Το καλοκαίρι του 1944 οι εργατογειτονιές της Αθήνας και του Πειραιά πλημμύρισαν με αίμα. Τα «μπλόκα» -εκκαθαριστικές επιχειρήσεις μέσα στον ιστό της πόλης είχαν αποτέλεσμα εκατοντάδες δολοφονημένους και εκτελεσμένους και χιλιάδες συλληφθέντες που οδηγήθηκαν στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου και πολλοί σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας στην Γερμανία.
Η αιματοχυσία δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιας «άλογης βίας» που πυροδότησαν τα «πολιτικά πάθη». Ήταν το αποτέλεσμα μιας συνειδητής και οργανωμένης επιλογής δυο δυνάμεων: των ναζιστικών αρχών Κατοχής και της δωσιλογικής κυβέρνησης του Ι. Ράλλη, που είχε την έμμεση και άμεση στήριξη από την άρχουσα τάξη.
Ο Ιάσονας Χανδρινός περιγράφει πως: «Στο «τεχνικό» μέρος, τα μπλόκα διενεργούνταν βάσει πληροφοριών, που συνέλεγε κυρίως η Ειδική Ασφάλεια με την απαγωγή κατοίκων και την απόσπαση πληροφοριών μετά από βασανιστήρια ή την άντληση πληροφοριών από «ειδικούς συνεργάτες». Η επιχείρηση ξεκινούσε νωρίς το πρωί, ώστε να μην έχουν προλάβει να ξυπνήσουν οι κάτοικοι. Φορτηγά αυτοκίνητα με Γερμανούς στρατιώτες, αλλά κυρίως άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας, απέκλειαν την συνοικία σχηματίζοντας μια περίμετρο, ώστε κανείς να μην καταφέρει να διαφύγει από το «μπλόκο». Μόλις ξημέρωνε, ένας αξιωματικός καλούσε με τηλεβόα όλους τους άνδρες ηλικίας άνω των 14 ή 16 ετών να παρουσιαστούν στην κεντρική πλατεία ή άλλο κεντρικό χώρο της συνοικίας, με την απειλή ότι όσοι συλλαμβάνονταν να κρύβονται θα εκτελούνταν επιτόπου». (Εργατική Αλληλεγγύη, νο 1138).
Το υπόβαθρο
Η κυβέρνηση Ράλλη είχε συγκροτηθεί τον Απρίλη του 1943 και ήταν η τρίτη δωσιλογική κυβέρνηση (η πρώτη του Τσολάκογλου, η δεύτερη του Λογοθετόπουλου). Σχηματίστηκε μετά από την κορυφαία στιγμή της Αντίστασης και μια από τις σημαντικότερες της ταξικής πάλης στην ιστορία του εργατικού κινήματος. Την Γενική Απεργία του Μάρτη του 1943. Η Γενική Απεργία ήταν το αποκορύφωμα των μαχών που έδινε το εργατικό κίνημα από την άνοιξη του 1942.
Το εργατικό κίνημα ακύρωσε την απόφαση του Γερμανού Στρατιωτικού Διοικητή για «πολιτική επιστράτευση» όλων των ανδρών ηλικίας 16-60 χρονών. Με βάση αυτή την απόφαση ο καθένας θα μπορούσε να σταλεί να «δουλεύει» όπου ήθελαν οι ναζί: από τα εργοστάσια και τα έργα υποδομής των ελλήνων βιομηχάνων και εργολάβων μέχρι τα εργοστάσια της ναζιστικής Γερμανίας.
Ο όρος που έβαλε ο Ράλλης για να αναλάβει την πρωθυπουργία ήταν η συγκρότηση ένοπλης δύναμης που θα έλεγχε. Σύντομα αυτή η δύναμη, τα «ευζωνικά» τάγματα, θα γίνονταν τα μισητά Τάγματα Ασφαλείας που θα αιματοκυλούσαν ολόκληρες περιοχές από την Πελοπόννησο μέχρι τη Μακεδονία.
Σ’ ένα διάγγελμά του με ημερομηνία 5 Μάη 1944 έλεγε: «Υπενθυμίζω εις υμάς ότι αι Δυνάμεις του Άξονος, καίτοι έχουσαι να αντιμετωπίσουν όλας τας συνεπείας και τας βαρείας υποχρεώσεις του πρωτοφανούς εις έκτασιν πολέμου επέδειξαν εις πάσαν ευκαιρίαν την προς τον ελληνικόν λαόν συμπάθειάν των».
