Ιστορίες ενσωμάτωσης: Το σαφάρ(ι) της Ζάχρα και του Αλί

Ιστορίες ενσωμάτωσης: Το σαφάρ(ι) της Ζάχρα και του Αλί

Η Ζάχρα | Φωτογραφία: Αγγελική Σταματάκη

Η «Εφ.Συν.» αναδημοσιεύει σε τακτικά διαστήματα από το Ελληνικό Φόρουμ Προσφύγων ιστορίες προσφύγων και μεταναστών που ζουν στην Ελλάδα και, με όλες τις ευκολίες και τις δυσκολίες της καθημερινής ζωής, έχουν καταφέρει να ενσωματωθούν στην ελληνική κοινωνία.

Σαφάρ στα φαρσί σημαίνει ταξίδι. Είναι η λέξη που στην παρακάτω ιστορία είχε τις περισσότερες αναφορές. Η Ζάχρα, 35 ετών, και ο Αλί, 38, είναι ζευγάρι και έχουν ένα παιδί, τον 7χρονο Αχούρα.

Ήρθαν από το Ιράν στην Ελλάδα το 2016 – 2017. Ταξίδεψαν χωριστά, έφτασαν όμως στον ίδιο προορισμό. Πρώτος ο Αλί έφτασε στη Λέσβο και στη Μόρια τον Οκτώβριο του 2016. Μετά από ένα διάστημα δέκα μηνών έφτασε και η Ζάχρα με τον γιο τους.

Ταξίδι στο άγνωστο

Αλί: «Η Ελλάδα δεν ήταν πράγματι η πρώτη επιλογή μας. Αυτά που μαθαίναμε στις ειδήσεις για τη χώρα ήταν τρομερά. Ειδικά για την οικονομική κρίση. Η προσαρμογή στην Αθήνα ήταν απροσδόκητα εύκολη. Τα δέντρα, τα κτίρια, η αρχιτεκτονική, η αισθητική πόλης μοιάζει πολύ στην πόλη του Σεράζ.

»Έχω διαβάσει πολύ για την ελληνική ιστορία και μπορώ να βρω αρκετές συνδέσεις με το Ιράν. Ο ελληνικός πολιτισμός επέδρασε στην παγκόσμια ιστορία. Στη φιλοσοφία, στις επιστήμες, σε όλα τα πολιτισμικά πεδία. Ακόμα και ο πόλεμος με την Ελλάδα (σ.σ. αναφέρεται στους περσικούς πολέμους) συνετέλεσε στην αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο πολιτισμών.

»Στην οικογένειά μου λέω πως εδώ (σ.σ. η Αθήνα) είναι σαν το Σεράζ (σ.σ. η πόλη του Ιράν από όπου έρχονται). Δεν ξέρω εάν η Ελλάδα θα παραμείνει πατρίδα μου, όμως οπουδήποτε στον κόσμο και εάν ταξιδέψω θα νιώθω ότι είναι κομμάτι μου.

»Έχω κάνει πολλά ταξίδια. Αυτό το ταξίδι δεν ήταν κάτι που ήθελα να κάνω. Αναγκάστηκα. Και δεν ήταν οργανωμένο. Ήθελα να φύγουμε. Και φύγαμε όπως όπως. Φτάσαμε με βάρκα στη Λέσβο…»

Το συνειδητό ρίσκο του ταξιδιού και η επιβίωση στις δομές φιλοξενίας

Αλί: «Όταν μπαίνεις στη βάρκα γνωρίζεις πως ή θα πεθάνεις ή θα ζήσεις. Μπορεί να σε σκοτώσει ο διακινητής, μπορεί να σε πνίξει η θάλασσα. Είναι ένα ταξίδι με ρίσκο. Κι είναι μία πραγματικότητα την οποία αντιμετωπίσαμε.

»Οι στιγμές που μας καθήλωσαν, όμως, ήταν κατά την εμπειρία μας στη Μόρια. Εκεί δεν ήταν το μαχαίρι του διακινητή ο κίνδυνος. Εκεί ο θάνατος ήταν πιο αργός. Ο φόβος που νιώθαμε ήταν πολύ χειρότερος από αυτόν που νιώθαμε στη θάλασσα. Το βράδυ πέφταμε για ύπνο με τη σκέψη ότι θα ξυπνήσουμε το πρωί από φωτιά στη σκηνή. Το είδα με τα μάτια μου.

