«Σκανδαλώδης η εμπλοκή των μυστικών υπηρεσιών στην υπόθεση του NSU»

«Σκανδαλώδης η εμπλοκή των μυστικών υπηρεσιών στην υπόθεση του NSU»

«Η σύζυγος του Θόδωρου Βουλγαρίδη, ενός από τα θύματα του NSU,
περιέγραψε παραστατικά τον ρόλο των αστυνομικών και δικαστικών αρχών:
σαν τη νοικοκυρά που καθαρίζει επιφανειακά και αφήνει όλη τη σκόνη κάτω από το χαλί»
Αντόνια φον ντερ Μπέρενς

«Η ετυμηγορία της δίκης του NSU δείχνει ότι αποτύχαμε, και πλέον το διακύβευμα της δίκης της Χρυσής Αυγής είναι να μη δοθεί για δεύτερη φορά λάθος μήνυμα στο πανευρωπαϊκό νεοναζιστικό δίκτυο». Με τη φράση αυτή η Αντόνια φον ντερ Μπέρενς, δικηγόρος πολιτικής αγωγής στη δίκη του NSU στη Γερμανία, και η δημοσιογράφος Κάρο Κέλερ, που κάλυψε την ακροαματική διαδικασία μέσω του Παρατηρητηρίου NSU Watch, αποτιμούν την απόφαση του δικαστηρίου του Μονάχου την ώρα που η δίκη της ναζιστικής οργάνωσης στην Ελλάδα έχει μπει στην τελική ευθεία.

Οι δυο τους βρέθηκαν στην Αθήνα για την εκδήλωση «Ο νεοναζισμός στο εδώλιο: οι υποθέσεις του NSU και της Χρυσής Αυγής», την οποία συνδιοργάνωσαν το Παρατηρητήριο για τη δίκη της Χ.Α. GoldenDawnWatch και το Ιδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ, και μίλησαν στην «Εφ.Συν.» για τα ερωτήματα που έμειναν αναπάντητα μετά το τέλος της δίκης του NSU, τον ρατσισμό που επέδειξε η αστυνομία απέναντι στα θύματα και τις οικογένειές τους και τις συνέργειες νεοναζιστικών οργανώσεων -μεταξύ των οποίων η Χρυσή Αυγή- σε διεθνές επίπεδο.

«Οι κατηγορούμενοι κάθισαν στο εδώλιο για εγκληματικές ενέργειες που είχαν κίνητρο τη ναζιστική ιδεολογία, όμως η αστυνομία όχι μόνο δεν είδε το ρατσιστικό κίνητρο πίσω από τις δολοφονίες, αλλά αντιμετώπισε ρατσιστικά τα θύματα και τις οικογένειές τους», λέει η Αντόνια φον ντερ Μπέρενς, η οποία στο δικαστήριο εκπροσώπησε την οικογένεια του θύματος Μεχμέτ Κουμπασίκ, τουρκικής καταγωγής.

Οπως εξηγεί, «οι έρευνες στράφηκαν από την αρχή στα θύματα και όχι στους δράστες. Οι συγγενείς των δολοφονηθέντων ανακρίθηκαν για σχέσεις των θυμάτων με τη μαφία, το PKK ή τα ναρκωτικά, και αφήνονταν υπόνοιες ακόμα και για ενδοοικογενειακές διαφορές. Ολα αυτά βέβαια δεν ήταν παρά ρατσιστικές φαντασιώσεις».

To «τρίο» του NSU ήταν γνωστοί νεοναζί από τη Θουριγγία, συμπληρώνει η δημοσιογράφος Κάρο Κέλερ και εξιστορεί τη διαδρομή τους: όταν οι Αρχές εντόπισαν εκρηκτικά στο γκαράζ του σπιτιού τους, οι Ούβε Μούντλος, Ούβε Μπένχαρντ και Μπεάτε Τσέπε αναγκάστηκαν να μετακομίσουν στο Κέμνιτς, πολύ κοντά στην Ιένα, τον τόπο καταγωγής τους, όπου είχαν φίλους νεοναζί. Από εκεί ξεκίνησαν την εγκληματική δράση τους.