Όργιο Τρόμου
Έριξε αυτές τις μονάδες που τις αποτελούσαν κάθε καρυδιάς καρύδι από τον υπόκοσμο μέχρι «έντιμους έλληνες αξιωματικούς», παρέα με τις συμμορίες της Ειδικής Ασφάλειας και το «Μηχανοκίνητο» της Αστυνομίας Πόλεων για να διαλύσουν τα δίκτυα του ΕΛΑΣ, ΕΑΜ και ΚΚΕ με ένα όργιο δολοφονιών και τρόμου. Η τιμωρία των γειτονιών που είχαν γίνει κέντρα της Αντίστασης, στην ουσία ελέγχονταν από τον ΕΛΑΣ, ήταν το επόμενο βήμα.
Η πρόβα τζενεράλε των Ταγμάτων δεν έγινε σε κάποια γειτονιά, αλλά στα νοσοκομεία αναπήρων πολέμου τον Νοέμβρη του ’43. Όπως αναφέρει ο Ιάσονας Χανδρινός: «Η πρώτη επιχείρηση των «γερμανοτσολιάδων» και παράλληλα η πρώτη εμπειρία «μπλόκου» ήταν η επιδρομή στα στρατιωτικά νοσοκομεία των Αθηνών (30 Νοεμβρίου 1943), όπου συνελήφθησαν περισσότεροι από 1.000 ανάπηροι του αλβανικού μετώπου (οι ανάπηροι στελέχωναν μια από τις δυναμικότερες οργανώσεις του ΕΑΜ) και τους οδήγησαν στο κτίριο του Ορφανοτροφείου Χατζηκώστα, επί της οδού Πειραιώς, το οποίο είχε μετατραπεί σε φυλακή υπό τη διοίκηση της Χωροφυλακής. Οι κρατούμενοι αυτοί αποτέλεσαν την πρώτη δεξαμενή από την οποία οι δυνάμεις κατοχής αντλούσαν άτομα για τις εκτελέσεις που διενεργούσαν στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής και άλλες τοποθεσίες σε αντίποινα για διάφορες αντιστασιακές ενέργειες».
Το πρώτο μπλόκο
Τον Μάρτη του 1944 έγινε το πρώτο μπλόκο σε γειτονιά, στην Καλογρέζα της Ν. Ιωνίας. Ο στόχος δεν επιλέχτηκε τυχαία. Η «προϊστορία» πήγαινε μερικούς μήνες πίσω.
Τον Αύγουστο του 1943 ένα ακόμα απεργιακό κύμα αγκάλιασε την πρωτεύουσα. Γίνονται συγκρούσεις έξω από το υπουργείο Επισιτισμού. Και η απεργία των τροχιοδρομικών (τραμ) συνοδεύεται από ένα σαμποτάζ –την πυρπόληση 93 βαγονιών τους στο αμαξοστάσιο της Καλλιθέας. Οι ναζί συλλαμβάνουν 50 απεργούς (τελικά εκτελέστηκαν οι τρεις). Και κάπου εδώ μπαίνει στην ιστορία η Ν. Ιωνία και η Καλογρέζα.
Λίγες μέρες μετά τη σύλληψη των πενήντα, οι εργάτες στη Ν. Ιωνία και την Καλογρέζα κατέβηκαν σε απεργία διαμαρτυρίας και συμπαράστασης. Την 1 Σεπτέμβρη πάνω από χίλιοι συγκεντρώθηκαν στο σιδηροδρομικό σταθμό της γραμμής που ένωνε το Ν. Ηράκλειο με τα λιγνιτωρυχεία, για να διαδηλώσουν. Μπροστά τους βρήκαν ένα απόσπασμα Χωροφυλακής με επικεφαλής τον ταγματάρχη Αλεξόπουλο. Το απόσπασμα άνοιξε πυρ, δολοφονώντας τρεις εργάτες, λιγνιτωρύχους από την Καλογρέζα.
Στις 27 Σεπτέμβρη ήρθε η απάντηση. Καθώς ο Αλεξόπουλος περνούσε από τη γέφυρα της Ν. Ιωνίας, βρέθηκε μπροστά σε μια ομάδα αγνώστων που τράβηξαν τα περίστροφά τους και τον άφησαν στον τόπο. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Λ. Βουτσά (στελέχους του ΚΚΕ και μετά του ΚΚΕ εσωτ.) την εκτέλεση την έφεραν σε πέρας εργάτες από το εργοστάσιο της ΒΙΟ στη Ν. Ιωνία, ένα προπύργιο του Εργατικού ΕΑΜ που στην ουσία τελούσε υπό τη διεύθυνση της εργοστασιακής επιτροπής του.
