Προς τιμήν της Αγκαθα Κρίστι, της βασίλισσας του εγκλήματος…

Προς τιμήν της Αγκαθα Κρίστι, της βασίλισσας του εγκλήματος…

60271_133937396652511_541137_nΜεταξύ των

πολλών αινιγμάτων στον κόσμο της Αγκάθα Κρίστι, είναι ο λόγος, για τον
οποίο η Βρετανίδα λογοτέχνις έγινε η δημοφιλέστερη συγγραφέας όλων των
εποχών με δύο δισεκατομμύρια αντίτυπα διεθνώς. Σε πρόσφατη έρευνα
διαπιστώθηκε πως το απλό, υπνωτιστικό λογοτεχνικό της ύφος είναι ο
βασικός ύποπτος για τη λύση του αινίγματος. Ο Ρόλαντ Κάπφερερ, ο οποίος
ήταν επικεφαλής του σχεδίου, πρωτοβουλία ειδικών από τα Πανεπιστήμια
του Λονδίνου, του Μπέρμιγχαμ και του Ουόργουικ, ανέφερε ότι το
συναρπαστικό συγγραφικό της στυλ είναι αυτό που δεν επιτρέπει στους
αναγνώστες να παρατήσουν στη μέση οποιοδήποτε βιβλίο της. «Είναι
εντυπωσιακό πόσο διαχρονικά και δημοφιλή παραμένουν τα βιβλία της
Αγκάθα Κρίστι», ανέφερε ο Κάπφερερ. Η Κρίστι, η οποία μεταξύ άλλων έχει
γράψει το «Έγκλημα στον Νείλο» και τον «Φόνο στο Οριάντ Εξπρές» ήταν
εξαρχής επιτυχημένη, όταν πρωτοεμφανίστηκαν τα μυθιστορήματά της στη
δεκαετία του ’20. Συνολικά έγραψε 80 μυθιστορήματα και συλλογές
διηγημάτων, καθώς και 19 θεατρικά έργα. Το έργο της έχει μεταφραστεί σε
εβδομήντα και πλέον γλώσσες και μόνο η Βίβλος και ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ
έχουν πουλήσει παραπάνω αντίτυπα από την Αγκάθα Κρίστι.
Στα πρώτα χρόνια της σταδιοδρομίας της, η Κρίστι
σπάνια απουσίαζε από τις λίστες των μπεστ σέλερ με τους Βρετανούς
εκδότες της να προωθούν κάθε χρόνο την κυκλοφορία μίας «Κρίστι για τα
Χριστούγεννα», όπου οι συνήθεις ήρωες της, η Μις Μαρμπλ και ο Ηρακλής
Πουαρό εμφανίζονταν σε περιοχές, τις οποίες επισκεπτόταν η συγγραφέας.
Σύμφωνα με το Βιβλίο Γκίνες, η Κρίστι είναι η συγγραφέας με τις
περισσότερες πωλήσεις όλων των εποχών. Η δημοτικότητα των
μυθιστορημάτων της υπερβαίνει γλωσσικά και πολιτισμικά σύνορα.

H Ποντικοπαγίδα των ρεκόρ!

Η μακροβιότερη θεατρική παράσταση του κόσμου, η
Ποντικοπαγίδα της Αγκάθα Κρίστι, συμπληρώνει πενήντα πέντε ολόκληρα
χρόνια ζωής.
Την Ποντικοπαγίδα έχουν παρακολουθήσει
περισσότεροι από 10 εκατ. άνθρωποι. Το έργο της Αγκάθα Κρίστι έχει
παρουσιαστεί σε περισσότερες από 40 χώρες και έχει μεταφραστεί σε
περισσότερες από 20 γλώσσες. Έχει γίνει πια ένα από τα αξιοθέατα του
Λονδίνου!
Το έργο γράφτηκε από τη μεγάλη Βρετανίδα συγγραφέα
ιστοριών μυστηρίου το 1947 για τα γενέθλια της βασίλισσας. Το 1958
έγινε η μακροβιότερη παράσταση της Βρετανίας και στα μέσα της δεκαετίας
του ’70 έγινε η μακροβιότερη παράσταση του κόσμου.
Στο θέατρο Σεν Μάρτιν του Ουέστ Εντ η
Ποντικοπαγίδα μεταφέρθηκε το 1974. Στη διάρκεια των 50 χρόνων στο καστ
έχουν περιληφθεί περίπου 300 ηθοποιοί. Ο Ντέιβιντ Ράβεν, μάλιστα, μπήκε
στο βιβλίο ρεκόρ Γκίνες υποδυόμενος τον αστυνόμο Μέιτζορ για 4.575
παραστάσεις.

