Προτάσεις για το οικογενειακό δίκαιο

Προτάσεις για το οικογενειακό δίκαιο

Αντα Ψαρρά

Δικαστές και εισαγγελείς ανησυχούν και απευθύνουν επισημάνσεις προς τον υπουργό Δικαιοσύνης για τις προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις, υπενθυμίζοντας ότι αγνοείται ακόμα το επίσημο πόρισμα της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής.


Κείμενο προτάσεων και επισημάνσεων για τις μεταρρυθμίσεις που πραγματικά χρειάζεται το νομικό πλαίσιο του οικογενειακού δικαίου απέστειλε η Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕνΔΕ) στον υπουργό Δικαιοσύνης και στα πολιτικά κόμματα, επισημαίνοντας ότι αγνοείται ακόμα το επίσημο πόρισμα της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής που συγκροτήθηκε επί κυβέρνησης Μητσοτάκη, ενώ το νομοσχέδιο συντάχτηκε από παράγοντες του υπουργείου.

Ειδικότερα, η ΕνΔΕ:


● Προτάσσει (όπως κάνουν και όλοι οι υπόλοιποι φορείς, ενώσεις και οργανώσεις) την ανάγκη συγκρότησης ειδικής υπηρεσίας από παιδοψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς, οι οποίοι θα συνεπικουρούν τους δικαστές σε περιπτώσεις αντιδικίας.

● Εντοπίζει το πρόβλημα της διάταξης που ορίζει πώς και πού θα επιδίδονται δικαστικά έγγραφα και προτείνει «να επιδίδεται το έγγραφο στον γονέα με τον οποίο διαμένει το παιδί κι εκείνος να είναι υποχρεωμένος από τον Νόμο να ενημερώσει άμεσα και την άλλη πλευρά.

● Τονίζει ότι το συμφέρον του τέκνου πρέπει να αξιολογείται από το δικαστήριο εξατομικευμένα μετά από στάθμιση και συνεκτίμηση πολλών παραγόντων […] και να μην τίθενται κριτήρια ιεράρχησης από τον νομοθέτη, όπως προκύπτει από τη χρήση της λέξης «πρωτίστως».

Εξάλλου, «πάντα η γνώμη του παιδιού (εφόσον το επιτρέπει η ηλικία του) συνεκτιμάται από τον δικαστή, ο οποίος βεβαίως πάντοτε προσπαθεί να διαγνώσει εάν είναι προϊόν καθοδήγησης ή υποβολής». Ποιος λοιπόν είναι ο λόγος να υπάρξει παρόμοια διάταξη;

● Ανησυχεί για τις ρυθμίσεις που αφορούν την παραπομπή σε ιδιώτες διαμεσολαβητές χωρίς τις προϋποθέσεις επιστημονικής εξειδίκευσης στον τομέα της ψυχικής υγείας. «Πρόκειται για διατάξεις που σκοπούν στην ενίσχυση της ιδιωτικής διαμεσολάβησης, με σημαντική οικονομική επιβάρυνση των γονέων».

● Επισημαίνει την απουσία αναφοράς σε περίπτωση διάστασης των μερών του συμφώνου συμβίωσης.

● Σημειώνει ότι «αρχικώς ορίζεται πως η επικοινωνία περιλαμβάνει τόσο τη φυσική παρουσία και την επαφή του τέκνου με τον γονέα με τον οποίο δεν διαμένει όσο και τη διαμονή του τέκνου στην οικία του γονέα αυτού.

Στη συνέχεια τίθεται υποχρέωση στον γονέα με τον οποίο διαμένει το τέκνο να διευκολύνει την επικοινωνία του τέκνου με τον άλλο γονέα σε καθημερινή βάση. Προφανώς τα δύο εδάφια βρίσκονται σε λογική αντίφαση αφού δεν είναι δυνατή η καθημερινή φυσική παρουσία του τέκνου στην οικία του γονέα με τον οποίο δεν διαμένει».

● Αντιτίθεται στον οριζόντιο καθορισμό (1/3) του χρόνου επικοινωνίας. «Η μνεία αυτή είναι ασαφής. Θα πρέπει να ορισθεί πως ο προτεινόμενος τρόπος κατανομής του χρόνου του τέκνου με έκαστο γονέα αποτελεί κατευθυντήρια νομοθετική οδηγία, ώστε αφενός το δικαστήριο να μην προβαίνει σε μαθηματικούς υπολογισμούς, αφετέρου να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητες κάθε περίπτωσης».

● Θεωρεί πως η προϋπόθεση της αμετάκλητης καταδίκης του γονέα για ποινικά αδικήματα (βία, σεξουαλική ή άλλη κακοποίηση του παιδιού ή της μητέρας) δεν διασφαλίζει το τέκνο που θα εξακολουθήσει να διαμένει ή να επικοινωνεί για μεγάλο διάστημα με έναν γονέα που έχει την ανωτέρω εγκληματική συμπεριφορά.

«Προτείνουμε ο αποκλεισμός ή ο περιορισμός της επικοινωνίας να λαμβάνει χώρα μετά από εμπεριστατωμένη έκθεση κοινωνικών λειτουργών και παιδοψυχολόγων δημοσίου φορέα περί της ακαταλληλότητας του γονέα να ασκήσει το δικαίωμα της επιμέλειας ή της επικοινωνίας».


 

Πηγή: efsyn.gr

73

ΚΑΝΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Γράψτε μια απάντηση