»Ένα βράδυ ξύπνησα από τις φωνές. Η διπλανή σκηνή είχε πάρει φωτιά. Εκεί ζούσε μία οικογένεια με μικρά παιδιά. Είδα παιδιά να έχουν πάρει φωτιά. Σηκώθηκα αμέσως για να μαζέψω και να διπλώσω τη σκηνή μου μην πιάσει και τον παραδίπλα. Από τότε κάθε φορά που έπεφτα για ύπνο σκεφτόμουν ότι το επόμενο πρωινό μπορεί και να μην ξυπνήσω. Αυτό το αίσθημα είχα συνέχεια στη Μόρια…

»Εκεί έμεινα για 10 μήνες. Εγώ ταξίδεψα μόνος. Η Ζάχρα και ο γιος μας, ο Αχούρα, ταξίδεψαν μετά από εμένα. Όλοι μαζί στη Μόρια μείναμε για έναν μήνα και μετά για πέντε μήνες στο Καρά Τεπέ.»

Ζάχρα: «Στο Καρά Τεπέ είχαμε ασφάλεια. Εκεί τα προβλήματα ήταν άλλα. Δεν είχαμε ηλεκτροδότηση, υπήρχε ακραία υγρασία και γενικότερα, όταν έκανε κρύο ή ζέστη, αυτό το ζούσαμε στον υπέρτατο βαθμό. Έπειτα ήρθαμε στη Μαλακάσα και στην Αθήνα.

»Στη δομή της Μαλακάσας μείναμε για τρεις μήνες. Εκεί ήταν συγκριτικά καλύτερα. Το να έχεις δικό σου μπάνιο, δική σου τουαλέτα, ζεστό νερό, ρεύμα για να μπορέσεις να μαγειρέψεις, είναι μια πολυτέλεια που σε κάνει να χαμογελάς. Όμως, εκεί δεν υπήρχε ασφάλεια. Όποιος ήθελε έμπαινε κι όποιος ήθελε έβγαινε.

»Κάποια στιγμή έπιασε φωτιά σε ένα κοντέινερ. Η πυροσβεστική ήρθε, αλλά παρέμεινε απ’ έξω από τη δομή. Και πιάσαμε εμείς τους κουβάδες να τη σβήσουμε…

»Το άλλο πρόβλημα ήταν η διαχείριση του camp. Δεν υπήρχε κανείς. Οι άνθρωποι ήμασταν μόνοι μας. Υπήρχαν Άραβες, Ιρανοί, Αφγανοί που δεν καταλάβαιναν ο ένας τον άλλο. Και είναι λογικό. Τόσοι διαφορετικοί πολιτισμοί και λαοί. Αυτή η συνθήκη δημιουργούσε εντάσεις μεταξύ των ανθρώπων. Και οι εντάσεις μάς προξενούσαν μεγάλη ανασφάλεια.»

Η πρωτότυπη ασχολία

Η Ζάχρα και ο Αλί φτιάχνουν τσάντες, θήκες τηλεφώνου και διάφορα άλλα πράγματα χρησιμοποιώντας για υλικό σωσίβιες λέμβους από τη Λέσβο. Παραδέχονται ότι αυτή η ασχολία λειτουργεί αγχολυτικά για εκείνους.

Ζάχρα: «Το επάγγελμα του Αλί πίσω στο Ιράν ήταν ηλεκτρολόγος. Εγώ έχω τελειώσει ψυχολογία. Είχαμε αυτήν την ιδέα. Να ασχολούμαστε με κάτι που μας αποφορτίζει. Το ύφασμα το παίρνουμε από τις σωσίβιες λέμβους στα νησιά. Φτιάχνουμε σακίδια, θήκες τηλεφώνων, αξιοποιούμε όπως μπορούμε το υλικό που προμηθευόμαστε. Είναι κρίμα όλο αυτό το πλαστικό να μείνει στη θάλασσα.