Η Βασίλισσα του Εγκλήματος

Η Αγκάθα Κρίστι, εκτός από την αστυνομική
λογοτεχνία (έγινε κυρίως γνωστή για τα 80 αστυνομικά της μυθιστορήματα
που την έκαναν έναν από τους πιο σημαντικούς συγγραφείς στην εξέλιξη
του λογοτεχνικού αυτού ρεύματος, στα οποία πρωταγωνιστούν οι ντετέκτιβ
Ηρακλής Πουαρό και Μις Τζέιν Μαρπλ, και πήρε τον τίτλο της «Βασίλισσας
του Εγκλήματος»), ασχολήθηκε κατά διαστήματα και με άλλα λογοτεχνικά
είδη. Πιο συγκεκριμένα έγραψε:
Με το όνομα ‘Αγκάθα Κρίστι Μαλόουν το Come, Tell
me how you Live (Αναμνήσεις από την αρχαιολογική αποστολή στη Συρία),
το 1946, και το Star Over Bethlehem (ποιήματα και παιδικές ιστορίες),
το 1965.
Με το όνομα επίσης Μαίρη Γουέσμεϊκοτ, μια σειρά
από ρομαντικές ιστορίες: Giant’s Bread (1930), Unfinished Portait
(1934), Absent in the Spring (1944), The Rose and the New Tree (1947), A
Daughter’s a Daughter (1952), The Burden (1956). Τέλος μια σειρά
ποιημάτων με τον τίτλο The Road of Dreams (1924), καθώς και ένα θεατρικό
έργο, το Akhnaton, που η δράση του τοποθετείται στην αρχαία Αίγυπτο
και το οποίο, ενώ γράφτηκε το 1937, εκδόθηκε μόλις το 1973. Εκτιμάται
ότι τα βιβλία της έχουν πουλήσει 1 δισεκατομμύριο αντίτυπα στα αγγλικά,
και ένα ακόμη δισεκατομμύριο σε 103 άλλες γλώσσες.
Τα περισσότερα από αυτά έχουν μεταφερθεί στον
κινηματογράφο με μεγάλη επιτυχία, καθώς και έχουν γίνει τηλεοπτικές
σειρές κυρίως από το BBC, το οποίο τις προβάλει από το 1984 μέχρι
σήμερα!

Λονδίνο – Βαγδάτη σε οκτώ ημέρες
Φθινόπωρο 1928.
Στην ηλικία των 38 ετών, με έναν
αποτυχημένο γάμο – που της χάρισε μια κόρη, τη Ρόζαλιντ – και ένα
επιτυχημένο βιβλίο The Murder of Roger Ackroyd, 1926 (Ο φόνος του Ρότζερ
Ακρόιντ, εκδόσεις Άγρα) – που της χάρισε τη διεθνή αναγνώριση – πίσω
της, η Αγκάθα Κρίστι αποφάσισε να επισκεφθεί τη Συρία.
Προορισμός της ήταν οι ανασκαφές του
διακεκριμένου αρχαιολόγου Λέοναρντ Γούλεϊ στην Ουρ και το μεταφορικό
μέσο που επέλεξε ήταν το Οριάν Εξπρές.
Η εποχή του Μεσοπολέμου ήταν η χρυσή εποχή των
σιδηροδρόμων και αυτό ήταν το πιο πολυτελές, αποκλειστικό και μυθικό
διαμάντι της Compagnie Internationale des Wagons-Lits. Στο
αυτοβιογραφικό Come Tell me How you Live, 1946 (Σελίδες αυτοβιογραφίας,
εκδόσεις Λιβάνη), έγραψε για το αγαπημένο της τρένο: «Μου αρέσει το
τέμπο του, που ξεκινάει allegro con fuoco και όσο κινούμαστε ανατολικά
όλο και επιβραδύνεται, για να καταλήξει πλέον εντελώς legato». Για μια
ρομαντική ταξιδιώτισσα τίποτε δεν μπορεί να ήταν πιο ρομαντικό από τη
διαδρομή Λονδίνο – Βαγδάτη σε οκτώ ημέρες.
Ο Μεσοπόλεμος ήταν επίσης η χρυσή εποχή του
άγγλου ταξιδιώτη στην Ανατολή. Της Αγκάθα είχε προηγηθεί η φοβερή
Γερτρούδη Μπελ, η οποία περιπλανήθηκε χρόνια ολόκληρα ανάμεσα στις
φυλές της Συρίας ταξιδεύοντας έφιππη χωρίς ανδρική συνοδεία. Ανήκε στη
γενιά αυτή των Άγγλων που βίωναν την παραμονή τους στην έρημο ως την
υπέρτατη υπαρξιακή περιπέτεια και την επαφή τους με τους Άραβες ως ένα
είδος μυστικιστικής «αποστολής», όπως περιέγραψε η ίδια η Μπελ στο
Daughter of the Desert, καθώς και ο Τ.Ε. Λόρενς στο The Seven Pillars
of Wisdom (Επτά στύλοι της σοφίας, εκδόσεις Εστία).

