλωτές μέχρι την περιοχή της Αγ. Σοφίας. Στη συνέχεια έγινε κυνηγητό στους γύρω δρόμους, ενώ κάποια άτομα εγκλωβίστηκαν σε παρακείμενο σούπερ μάρκετ. Οι αστυνομικοί κρατούσαν τα άτομα χωρίς αποστάσεις ασφαλείας όλα μαζί στο πεζοδρόμιο, αναγκάζοντάς τα να καθίσουν στο έδαφος και περικυκλώνοντάς τους με ασπίδες. Μάλιστα, οι αστυνομικοί εισέβαλλαν στο σούπερ μάρκετ και τράβηξαν κόσμο έξω. Είναι χαρακτηριστικό πως κάτοικοι της περιοχής που δυσανασχετούσαν, φώναζαν από τα μπαλκόνια στους αστυνομικούς που  να αφήσουν ελεύθερο τον κόσμο. Συνολικά, σε εκείνο το σημείο, έγιναν περίπου 15 προσαγωγές.

Όπως προσπάθησε να μας πείσει το κράτος, η 17η Νοέμβρη ήταν άλλη μια μέρα που η αστυνομία προστάτεψε τους πολίτες διαχειριζόμενη την πανδημία δήθεν επιβάλλοντας τα υγειονομικά πρωτόκολλα. Τώρα, για ποιο λόγο οι εικόνες και τα βίντεο από εκείνη την ημέρα, δείχνουν αστυνομικές δυνάμεις να κυνηγούν, να εγκλωβίζουν, να χτυπούν και να προσαγάγουν κόσμο, είναι μια άλλη ιστορία.

Κυριακή 6 Δεκέμβρη

Πέρυσι, στις 6 Δεκέμβρη του 2019,  στην πορεία που πραγματοποιήθηκε για τα 11 χρόνια από τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, υπήρξαν στην Πάτρα δεκάδες μαρτυρίες για αστυνομική βία, αυθαιρεσίες, σεξιστικές επιθέσεις από αστυνομικούς σε βάρος διαδηλωτών και παρατυπίες σε συλλήψεις εις βάρος ανήλικων.

Τότε, λέγαμε πως όλα αυτά τα περιστατικά που θύμιζαν παρακράτος, δεν ήταν μεμονωμένα αλλά ήταν η «ασφάλεια» που έταξε το κράτος στην κοινωνία. Τονίζαμε πως αν ψάχνετε για «τρομοκράτες» της κοινωνίας, δεν θα τους βρείτε ανάμεσα στους ανθρώπους που αντιστέκονται αλλά σε αυτούς πίσω από τις μάσκες, τις ασπίδες και τα χημικά. Θα τους βρείτε στους «χωρίς όνομα και στολή» ασφαλίτες, στους δρόμους και τα στενά της Πάτρας.

Λέγαμε, τέλος, πως όσο υπάρχουν άνθρωποι που ονειρεύονται ελεύθερα, όσο υπάρχουν άνθρωποι που παλεύουν για ελευθερία και για ελεύθερες κοινωνίες, τόσο το κράτος θα παλεύει για να υπερασπιστεί το ρόλο του, το ρόλο της εξουσίας που επιβάλει «κανονικότητες» καταπατώντας κάθε έννοια κοινωνικής δικαιοσύνης. Και πως αν σταματήσουν να υπάρχουν άνθρωποι που αντιστέκονται, θα βρείτε τις αστυνομικές δυνάμεις και έξω από τις πόρτες σας, στις αυλές των σπιτιών σας να επιβεβαιώνουν το ρόλο του κράτους – εξουσία με «κάθε κόστος».

Η παρακάτω εικόνα είναι φετινή. Στις 6 Δεκέμβρη του 2020. Οι αστυνομικές δυνάμεις, βρέθηκαν στο Νότιο Πάρκο της Πάτρας, ανάμεσα σε οικογένειες. Ανάμεσα σε ανθρώπους που περνούσαν ξένοιαστα την ώρα τους με τα παιδιά τους.

Η παρακάτω εικόνα δεν είναι κανονικότητα. Να μην τη συνηθίσουμε. Να αντισταθούμε ως κοινωνία.

 

 

 

 

Πηγή:tetartopress.gr

 

102

ΚΑΝΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Γράψτε μια απάντηση