»Όταν δουλεύουμε πάνω σε αυτά τα αντικείμενα (σ.σ. σωσίβιες λέμβοι), τότε φέρνω στο μυαλό μου τις εικόνες από το ταξίδι. Είναι χαραγμένο μέσα μας. Προσπαθούμε να κρατήσουμε κάτι θετικό από όλο αυτό. Αυτό το υλικό που δουλεύουμε σήμερα, κάποτε μας έσωσε. Και σήμερα βγάζουμε κάτι θετικό από όλη αυτήν την ιστορία. »

Μακριά από ένα καθεστώς καταπίεσης

Η οικογένεια σήμερα ζει ήσυχα στην πόλη. Η Ζάχρα έχει απομακρύνει τη μαντήλα από τη στιγμή που άφησε την πατρίδα της. Όπως λένε και οι δύο, προσπαθούν να χτίσουν προοπτική για την οικογένειά τους μακριά από ένα καταπιεστικό καθεστώς.

Αλί: «Στο Ιράν δεν υπάρχει ο πόλεμος που υπάρχει στη Συρία ή στο Αφγανιστάν. Αλλά κάθε μέρα εκεί μοιάζει σαν αγώνας για επιβίωση. Ο κόσμος είναι μόνιμα σε ένταση με το κράτος και τους αυταρχικούς νόμους.

»Το κράτος λειτουργεί με αφόρητη καταπίεση. Το κράτος αποφασίζει τι θα φορέσεις, τι θα πιστεύεις και τι θα σκεφτείς. Εάν η οικογένεια έχει ασπαστεί τη θρησκεία, εσύ δεν έχεις άλλη επιλογή. Εάν ένας άνθρωπος απαρνηθεί τη θρησκεία, τότε η ποινή από το Ιράν είναι θάνατος.»

Ζάχρα: «Σήμερα ζούμε λίγο μακριά από το κέντρο, αλλά η γειτονιά είναι πολύ φιλική. Το παιδί μας έχει γραφτεί στην Α’ Δημοτικού μαζί με τα υπόλοιπα παιδιά της περιοχής. Οι δάσκαλοί του το φροντίζουν, είναι κοντά του και το μαθαίνουν. Όλοι είναι Έλληνες στην τάξη. Εκτός από τον Αχούρα που είναι φαρσόφωνος και ένα παιδί που είναι αραβόφωνο (σ.σ. ο μικρός κοκκινίζει αντιλαμβανόμενος πως μιλάμε για εκείνον) .

»Ο Αχούρα κάθεται με τις ώρες και μαθαίνει ελληνικά τραγούδια και μετά τα τραγουδάει σπίτι. Τα Χριστούγεννα, μάλιστα, συμμετείχε και στη θεατρική ομάδα της τάξης του. Όταν ο μικρός είναι σχολείο, εμείς πηγαίνουμε για μαθήματα ελληνικών. Το μεσημέρι, όμως, θα είμαστε στο σχολείο για να τον πάρουμε και να πάμε σπίτι.»

Αλί: «Μου λείπει η πόλη μου, η πατρίδα μου. Αλλά δεν μπορώ να επιστρέψω ποτέ όσο είναι αυτή η κυβέρνηση εκεί. Μακάρι να επιστρέψω κάποτε στην πατρίδα μου και να ζήσω εκεί ελεύθερος. Αυτό είναι το όνειρό μου.

»Εδώ έχουμε ελευθερία. Εγώ πιστεύω ό,τι θέλω, η γυναίκα μου δεν υποχρεώνεται σε τίποτα, φοράει ό,τι θέλει, ζούμε όπως θέλουμε. Αλλά δεν έχουμε βρει τη θέση μας σε αυτήν την κοινωνία. Δεν έχουμε, ακόμη, κάποια δουλειά και εάν δεν είχαμε το σπίτι θα ήμασταν στο δρόμο. Ακόμα δεν νιώθουμε σίγουροι.

»Το παιδί μου δεν θα μεγαλώσει σε ένα περιβάλλον όπου θα του επιβάλουν έναν τρόπο ζωής. Το παιδί μου θα ζήσει ελεύθερα. Θα σκέφτεται ελεύθερα. Αυτή είναι η μεγάλη μου χαρά.»

ΥΓ.: Ο Αλί δεν εμφανίζεται στη φωτογραφία για λόγους προστασίας της ιδιωτικότητας του

Πηγή:http://www.efsyn.gr

67

ΚΑΝΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Γράψτε μια απάντηση