Η Αγκάθα βεβαίως τις ακραίες περιπέτειες
προτιμούσε να τις ζει με τη φαντασία της, αλλά οι επιλογές ζωής που
έκανε μετά την Ουρ ήταν αντισυμβατικά τολμηρές. Στην ανασκαφή την
ξενάγησε ο κατά 15 χρόνια νεότερός της, ανερχόμενος αρχαιολόγος Μαξ
Μάλοουαν. Την τρίτη ημέρα ξενάγησης, όταν το αυτοκίνητό τους ξεψύχησε
στην έρημο αναγκάζοντάς τους να διανυκτερεύσουν σε ένα αστυνομικό
τμήμα-καλύβα στη μέση τού πουθενά, η Αγκάθα δεν έχασε ούτε στιγμή το
χιούμορ της και ο Μαξ αποφάσισε ότι είχε γνωρίσει τη γυναίκα της ζωής
του.
Την άνοιξη του 1930 της ζήτησε να παντρευτούν.
«Σε πειράζει που το επάγγελμά μου είναι να βγάζω πεθαμένους από το
χώμα;» τη ρώτησε. Και εκείνη του απάντησε: «Καθόλου, αγάπη μου. Όπως
ξέρεις, λατρεύω τα πτώματα».
Έτσι ξεκίνησε το ταξίδι – κυριολεκτικά – ενός
γάμου που διέσχισε επί 46 ολόκληρα χρόνια δεκάδες ερήμους, έζησε έναν
παγκόσμιο πόλεμο, εγκαταστάθηκε σε έξι από τις σημαντικότερες
αρχαιολογικές τοποθεσίες της Συρίας και του Ιράκ (Ουρ, Νινευή,
Νιμρούντ, Τελ-Μπρακ, Αρπατσίγια, Τσαγκάρ Μπαζάαρ) και παρήγαγε, αντί
απογόνων, έναν θησαυρό ευρημάτων, τόσο αρχαιολογικών – από την πλευρά
του Μαξ – όσο και μυθιστορηματικών – από την πλευρά της Αγκάθα.