Δυο μέρες μετά, ο Ταβουλάρης, ο υπουργός Εσωτερικών της κυβέρνησης των δωσιλόγων εξέδιδε την εξής διαταγή προς τα «Σώματα Ασφαλείας»:
«Ουδέποτε η χώρα μας ευρέθη προ κινδύνου τόσον σοβαρού όσον ο απειλών την πλήρην καταστροφήν του τόπου διά της θρασείας δράσεως των κομμουνιστικών και ποικιλώνυμων οργανώσεων, τας οποίας διευθύνουν… Εντέλλομαι όπως τα όργανα της Χωροφυλακής και της Αστυνομίας Πόλεων επέμβουν με ζωηροτέραν ενεργητικότητα διά να πατάξουν αμειλίκτως τους θρασείς εχθρούς του Ελληνικού Λαού… Και αδιστάκτως επίσης να κάμνουν χρήσιν των όπλων τους εις στιγμήν καθ’ ην αι περιστάσεις το επιβάλλουν».
Στις 15 Μάρτη η Καλογρέζα περικυκλώθηκε κι ο κόσμος συγκεντρώθηκε στην πλατεία της Ζωοδόχου Πηγής. Το μπλόκο επέβλεπαν όλα τα μεγάλα κεφάλια: ο Πλυτζανόπουλος, ο διοικητής των «τσολιάδων», ο Λάμπου της Ειδικής, ο στρατηγός Γκίνος, αρχηγός της Χωροφυλακής. Εκεί ήταν κι ο συνταγματάρχης εν αποστρατεία Γ. Μωραΐτης, επισήμως επικεφαλής του ΕΔΕΣ στη Ν. Ιωνία και ανεπισήμως πληροφοριοδότης της Ασφάλειας. Μεταπολεμικά θα γινόταν και δήμαρχος ως επιβράβευση του «εθνικού έργου».
Οι «τσολιάδες» του Πλυτζανόπουλου συλλαμβάνανε αγωνιστές με βάση ονομαστικούς καταλόγους που τους είχαν προμηθεύσει οι «συνάδελφοι» της Ειδικής Ασφάλειας και οι χαφιέδες τους. Τους οδηγούσαν στο αστυνομικό τμήμα, τους ξυλοφόρτωναν και μετά διάλεγαν ποιους θα δολοφονήσουν σε ένα διπλανό ρέμα. Εκτελέστηκαν 22 ντόπιοι εργάτες και 1 Ιταλός αντιφασίστας. Εξήντα ακόμα στάλθηκαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Χαϊδάρι.
Ανώγεια
«…Επειδή η πόλις των Ανωγείων είναι κέντρον της αγγλικής κατασκοπίας εν Κρήτη και επειδή οι Ανωγειανοί εξετέλεσαν το φόνο του λοχία φρουράρχου Γενί-Γκαβέ και της υπ’ αυτόν φρουράς και επειδή οι Ανωγειανοί εξετέλεσαν το σαμποτάζ της Δαμάστας, επειδή εις Ανώγεια ευρίσκουν άσυλον και προστασίαν οι αντάρται των διαφόρων ομάδων αντιστάσεως και επειδή εκ των Ανωγείων διήλθον και οι απαγωγείς με τον στρατηγόν Φον Κράιπε χρησιμοποιήσαντες ως σταθμόν διακομιδής τα Ανώγεια, διατάσσομεν την ΙΣΟΠΕΔΩΣΙΝ τούτων και την εκτέλεσιν παντός άρρενος Ανωγειανού όστις ήθελεν ευρεθεί εντός του χωρίου και πέριξ αυτού εις απόστασιν ενός χιλιομέτρου». Ο Στρατηγός Διοικητής Φρουρίου Κρήτης X. Μίλλερ, Χανιά 13-8-44.
Με αυτή τη διαταγή του Μίλλερ, του ίδιου που διέταξε τη σφαγή στη Βιάννο, οι ναζί πρόσθεσαν τα Ανώγεια στο κατάλογο με τα χωριά που μαρτύρισαν υπό την κατοχή τους.
