Πρόκειται για μεταφορά της γαλλικής λέξης «Imperialisme», της οποίας η ακριβής μετάφραση είναι «Επεκτατισμός». Η ρίζα της λέξης βρίσκεται στη λατινική λέξη «Imperium», που μεταφράζεται ως «Αυτοκρατορία», ενώ το «Imperare» σημαίνει «Διατάσσω, Επιτάσσω». Ο όρος χρησιμοποιείται για να δηλώσει την πολιτική επέκτασης και ελέγχου της εξουσίας κατά τρίτων, διαμέσου εδαφικής κατάκτησης ή/και έμμεσου ή άμεσου ελέγχου της πολιτικής η/και οικονομικής εξουσίας.
Η καλύτερη περιγραφή του όρου πραγματοποιείται στο έργο του Β.Ι. Λένιν, «Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», όπου υποστηρίζεται πως ο καπιταλισμός στις αρχές του 20ου αι. μετέβη σε ένα νέο στάδιο, μέσω του πρώτου παγκοσμίου πολέμου (1914-1918) τον οποίο χαρακτηρίζει ως «κατακτητικό, αρπακτικό και ληστρικό», ήτοι ιμπεριαλιστικό. Εξηγεί πως ο ιμπεριαλισμός «γεννήθηκε σαν παραπέρα ανάπτυξη και άμεση συνέχιση των βασικών ιδιοτήτων του καπιταλισμού γενικά», αλλά ο τελευταίος, «έγινε κεφαλαιοκρατικός ιμπεριαλισμός μόνο σε ορισμένη, πολύ υψηλή βαθμίδα της ανάπτυξής του», κατά την οποία ο ελεύθερος συναγωνισμός (βασική ιδιότητα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής) εκτοπίστηκε από τα μονοπώλια. Επομένως, ο ιμπεριαλισμός είναι «το μονοπωλιακό στάδιο του καπιταλισμού» καθώς, όπως συνέβη επί παραδείγματι στις αρχές του 20ου αι., ο καπιταλισμός μετέβη «από την κατάκτηση των εδαφών στο μοίρασμα του κόσμου, στο μοίρασμα και το ξαναμοίρασμα των αποικιών, των «σφαιρών επιρροής» του χρηματιστικού κεφαλαίου κτλ.».
Ιμπεριαλισμός (ο)
80