Ο αρχαιολόγος Ηρακλής Πουαρό

Το 1931, επιστρέφοντας στην Αγγλία, το Οριάν
Εξπρές κόλλησε στα χιόνια της Γιουγκοσλαβίας. Άραγε οι τουρίστες, οι
τυχοδιώκτες, οι επιχειρηματίες, οι πολιτικοί, οι προδότες, οι
αριστοκράτες, οι καλλιτέχνες, οι κατάσκοποι που υπομονετικά περίμεναν
να τους απεγκλωβίσουν, φαντάστηκαν ποτέ ότι η καλοσυνάτη εγγλέζα κυρία
που έπινε το τσάι της στωικά ανάμεσά τους ήδη τους μετέτρεπε σε
λογοτεχνικούς χαρακτήρες; Και όμως το Murder on the Orient Express
(Έγκλημα στο Οριέντ Εξπρές, εκδόσεις Καλοκάθη) γράφτηκε το 1934 και
έγινε μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της Αγκάθα Κρίστι.
Απίστευτα παραγωγική συγγραφέας, έγραφε περίπου
ένα αστυνομικό μυθιστόρημα ανά ανασκαφική σεζόν, δουλεύοντας πάντα μόνο
τα πρωινά. Από τα 100 έργα της που εκδόθηκαν μεταξύ 1930 και 1976, άλλα
γράφτηκαν στην Ανατολή, άλλα τα εμπνεύστηκε από την Ανατολή, άλλα
διαδραματίζονται στην Ανατολή, όλα όμως άμεσα ή έμμεσα έχουν να κάνουν
με τα βιώματά της ή μάλλον με το τρομερό της χάρισμα να περιγράφει με
χειρουργική – ή αρχαιολογική – ακρίβεια αυτά τα βιώματα.
Το Murder in Mesopotamia, 1936 (Θάνατος στη
Μεσοποταμία, εκδόσεις Ερμείας) βασίστηκε στην ασφυκτικά κλειστή, μικρή
κοινωνία των αρχαιολόγων της Ουρ. Από το ταξίδι της με ατμόπλοιο στον
Νείλο εμπνεύστηκε το Death on the Nile, 1937 (Έγκλημα στον Νείλο,
εκδόσεις Μίνωας). Μετά την επίσκεψή της στην Πέτρα της Ιορδανίας έγραψε
το Appointment with Death, 1938 (Ραντεβού με τον θάνατο, εκδόσεις
Ερμείας), και το They Came to Baghdad, 1951(Ραντεβού στη Βαγδάτη,
εκδόσεις Λυχνάρι), γράφτηκε κατά τη διάρκεια μακρόχρονης παραμονής της
στη Βαγδάτη.
Σε κάποιο από αυτά τα έργα ένας χαρακτήρας λέει
στον Ηρακλή Πουαρό: «Θα ήσασταν καλός αρχαιολόγος, κύριε Πουαρό – έχετε
το χάρισμα να αναβιώνετε το παρελθόν». Όντως η πληγωμένη (από ναυτίες,
θερμοπληξίες και άλλα συναφή) ματαιοδοξία του ταξιδιώτη-Πουαρό πάντα
αποκαθίσταται στο τέλος από τους θριάμβους του ντετέκτιβ-Πουαρό που, ως
καλός αρχαιολόγος, ερευνά αίτια, ανασυνθέτει καταστάσεις, δεν αφήνει
καμία λεπτομέρεια να του ξεφύγει, και γνωρίζει ότι τα φαινόμενα
απατούν. Μια αρχαιολογική αυτοψία δεν διαφέρει πολύ από μια
εγκληματολογική αυτοψία, και η προσέγγιση ενός φόνου διά της
«ανασκαφικής» μεθόδου ενέπνευσε πριν από την Αγκάθα σημαντικούς
βικτωριανούς συγγραφείς όπως ο Εμίλ Γκαμποριό, ο Γουίλκι Κόλινς και,
φυσικά, ο δημιουργός του Σέρλοκ Χολμς Σερ Άρθουρ Κινάν Ντόιλ.
Βεβαίως είναι λιγάκι δύσκολο να φαντασθεί κανείς
τον μικρόσωμο, χοντρούλη, ψυχαναγκαστικό Βέλγο ως άλλον Ιντιάνα Τζόουνς
– ειδικά αν συγκρίνει τη μορφή του Πίτερ Ουστίνοφ με αυτήν του Χάρισον
Φορντ. Όπως είναι δύσκολο να πιστέψει ότι τα εξωτικά παραμύθια της
Αγκάθα Κρίστι-Μάλοουαν, με τα οποία έχουν ταξιδέψει εκατομμύρια
άνθρωποι σε όλον τον κόσμο, δεν είναι ακριβώς παραμύθια.