«Παρ’ όλο που οι δράστες ήταν γνώριμοι στις Αρχές, παρά το ότι υπήρξαν και στο παρελθόν ανάλογοι σχεδιασμοί τρομοκρατικών επιθέσεων από νεοναζί και μολονότι το αντιφασιστικό κίνημα βγήκε στους δρόμους απαιτώντας την έρευνα εγκλημάτων με ρατσιστικό κίνητρο, η υπόθεση δεν συσχετίστηκε με νεοναζιστική τρομοκρατική οργάνωση», προσθέτει η δημοσιογράφος και σημειώνει με έμφαση τη συγκάλυψη της υπόθεσης από τις γερμανικές μυστικές υπηρεσίες, ένα από τα στοιχεία που δεν διαλευκάνθηκε στη δίκη.

«Εντός του NSU υπήρχαν πάνω από 40 ναζί πληροφοριοδότες που έδιναν πληροφορίες στις κρατικές μυστικές υπηρεσίες επί χρήμασι: για τη δράση των τριών, τη μετακόμισή τους στο Κέμνιτς, την αγορά όπλων κ.ά.», λέει η Κάρο Κέλερ και περιγράφει ένα από τα ισχυρά αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίστηκαν στο δικαστήριο: «Πρόκειται για ένα γράμμα που έστειλε το 2002 η οργάνωση στους υποστηρικτές της ζητώντας χρήματα, το οποίο είχε την υπογραφή “Εθνικοσοσιαλιστικό Υπόγειο Δίκτυο”. Αυτό, κατά τη γνώμη μας, ήταν σε γνώση των μυστικών υπηρεσιών και με βάση αυτό θα μπορούσε να είχε συσχετιστεί νωρίτερα η δράση της οργάνωσης και να είχαν αποτραπεί δολοφονίες».

Για τη δικηγόρο Αντόνια φον ντερ Μπέρενς, η εμπλοκή των κρατικών μυστικών υπηρεσιών στην υπόθεση του NSU είναι σκανδαλώδης και είναι ένα από τα ζητήματα που η πολιτική αγωγή προσπάθησε να φέρει στο δικαστήριο παρά την αντίθετη τακτική της Εισαγγελίας:

«Η Εισαγγελία προσπάθησε να υποβαθμίσει και να κρατήσει έξω από τη δικαστική διαδικασία τον ρόλο των κρατικών μυστικών υπηρεσιών και το κατάφερε ακολουθώντας τη στρατηγική ότι η υπόθεση αφορά το παρελθόν και το μόνο που ενδιαφέρει το δικαστήριο είναι η καταδίκη των κατηγορουμένων για τις πράξεις στις οποίες εμπλέκονται. Η πολιτική αγωγή προσπάθησε αυτό να το αντικρούσει αλλά χωρίς επιτυχία. Ετσι, έμειναν αναπάντητα πολλά ερωτήματα, όπως γιατί οι μυστικές υπηρεσίες κατέστρεψαν φακέλους που σχετίζονταν με το NSU, τι περιείχαν οι φάκελοι αυτοί, ποιους προσπάθησαν -και κατάφεραν- να συγκαλύψουν, ποιος υποδείκνυε τα θύματα. Το μόνο που καταφέραμε ήταν να κάνουμε τα ερωτήματα αυτά γνωστά στη γερμανική κοινωνία μέσα από τη δημοσιότητα της δίκης».

Η απόφαση των δικαστών του Μονάχου είναι το δεύτερο σημείο στο οποίο η δικηγόρος εκτιμά ότι απέτυχε η συγκεκριμένη δίκη: «Το ότι η Μπεάτε Τσέπε καταδικάστηκε σε ισόβια είναι σημαντικό, αλλά ήταν αναμενόμενο. Εκείνο που προκάλεσε τεράστια έκπληξη ήταν η απόφαση για τους υπόλοιπους κατηγορούμενους. Οι ποινές που τους επιβλήθηκαν ήταν πολύ χαμηλότερες από την εισαγγελική πρόταση· για να καταλάβετε, για έναν από αυτούς ο εισαγγελέας είχε προτείνει 12ετή κάθειρξη, αλλά καταδικάστηκε σε μόλις 2,5 χρόνια και στην ουσία αποφυλακίστηκε τη μέρα που ανακοινώθηκε η ετυμηγορία».

«Εχω αναφερθεί στην απόφαση λέγοντας ότι ήταν ένα χαστούκι στο πρόσωπο των συγγενών των θυμάτων. Αυτή η μέρα ήταν φρικτή για μένα, ειδικά όταν στο δικαστήριο υπήρχαν ναζί που πανηγύριζαν», συμπληρώνει η δημοσιογράφος.

Το ερώτημα που γεννάται από τη δικαστική απόφαση είναι κατά πόσο μπορεί να λειτουργήσει ενθαρρυντικά για την εγκληματική δράση νεοναζί ανά την Ευρώπη.

