«Από τους μεγαλύτερους Αφρικανούς συγγραφείς και κανείς δεν τον είχε προσέξει»

«Από τους μεγαλύτερους Αφρικανούς συγγραφείς και κανείς δεν τον είχε προσέξει»

ΝΟΜΠΕΛ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ – Τον 73χρονο μυθιστοριογράφο Αμπντουλραζάκ Γκούρνα τον είχαν τουλάχιστον προσέξει μερικοί από τους εγκυρότερους λογοτεχνικούς θεσμούς βραβείων και βέβαια τον πρόσεξε η Σουηδική Ακαδημία ανακηρύσσοντάς τον ως τον πρώτο νομπελίστα Λογοτεχνίας με καταγωγή από τη Ζανζιβάρη. Δεν κυκλοφορούν έργα του μεταφρασμένα στα ελληνικά.

Ένας συγγραφέας που έχει ζήσει τον εκτοπισμό και την προσφυγιά, ο 73χρονος Αμπντουλραζάκ Γκούρνα (Abdulrazak Gurnah) από τη Ζανζιβάρη, ο οποίος ζει στην Αγγλία, είναι από χθες ο κάτοχος του φετινού βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας. Με μια επιλογή που εκφράζει την εποχή μας η Σουηδική Ακαδημία τίμησε τον άγνωστο στο ευρύ κοινό Γκούρνα «για την ασυμβίβαστη και με ενσυναίσθηση γραφή του σχετικά με τις επιπτώσεις της αποικιοκρατίας και τη μοίρα του πρόσφυγα μεταξύ πολιτισμών και ηπείρων». Είναι ασφαλώς ο πρώτος συγγραφέας από τη Ζανζιβάρη που παίρνει το Νόμπελ Λογοτεχνίας, αλλά και ο πρώτος μαύρος Αφρικανός συγγραφέας μετά τον Ουόλε Σογίνκα το 1986 όπως και ο πρώτος μαύρος συγγραφέας μετά την Τόνι Μόρισον το 1993.

Ο Αμπντουλραζάκ Γκούρνα γεννήθηκε το 1948 και πέρασε τα παιδικά του χρόνια στη Ζανζιβάρη, ενώ κατά την επανάσταση του 1964, όταν πολίτες αραβικής καταγωγής εκδιώχτηκαν, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα. Μόλις 21χρονος πρόσφυγας στη Βρετανία, επέλεξε να γράφει στα αγγλικά, αν και η σουαχίλι ήταν η μητρική του γλώσσα. Από το πρώτο του μυθιστόρημα «Memory of Departure», που δημοσιεύτηκε το 1987 και αναφέρεται σε μια αποτυχημένη εξέγερση, μέχρι το πιο πρόσφατο με τίτλο «Afterlives», τα έργα του «ξεφεύγουν από στερεότυπες περιγραφές και ανοίγουν το βλέμμα μας σε μια πολιτιστικά διαφοροποιημένη Ανατολική Αφρική, άγνωστη σε πολλούς σε άλλα μέρη του κόσμου».

Καθηγητής Αγγλικής και Μεταποικιακής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο του Κεντ, μέχρι την πρόσφατη συνταξιοδότησή του, ο Γκούρνα βρισκόταν χθες το πρωί στην κουζίνα του σπιτιού στο Μπράιτον, όταν πληροφορήθηκε για τη βράβευσή του και βρέθηκε μπροστά σε μια μεγάλη έκπληξη. «Νόμιζα ότι ήταν φάρσα» ήταν η πρώτη του δήλωση. «Αυτά τα πράγματα συνήθως κυκλοφορούν εβδομάδες πριν, μερικές φορές και μήνες πριν, σχετικά με τα φαβορί, οπότε το Νόμπελ δεν ήταν καθόλου στο μυαλό μου. Απλώς σκεφτόμουν, αναρωτιόμουν ποιος θα το πάρει».

Ο νέος νομπελίστας είναι αμετάφραστος στην Ελλάδα. Στη Βρετανία η επί χρόνια εκδότριά του Αλεξάντρα Πρινγκλ του οίκου Bloomsbury δήλωσε στην «Guardian» ότι η νίκη του Αμπντουλραζάκ Γκούρνα είναι «η πιο άξια» για έναν συγγραφέα που δεν έχει λάβει τη δέουσα αναγνώριση. «Είναι ένας από τους μεγαλύτερους εν ζωή Αφρικανούς συγγραφείς και κανείς δεν τον είχε προσέξει κι αυτό με σκότωνε. Σε ένα podcast την περασμένη εβδομάδα είπα ότι ήταν από τους ανθρώπους που αγνοήθηκαν… Και τώρα συνέβη αυτό!».

