Γράφουν οι: Θεοδώρα Βουνίδη, Γεωργία Τσαλγίνη
Γυρνάμε στο 1941 οπότε και οι Δυνάμεις του Άξονα εισβάλουν στην Γιουγκοσλαβία και δημιουργούν το Γιασένοβατς, το στρατόπεδο συγκέντρωσης στην σημερινή Κροατία. Θύματα της θηριωδίας που συνέβη στο στρατόπεδο υπήρξαν πολιτικοί αντιφρονούντες, Σέρβοι, Εβραίοι και Ρομά. Ο τρόπος εξόντωσης, ο βασανισμός και οι συνθήκες διαβίωσης, διέφεραν ανάλογα με το στρατόπεδο και την φυλή, αλλά ακολουθούσαν το πρότυπο του Τρίτου Ράιχ.
Καθ’ όλη τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο εκτιμώμενος αριθμός Σέρβων που θανατώθηκαν στο Γιασενόβατς υπολογίζεται από 25.000 έως 700.000, ενώ ο ακριβής αριθμός των Εβραίων που δολοφονήθηκαν δεν είναι γνωστός, αλλά υπολογίζεται από 8.000 έως 20.000 θύματα. (Διαβάστε σχετικό άρθρο του Balkans in-site πατώντας εδώ)
Η υπόθεση της ταινίας χρονολογείται μετά την επίθεση στην Κοζάρα από τον Άξονα, η οποία έμεινε γνωστή ως «Επιχείρηση Δυτικής-Βοσνίας» και η πλειοψηφία του τοπικού σερβικού πληθυσμού κατέληξε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης των Κροατών Ουστάσι. Ο πατέρας της δωδεκάχρονης Ντάρα αγνοείται, ενώ η ίδια με την μητέρα και τα δυο αδέλφια της καταλήγουν στο στρατόπεδο του Γιασενόβατς. Εκεί, η μητέρα και ο μεγαλύτερος αδελφός της Dara, της πρωταγωνίστριας, σκοτώνονται από τους Ουστάσι και η Dara θέτει ως προσωπική της αποστολή την διασφάλιση της επιβίωσης του μικρότερου αδελφού της.
Η «Dara of Jasenovac» (Σερβικά: Дара из Јасеновца) αποτελεί μια σερβική ταινία του 2020, που συγκαταλέγεται στο ιστορικό δράμα. Ο σκηνοθέτης της ταινίας με το όνομα, Predrag “Gaga” Antonijević, αποφάσισε να την σκηνοθετήσει βασισμένη σε μαρτυρίες των επιζώντων από τα εγκλήματα πολέμου και τις φρικαλεότητες, που έλαβαν χώρα στο στρατόπεδο συγκέντρωσης. Η πρεμιέρα της ταινίας τέθηκε στις 22 Οκτωβρίου του 2020 για τον εορτασμό των 75 ετών από τη διαφυγή των εναπομείναντων κρατουμένων από το στρατόπεδο, αλλά αναβλήθηκε λόγω της πανδημίας. Έχει διάρκεια 130 λεπτά και ο προϋπολογισμός της ανήλθε στα 3,6 εκατομμύρια δολάρια. Η ταινία γυρίστηκε στο χωριό Kolut της Σερβίας, ανακατασκευάστηκε και μετατράπηκε σε στρατόπεδο από τον σχεδιαστή παραγωγής Goran Joksimović και το δεύτερο μέρος γυρίστηκε στο Bela Crkva.
Η ταινία υποστηρίχθηκε από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Σερβίας, το Υπουργείο Πολιτισμού και Πληροφοριών και το Κέντρο Κινηματογράφου της Σερβίας. Οι παραγωγοί της ταινίας είναι οι Predrag Gaga Antonijević (Dandelion production inc) και Maksa Ćatović (Film danas doo). Ο Αμερικανός λόγιος Michael Berenbaum διετέλεσε σύμβουλος ιστορίας και εκτελεστικός παραγωγός. Η «Dara of Jasenovac» επιλέχθηκε ως τη σερβική συμμετοχή για την Καλύτερη Διεθνή Ταινία μεγάλου μήκους στα 93α Όσκαρ, ενώ εξετάστηκε για το βραβείο Χρυσής Σφαίρας για την καλύτερη κινηματογραφική ταινία στην κατηγορία δράμα, όπως και η νεαρή ηθοποιός Biljana Čekić για το βραβείο Χρυσής Σφαίρας για την καλύτερη ηθοποιό σε κινηματογραφική ταινία στην κατηγορία δράμα.
Οι αντιδράσεις που προκάλεσε η ταινία ποικίλουν. Για παράδειγμα ένα μέρος των κροατικών μέσων ενημέρωσης άσκησε κριτική για την έλλειψη επενδύσεων του Κροατικού Οπτικοακουστικού Κέντρου (HAVC) σε ιστορικές ταινίες, σε αντίθεση με το Film Center Serbia (FCS). Επίσης, διαμαρτυρήθηκαν διότι μια ταινία που απεικονίζει τους Κροάτες ως «κακούς», επρόκειτο να προβληθεί παγκοσμίως. Παρ´ όλα αυτά, επαίνεσαν τον Antonijević και τον Drakulić, αποκαλώντας τους ποιοτικούς σκηνοθέτες και σεναριογράφους. Ο Jay Weissberg από το Variety άσκησε αρνητική κριτική στην ταινία. Ενώ ο ίδιος δεν αμφισβητεί τη βαρβαρότητα του κινήματος των Ουστάσι και τη σκληρότητα του Γιασενόβατς, αμφισβητεί, όμως, τα κίνητρα των παραγωγών και επισημαίνει το έργο ως ένα συγκαλυμμένο κομμάτι της σερβικής εθνικιστικής προπαγάνδας το οποίο περιέχει αντικροατικά στοιχεία. Μάλιστα, προσθέτει ότι η ταινία δεν έχει καμία αντανάκλαση σχετικά με τους κινδύνους του εθνικισμού, του ρατσισμού και της γενοκτονίας, τα οποία αντικαθίστανται με φθηνό συναίσθημα. Ο σκηνοθέτης Antonijević, που συνήθως δεν ανταποκρίνεται στους κριτικούς του κινηματογράφου, απάντησε τονίζοντας το αίτημα του κριτικού για να μην τεθεί σε εξέταση η ταινία για το Βραβείο Καλύτερης Διεθνούς Ταινίας μεγάλου μήκους, επειδή αποτελεί μια σερβική προπαγάνδα. Επομένως, τόσο ο ίδιος όσο και η Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Κέντρου Κινηματογράφου της Σερβίας Jelena Trivan θεώρησαν ότι μια τέτοια αντίδραση ήταν αναμενόμενη. Από την άλλη, ο Ray Lobo άσκησε θετική κριτική για την ταινία, σημειώνοντας ότι προβάλει μια μοναδική ιστορία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η ταινία χρησιμεύει ως εκπαιδευτικό μέσο για την κατανόηση των πεπραγμένων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και των βαλκανικών συγκρούσεων της τελευταίας δεκαετίας του εικοστού αιώνα. Ο Ray Lobo επαινεί την ποιότητα παραγωγής, τον φωτισμό της ταινίας και την αποτελεσματική μεταφορά, τόσο της υποβαθμισμένης ποιότητας ζωής στο στρατόπεδο, όσο και της θέλησης για ζωή.
Πηγή: balkansinsite.pollsandpolitics.gr