Λίγες μέρες πριν, έντεκα Ελασίτες συλλαμβάνουν και εξουδετερώνουν τον φρούραρχο Γενί Γκαβέ κι άλλους 8 ναζί. Την επόμενη μέρα έγινε τo σαμποτάζ της Δαμάστας, από μέλη της αντάρτικης ομάδας Ε.Α.Ο. «O ΨΗΛΟΡΕΙΤΗΣ». Ακολούθησε η ισοπέδωση του χωριού Δαμάστα και η εκτέλεση των αντρών που πιάστηκαν σ’ αυτό. Μετά την έκδοση της διαταγής του Μίλλερ, Γερμανοί στρατιώτες περικυκλώνουν τα Ανώγεια κι αρχίζουν τις εκτελέσεις και τις λεηλασίες. Μεγάλο μέρος των αντρών και των αγοριών κατέφυγαν στα λημέρια των ανταρτών και στις δυσπρόσιτες χαράδρες και σπηλιές του Ψηλορείτη, ενώ μεγάλο κομμάτι του άμαχου πληθυσμού βρήκε καταφύγιο στα γύρω χωριά όπου κατάφερε να επιβιώσει χάρις στην έμπρακτη αλληλεγγύη των κατοίκων τους, οι οποίοι φιλοξένησαν κάτω από εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες ολόκληρες οικογένειες ακόμα και για χρόνια.
Καλλιθέα, Παλαιά Σφαγεία
Τη Δευτέρα 28 Αυγούστου του 1944 οι χιτλερικοί έκαναν το μεγάλο μπλόκο της Καλλιθέας. Περικυκλώνοντας όλη την περιοχή από την Γέφυρα της Συγγρού μέχρι τις γραμμές του Ηλεκτρικού, ο κατοχικός στρατός με τη συνεργασία των ταγμάτων ασφαλείας φωνάζει από τα χωνιά να συγκεντρωθούν όλοι οι άνδρες από 15 ετών και πάνω στο γήπεδο της Καλλιθέας.
Στο γήπεδο ένας κουκουλοφόρος έδειχνε όποιον γνώριζε ότι ήταν στο ΕΑΜ ή στην ΕΠΟΝ.
Η απειλή για όποιον έμενε στο σπίτι του ήταν άμεση εκτέλεση. Συνολικά εκτέλεσαν 30 ανθρώπους, 22 στο γήπεδο και οκτώ στους δρόμους. Δεν σταμάτησαν εκεί. Την ίδια μέρα οι Γερμανοί έκαψαν και λεηλάτησαν σαράντα σπίτια στην προσφυγογειτονιά Παλαιά Σφαγεία κάτω από του Φιλοπάππου (το σημερινό Κουκάκι). Εκεί άλλοι 16 άφησαν την τελευταία τους πνοή από τις σφαίρες των χιτλερικών και των συνεργατών τους.
Δουργούτι, Κατσιπόδι, Φάρος
Νωρίς το πρωί της 9ης Αυγούστου του 1944, Γερμανοί στρατιώτες κυκλώνουν τις εργατογειτονιές του Δουργουτίου (ο σημερινός Νέος Κόσμος), το Κατσιπόδι (η σημερινή Δάφνη) και του Φάρου (στην περιοχή της Νέας Σμύρνης).
Οι ναζί κάλεσαν με χωνιά τους άνδρες έως 60 ετών να συγκεντρωθούν στην πλατεία του Φάρου, έξω από την αρμένικη εκκλησία του Αγίου Γεωργίου και έξω από το εργοστάσιο του Καίσαρη στη Λεωφόρο Συγγρού. Πάνω από 1.200 άντρες συγκεντρώθηκαν. Οι Ναζί δεν ήταν μόνοι τους. Είχαν μαζί τους χρυσαυγίτες της εποχής, τους Έλληνες συνεργάτες τους από τα τάγματα ασφαλείας.
Πλιάτσικο
Εκτελέστηκαν 120 όμηροι, ενώ 600 μεταφέρθηκαν στα στρατόπεδα της Γερμανίας, μία βδομάδα μετά στις 16 Αυγούστου. Εκτός από τις εκτελέσεις οι Γερμανοί και οι συνεργάτες τους έκαψαν τη συνοικία Αρμένικα και το Δουργούτι, επιδιδόμενοι σε πλιάτσικο. Το ίδιο απόγευμα πλήρωσαν και αυτοί το τίμημα από τον ΕΛΑΣ που τους χτύπησε στην περιοχή του ΦΙΞ και τους προξένησε απώλειες τουλάχιστον 30 νεκρών.