Η ίδια τον θεωρεί εξίσου σημαντικό με τον Νιγηριανό Τσινούα Ατσέμπε. «Η γραφή του Γκούρνα είναι ιδιαίτερα όμορφη και σοβαρή και επίσης χιουμοριστική και ευγενική και ευαίσθητη». Τονίζει επίσης ότι πάντα γράφει για τον εκτοπισμό, «αλλά με τους πιο όμορφους και υποβλητικούς τρόπους για το τι είναι αυτό που ξεριζώνει τους ανθρώπους και τους διασπείρει σε όλες τις ηπείρους. Δεν είναι πάντα η αναζήτηση ασύλου, μπορεί να είναι τόσοι άλλοι λόγοι, όπως το εμπόριο, η εκπαίδευση, μπορεί να είναι η αγάπη. Στο πρώτο μυθιστόρημά του στον Bloomsbury με τίτλο «By the sea» υπάρχει η εικόνα ενός άντρα στο αεροδρόμιο του Χίθροου που κρατάει ένα σκαλιστό κουτί θυμιάματος, το μόνο που έχει. Φτάνει και λέει μια λέξη και αυτή είναι «άσυλο»».

AP Photo/Alberto Pezzali

Το συγκεκριμένο μυθιστόρημα κυκλοφόρησε το 2001 και βρέθηκε στη μακρά λίστα για το Booker και στη λίστα του βραβείου λογοτεχνίας των «Los Angeles Times». Στα πιο διάσημα έργα του συγκαταλέγονται ακόμα το «Paradise» (1994), που ήταν στη βραχεία λίστα τόσο του Booker όσο και του βραβείου Whitbread, καθώς και το «Desertion» (2005). Στο «Afterlives» πάλι, που κυκλοφόρησε πέρσι, αφηγείται την ιστορία του Ilya, τον οποίο τα γερμανικά αποικιακά στρατεύματα άρπαξαν από τους γονείς του όταν ήταν παιδί, ενώ επιστρέφει στο χωριό του μετά από χρόνια για να πολεμήσει εναντίον του λαού του.

Ο νικητής του Νόμπελ Λογοτεχνίας επιλέγεται από τα 18 μέλη της Σουηδικής Ακαδημίας και το βραβείο συνοδεύεται από 10 εκατομμύρια σουηδικές κορόνες (985.000 ευρώ). Φέτος την επιλογή καθόρισε, σύμφωνα με την Έλεν Μάτσον της Σουηδικής Ακαδημίας, η «λογοτεχνική αξία. Αυτό είναι το μόνο που μετράει». Τα προηγούμενα χρόνια είδαμε να βραβεύονται από τον Μπομπ Ντίλαν, που «δημιούργησε νέες ποιητικές εκφράσεις στο πλαίσιο της μεγάλης αμερικανικής παράδοσης τραγουδιού», μέχρι τον Καζούο Ισιγκούρο «ο οποίος, σε μυθιστορήματα μεγάλης συναισθηματικής δύναμης, αποκάλυψε την άβυσσο κάτω από την απατηλή αίσθηση της σύνδεσής μας με τον κόσμο». Ο θεσμός το 2018 κλονίστηκε από ένα πρωτοφανές σκάνδαλο συγκάλυψης σεξουαλικών παρενοχλήσεων. Το περσινό βραβείο πήγε στην Αμερικανίδα ποιήτρια Λουίζ Γκλικ, μια αδιαμφισβήτητη επιλογή μετά τον σάλο που προκάλεσε η βράβευση του Αυστριακού συγγραφέα Πέτερ Χάντκε το 2019, ο οποίος είχε αρνηθεί τη Σφαγή στη Σρεμπρένιτσα και παραβρέθηκε στην κηδεία του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς.

Στα φετινά «στοιχήματα» πάντως έπαιξαν μεταξύ άλλων τα ονόματα της Γαλλίδας Ανί Ερνό, της Καναδής Αν Κάρσον, της Ρωσίδας Λουντμίλα Ουλίτσκαγια, αλλά και της Μαρίζ Κοντέ από τη Γουαδελούπη και του Νγκούγκι γουά Θιόνγκο από την Κένυα. Και ασφαλώς του «αιώνιου υποψήφιου» Χαρούκι Μουρακάμι…

Πηγή: https://www.efsyn.gr

17

ΚΑΝΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Γράψτε μια απάντηση