Παρέα με την… Queen Mary
«Η λάμψη ενός αρχαίου χρυσού στιλέτου καθώς αυτό
ξεπρόβαλλε αργά μέσα από την άμμο ήταν για μένα το πιο ρομαντικό θέαμα» –
όπως όλοι οι μεγάλοι έρωτες, η αρχαιολογία ανέτρεψε τον κόσμο της
Αγκάθα Κρίστι ολοκληρωτικά, αλλά και ταυτοχρόνως με την πιο απόλυτη
φυσικότητα.
Περνούσε τους περισσότερους μήνες του χρόνου στις
ανασκαφές του συζύγου της, διαμένοντας, ακόμη και στα 68 της, είτε σε
σκηνές είτε στα λιτά και άβολα κτίσματα της κάθε αποστολής. Όλοι όσοι
την έζησαν θυμούνται σήμερα το έμφυτο χάρισμά της για καλοπέραση με τα
ελάχιστα μέσα – και μιαν αγγλοσαξονική εμμονή στη διατήρηση των τύπων
κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες: εκείνη και ο Μαξ φορούσαν πάντα
βραδινό ένδυμα για το δείπνο, ακόμη και όταν το δείπνο ήταν κάτι που
έμοιαζε με σουφλέ σερβιρισμένο μέσα σε τενεκεδάκια από έναν μάγειρο που
δεν είχε ποτέ του ξαναμαγειρέψει. Η Αγκάθα στη Νιμρούντ του Ιράκ, όπως
ακριβώς στο Ντέβον της Αγγλίας, φορούσε τουίντ, κασμίρι και μετάξι,
ενώ ποτέ δεν αποχωριζόταν το μαντίλι στα μαλλιά και το τσαντάκι στο
χέρι. Καθάριζε τα αρχαία ευρήματα με ένα πανάκι βουτηγμένο σε γαλάκτωμα
καθαρισμού Innoxa για το πρόσωπο και παρελάμβανε τους «Times» όπου κι
αν βρισκόταν. Οι μετακινήσεις της γίνονταν με ένα τετρακύλινδρο Φορντ
που δεν είχε καθόλου καλή σχέση με την άμμο της ερήμου και το οποίο
βάφτισε «Queen Mary» λόγω του μεγαλόπρεπου παρουσιαστικού του.
Παρ’ όλο που η Μις Μαρπλ ήταν βασισμένη σε μια
αγαπημένη γριά θεία, δεν μπορεί κανείς να μην τη φαντάζεται ως ένα alter
ego της ίδιας της Αγκάθα: δημιουργός και ηρωίδα ενσάρκωναν την απόλυτη
αντίθεση μεταξύ του φαίνεσθε και του είναι.
Οι αντοχές της στην αφόρητη ζέστη, στη σκόνη και
στις λοιμώξεις ήταν αξιοθαύμαστες. Διασκέδαζε τους Άραβες διοργανώνοντας
αγώνες δρόμου με έπαθλα κοτόπουλα και χαλβά και τους Άγγλους
συνθέτοντας χιουμοριστικά ποιηματάκια σε στυλ αρχαίας ωδής ή βιβλικών
ψαλμών, όπως ο «Ψαλμός στον Τότο», δηλαδή σε ένα τσοπανόσκυλο. Γνώριζε
πολύ καλά την ασσυριακή αρχαιολογία και οι επιδόσεις της στη φωτογραφία
ήταν επαγγελματικού επιπέδου. Ως εξαιρετικά ντροπαλός και κατ’ εξοχήν
παρατηρητικός άνθρωπος, ένιωθε ασφαλέστερη πίσω από την κάμερα.
Εμφάνιζε η ίδια τα αμέτρητα φιλμ που τραβούσε με την πολυαγαπημένη της
Leica DRP ΙΙΙ και ήδη από το 1938 γυρνούσε έγχρωμα φιλμάκια 16 mm με
μια Kodak 237 FK. Το σίγουρο είναι ότι με αυτά τα φιλμ άφησε πίσω της
ένα μοναδικό ιστορικό ντοκουμέντο μιας εποχής όπου η αρμονική συνύπαρξη
φυλών, εθνοτήτων και θρησκειών στο Ιράκ και στη Συρία ήταν ακόμη
δυνατή, ένα αρχαιολογικό ντοκουμέντο ανασκαφών και ευρημάτων και ένα
πολύ προσωπικό και τρυφερά αποστασιοποιημένο ντοκουμέντο ζωής.
Την άνοιξη του 1944, εγκατεστημένη στην Αγγλία
και μέσα στην αβεβαιότητα του πολέμου, έγραψε για τη Συρία: «Αγαπώ αυτή
την απαλή, γόνιμη γη και τους απλούς ανθρώπους της που ξέρουν να γελούν
και να ευχαριστιούνται τη ζωή. Μακάρι, Ινσαλάχ, να ξαναπάω εκεί και να
δω πως όλα αυτά που αγαπώ υπάρχουν ακόμη και δεν έχουν χαθεί για
πάντα». Από τότε πήγε ακόμη αμέτρητες φορές…
Πηγη:http://www.os3.gr/arhive_afieromata/gr_afieromata_agatha_christie.html

118

ΚΑΝΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Γράψτε μια απάντηση