Στην ίδια περιοχή βασανίστηκαν αρκετοί όμηροι από τον διοικητή του στρατοπέδου στου Γουδή, ταγματάρχη Βρασίδα Παπαγιανόπουλο. Στο Φάρο εκτελέστηκαν 114 αγωνιστές. Πριν εκτελεστούν βασανίστηκαν για να καταδώσουν τους συμμετέχοντες σε αντιστασιακές οργανώσεις. Δεν μίλησαν. Την ίδια μέρα 50 αγωνιστές εκτελέστηκαν στην Μάνδρα Αττικής.
Κοκκινιά
Το πιο γνωστό από τα μπλόκα της κατοχής είναι αυτό της Κοκκινιάς. Η ιστορία του μεταφέρθηκε το 1964 και στον κινηματογράφο από τον Άδωνι Κύρου («Το Μπλόκο”).
Τα ξημερώματα της 17ης Αυγούστου 3.000 βαριά οπλισμένοι γερμανοί στρατιώτες και ντόπιοι ταγματασφαλίτες εισβάλλουν στην Κοκκινιά. Συγκεντρώνουν όλο τον ανδρικό πληθυσμό ηλικίας από 14 – 60 ετών, 25.000 άντρες συνολικά, στην πλατεία Οσίας Ξένης. Για ώρες κάτω από τον καυτό ήλιο, κουκουλοφόροι ρουφιάνοι διάλεγαν αγωνιστές από το πλήθος και με βασανιστήρια μεταφέρονταν στη μάντρα του παλιού ταπητουργείου της Oriental Carpet όπου κι εκτελούνταν. 74 αγωνιστές εκτελέστηκαν εκείνη την ημέρα στη Μάντρα του Μπλόκου. Χαρακτηριστικό της κτηνωδίας ήταν ότι οι ναζί δίνουν εντολή στους ντόπιους ρουφιάνους με τις κουκούλες να λεηλατήσουν τα πτώματα των πεσόντων. Οι ρουφιάνοι πέφτουν μετά μανίας πάνω στα πτώματα αδειάζουν τις τσέπες και παίρνουν ό,τι πολύτιμο έχουν. Χωρίς δισταγμό οι ναζί ανοίγουν πυρ κι εκτελούν αρκετούς από τους δωσίλογους.
Ταυτόχρονα οι ναζί πραγματοποιούσαν έρευνες στα σπίτια κι εκτελούσαν επι τόπου όποιον άντρα έβρισκαν μέσα. Την ώρα των ομαδικών εκτελέσεων μια ομάδα ανταρτών κρύβονται στο βόρειο τμήμα της πόλης σε σπίτια συναγωνιστών τους. Γερμανικά καμιόνια ζώνουν την περιοχή και αρχίζουν να καίνε τα σπίτια. Από τα 90 σπίτια της περιοχής καίγονται τα 80.
Καμένα
Η συγκεκριμένη συνοικία από τότε ονομάστηκε «Καμένα». Συνολικά 350 αγωνιστές υπολογίζεται ότι έπεσαν νεκροί στην Κοκκινιά από τα πυρά των ναζί. Άλλοι 8.000 από τους συγκεντρωθέντες στην πλατεία της Οσίας Ξένης, μεταφέρθηκαν στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου. Από κει 1.800 θα καταλήξουν στα κολαστήρια του Άουσβιτς, του Μανχάϊμ, του Νταχάου, του Μπούχενβαλντ κι αλλού.
Όπως και οι υπόλοιπες περιοχές έτσι και η Κοκκινιά δεν επιλέχτηκε τυχαία. Ήταν η “Μικρή Μόσχα”, αληθινό κάστρο αντίστασης, με μεγάλες δυνάμεις του ΕΛΑΣ και της ΕΠΟΝ. Λίγους μήνες πριν, το Μάρτη του ’44 οι ναζί είχαν πραγματοποιήσει ξανά επίθεση, αλλά μετά από τετραήμερη μάχη ολόκληρου του λαού της περιοχής, οι ναζί είχαν αναγκαστεί να τραπούν σε φυγή, παίρνοντας όμως και 300 κοκκινιώτες αιχμαλώτους από τους οποίους 37 θα εκτελούνταν στο Χαϊδάρι και δεκάδες θα βασανίζονταν από την Γκεστάπο.
του Λέανδρου Μπόλαρη
Κειμένα: Στέλιος Μιχαηλίδης, Νάσος Μπράτσος
Πηγή: Εργατική Αλληλεγγύη, νο. 1235, 9 Αυγούστου 2016