«Γι’ αυτούς είναι σαφώς μια ενδυναμωτική απόφαση, οι ψευδείς καταθέσεις και όσα τραγελαφικά ζήσαμε στο δικαστήριο -όπου φτάσαμε στο σημείο να ακούμε μέχρι και ότι ο εθνικοσοσιαλισμός ομνύει στην ειρήνη- εξελήφθησαν ως αποτελεσματική στρατηγική. Σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να μιλάμε για μια αποτρεπτική απόφαση», εκτιμά η δικηγόρος, ενώ η δημοσιογράφος προσθέτει: «Η απόφαση της δίκης του NSU έστειλε ένα απαράδεκτο μήνυμα: ότι οι νεοναζί δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα. Γι’ αυτό προσμένουμε να τεθεί ένα όριο με τη δίκη της Χρυσής Αυγής».

Στο ερώτημα αν η οργάνωση ανήκει πια στο παρελθόν, όπως και η δίκη, η απάντησή τους είναι κατηγορηματική: «Φυσικά και όχι, το NSU υπάρχει ακόμα, δεν πιστεύουμε ότι έπαψε να υφίσταται επειδή καταδικάστηκε η Τσέπε. Σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για μια οργάνωση που αποτελούνταν από πέντε άτομα. Αλλωστε αυτό αποδεικνύεται και από το ότι πρόσφατα στις επιθέσεις στο Κέμνιτς υπήρχαν υποστηρικτές του NSU, μοίραζαν φυλλάδια και φώναζαν συνθήματα υπέρ της οργάνωσης. Yπάρχει ένα ολόκληρο νεοναζιστικό δίκτυο στη Γερμανία και σίγουρα το NSU είναι μέσα σ’ αυτό».

Αναφερόμενη στις συνέργειες μεταξύ νεοναζί σε διεθνές επίπεδο, η δημοσιογράφος σημειώνει: «Οι νεοναζιστικές οργανώσεις οργανώνονται διασυνοριακά εδώ και δεκαετίες, μοιράζονται εμπειρίες. Η δράση του NSU συζητήθηκε σ’ αυτές τις συναντήσεις, αυτό έχει καταγραφεί, το NSU απλώς εφάρμοσε όσα αποφασίστηκαν».

Μία από αυτές τις συγκεντρώσεις είχε γίνει στην Ιένα το 2005 και, όπως έχει αποκαλύψει η «Εφ.Συν.» («Η “άλλη” δίκη της Χρυσής Αυγής», Ο Ιός, 8.2.2015), η Χρυσή Αυγή είχε εκπροσώπηση μέσω του Νίκου Γιοχάλα.

Το δημοσίευμα της «Εφ.Συν.» (Η «άλλη» δίκη της Χρυσής Αυγής, Ιός, 8.2.2015) που αποκαλύπτει τις σχέσεις μεταξύ του NSU και της ναζιστικής οργάνωσης του Μιχαλολιάκου

«Η παρουσία του Ν. Γιοχάλα και η ομιλία του στην Ιένα αποτυπώνουν τη διασύνδεση μεταξύ Χρυσής Αυγής και NSU. Στις συγκεντρώσεις αυτές οι νεοναζιστές επαναβεβαιώνουν τους δεσμούς τους, επεκτείνουν το δίκτυό τους, αναζητούν υποστηρικτές και χρήματα, ψάχνουν τρόπους πώς να εξαπλώσουν την εθνικοσοσιαλιστική ιδεολογία τους», λένε και οι δύο και καταλήγουν:

«Μακάρι να είχαμε την απάντηση στην ερώτηση τι μπορεί να εμποδίσει την άνοδο της Ακροδεξιάς. Ωστόσο η δίωξη εγκληματικών οργανώσεων και η καταδίκη των μελών τους είναι πολύ σημαντικές στο να αποτρέψουν εγκλήματα που απορρέουν από τη ναζιστική ιδεολογία. Αυτό είναι και το μείζον στη δίκη της Χρυσής Αυγής, πόσω μάλλον αν αποδειχθεί ότι πρόκειται για εγκληματική οργάνωση που κατάφερε να μπει στο ελληνικό Κοινοβούλιο».

Tι ήταν το NSU και πώς έφτασε στο δικαστήριο

 Το Εθνικοσοσιαλιστικό Υπόγειο Δίκτυο (Nationalsozialistischer Untergrund) είναι νεοναζιστική τρομοκρατική οργάνωση που διέπραξε δέκα δολοφονίες, επιθέσεις με εκρηκτικά -από τις οποίες τραυματίστηκαν 22 άνθρωποι- και τουλάχιστον 15 ληστείες τραπεζών. Οκτώ από τα θύματα ήταν μετανάστες τουρκικής καταγωγής, ένας ήταν Ελληνας μετανάστης, ο Θεσσαλονικιός Θόδωρος Βουλγαρίδης, και μία αστυνομικός.

 Στον πυρήνα της οργάνωσης ήταν οι Ούβε Μούντλος, Ούβε Μπένχαρντ και Μπεάτε Τσέπε. Οι δύο πρώτοι αυτοκτόνησαν τον Νοέμβριο του 2011 λίγο προτού συλληφθούν από τις αρχές έπειτα από μια αποτυχημένη επίθεση σε τράπεζα. Τότε η οργάνωση ανέλαβε με κυνικό τρόπο την ευθύνη για τις επιθέσεις που είχε διαπράξει αναρτώντας ένα βίντεο με πρωταγωνιστή τον Ροζ Πάνθηρα.

 Στο εδώλιο κάθισαν η Μπεάτε Τσέπε, κατηγορούμενη για ένταξη σε εγκληματική οργάνωση και άρα για συνέργεια σε όλες τις δολοφονίες και τις επιθέσεις, και ακόμη τέσσερις που αντιμετώπισαν κατηγορίες για διάφορες υποστηρικτικές ενέργειες.

 Η Μπεάτε Τσέπε αρνήθηκε τη συμμετοχή της στην οργάνωση, επέμεινε μέχρι τέλους ότι το μόνο της λάθος ήταν ο έρωτάς της για τον Ούβε Μούντλος, ισχυρίστηκε πως μάθαινε για τα εγκλήματα αφότου είχαν διαπραχθεί και επιχείρησε να παρουσιαστεί σαν μια γυναίκα που ασχολείται με τα οικιακά. Οι ισχυρισμοί της δεν έπεισαν το δικαστήριο του Μονάχου που την καταδίκασε σε ισόβια κάθειρξη. Ωστόσο, στους συγκατηγορουμένους της επιβλήθηκαν ποινές πολύ μικρότερες από αυτές που είχε προτείνει η Εισαγγελία.

Από δεξιά: Μπεάτε Τσέπε, Ούβε Μούντλος και Ραλφ Βολέμπεν. H «Εφ.Συν.» έχει αποκαλύψει ότι o Βολέμπεν ήταν ο οικοδεσπότης στη συνάντηση της Ιένας, στην οποία μετείχε η Χρυσή Αυγή (apabiz.de)

 Στη δημοσιότητα της δίκης συνέβαλε το Παρατηρητήριο NSU-Watch, που κατέγραψε κάθε συνεδρίαση του δικαστηρίου.

 Η υπόθεση τυπικά δεν έχει κλείσει, η απόφαση αναμένεται να καθαρογραφεί σε περίπου έναν χρόνο. Οι κατηγορούμενοι έχουν δικαίωμα έφεσης επί της απόφασης στο Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο. Ωστόσο, δικαίωμα έφεσης δεν έχει η πολιτική αγωγή, δεδομένου ότι οι εμπλεκόμενοι καταδικάστηκαν.

 Στο γερμανικό Κοινοβούλιο συστάθηκαν δεκατρείς εξεταστικές επιτροπές, οι εκθέσεις των οποίων αποτυπώνουν τη συγκάλυψη της δράσης του NSU από τις κρατικές μυστικές υπηρεσίες. Στην ουσία το μόνο που παραμένει ανοιχτό στην υπόθεση είναι αν ο κοινοβουλευτικός έλεγχος θα οδηγήσει σε περαιτέρω διερεύνηση.

Ο νεοναζισμός στο εδώλιο

Στο πάνελ των ομιλητών, από αριστερά Κάρο Κέλερ, Στεύη Κίτσου, Κωστής Παπαϊωάννου, Αντόνια φον ντερ Μπέρενς, Θανάσης Καμπαγιάννης

Η εκδήλωση-συζήτηση «Ο νεοναζισμός στο εδώλιο: οι υποθέσεις του NSU και της Χρυσής Αυγής» πραγματοποιήθηκε στην κατάμεστη αίθουσα του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθηνών. Ακολουθούν αποσπάσματα από τις τοποθετήσεις των ομιλητών.

● Κωστής Παπαϊωάννου, μέλος του GoldenDawnWatch

«Οι δίκες του NSU και της Χρυσής Αυγής είναι η πιο μαύρη σκιά που ρίχνει ο 20ός αιώνας στον 21ο. Μιλάμε το τελευταίο διάστημα για τη διάχυση ενός ιδιότυπου μιλιταρισμού στον δημόσιο χώρο, οργανωμένα, την παρουσία ομάδων εφέδρων στις παρελάσεις, τη ρητορική του μίσους, τον τρόπο με τον οποίο αξιοποιείται το Μακεδονικό, ένα κύμα διείσδυσης εθνικιστικών οργανώσεων σε καταλήψεις σχολείων. Αρα έχουμε να κάνουμε με μια ευρεία κοινωνική αποτύπωση αυτού του φαινομένου και με την πιο εμβληματική περίπτωση φασισμού τμημάτων της κοινωνίας και τμημάτων του κρατικού μηχανισμού – αναφέρομαι στην υπόθεση Ζακ Κωστόπουλου που οι τελευταίες αποκαλύψεις απλώς επιβεβαίωσαν το προφανές: δηλαδή ότι η κουλτούρα της ατιμωρησίας και της συγκάλυψης αλλά και η διαπλοκή διωκτικών αρχών και μέσων ενημέρωσης υπήρχε, υπάρχει και είναι ζωντανή».

● Στεύη Κίτσου δικηγόρος, μέλος του GoldenDawnWatch

«Το Παρατηρητήριο για τη δίκη της Χρυσής Αυγής φωτίζει τις μέρες και τα έργα μιας οργάνωσης που πρόδηλα και αποδεδειγμένα μέχρι τώρα στο δικαστήριο εμφορείται από τη ναζιστική ιδεολογία και ακριβώς γι’ αυτό θεωρούμε ότι αυτή η δίκη μάς αφορά όλες και όλους, καθώς όποια κι αν είναι η έκβασή της, θα αποτελέσει σταθμό τόσο στα πολιτικά πράγματα του τόπου όσο και στην ελληνική κοινωνία. Εχοντας καταγράψει ήδη 295 ημέρες της δίκης, στο Παρατηρητήριο έχουμε δεσμευτεί ότι θα είμαστε εκεί μέχρι το τέλος για να φωτίσουμε κάθε πτυχή μιας ιστορίας που διαπερνά τις προσωπικές αφηγήσεις των θυμάτων και γίνεται κτήμα της κοινής μας ιστορίας. Ακουμπά στα θεμέλια της δημοκρατίας και της κοινωνικής συνοχής, μαθαίνουμε μέσα από αυτή να αντιστεκόμαστε στο φίδι που φαίνεται να ξυπνά ξανά. Γιατί ακριβώς όπως αναφέρουμε και στους καταστατικούς σκοπούς μας, ο φόβος δεν μας σταματάει, μας κινητοποιεί».

● Θανάσης Καμπαγιάννης, δικηγόρος πολιτικής αγωγής στη δίκη της Χ.Α.

«Η διαφορά ανάμεσα στο NSU και τη Χρυσή Αυγή δεν είναι άλλη από την ευφυή στρατηγική του Μιχαλολιάκου να ενδύσει την τρομοκρατική δράση της Χρυσής Αυγής με τον μανδύα του πολιτικού κόμματος. Ο Μιχαλολιάκος φρόντισε να καταθέσει δήλωση πολιτικού κόμματος στον Αρειο Πάγο ήδη από το 1983, όταν ήταν ακόμα πρόσφατη η τρομοκρατική του δράση με βομβιστικές ενέργειες τα χρόνια της Μεταπολίτευσης, πολλά χρόνια πριν κατέβει η Χ.Α. στις εκλογές. Αυτή είναι και η βασική διαφορά της Χρυσής Αυγής με τα άλλα ακροδεξιά κόμματα που βλέπουμε να αναπτύσσονται αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη: ενώ το ακροδεξιό πολιτικό επιτελείο είναι εκεί διαχωρισμένο από τις ομάδες που κάνουν τις βίαιες φασιστικές επιθέσεις, έστω και αν τους δίνει πολιτική νομιμοποίηση και κάλυψη, στη Χρυσή Αυγή το πολιτικό επιτελείο και ο επιχειρησιακός βραχίονας ταυτίζονται».

Πηγή:https://www.efsyn.gr

78

ΚΑΝΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Γράψτε μια απάντηση