Η μοναξιά ενός μειονοτικού αγωνιστή

Η μοναξιά ενός μειονοτικού αγωνιστή

Ο Ιμπράμ Ονσούνογλου στο συνέδριο «Η Συνθήκη της Λωζάννης 90 χρόνια μετά: Οι μειονοτικές ρυθμίσεις», που οργάνωσε το Πρόγραμμα για την Εκπαίδευση των Παιδιών της Μουσουλμανικής Μειονότητας στη Θράκη σε συνεργασία με το ΕΛΙΑΜΕΠ

 

Δημήτρης Ψαρράς

 

Εφυγε από τη ζωή ο ψυχίατρος Ιμπράμ Ονσούνογλου, μια από τις εμβληματικές μορφές της τουρκομουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης.


Το βράδυ της περασμένης Τρίτης πέθανε στο Σισμανόγλειο Νοσοκομείο Κομοτηνής σε ηλικία 73 ετών, ο ψυχίατρος Ιμπράμ Ονσούνογλου, μια από τις εμβληματικές μορφές της τουρκομουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης. Μετά τις σπουδές του στη Θεσσαλονίκη εργάστηκε για χρόνια ως ψυχίατρος και διατέλεσε διευθυντής σε τμήμα του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου της πόλης.

Μελετητής της ιστορίας της περιοχής του αλλά και της λογοτεχνικής παραγωγής στην Ελλάδα και την Τουρκία, ο Ονσούνογλου εκπροσωπούσε μια γενιά επιστημόνων της μειονότητας που επιχείρησαν με τη δράση τους να ξεπεράσουν τα εμπόδια που θέτει στη Θράκη η τοπική υπόγεια σύγκρουση των δυο γειτονικών εθνικισμών. Ο ίδιος είχε εξαρχής σταθερή θέση υπεράσπισης των δικαιωμάτων της μειονότητας, επέμεινε στην αναγνώριση της εθνοτικής της ταυτότητας και δεν δίσταζε να συγκρουστεί με τους μηχανισμούς του ελληνικού βαθέος κράτους που αντιμετωπίζουν τη μειονότητα ως όμηρο και πιόνι στον ελληνοτουρκικό ανταγωνισμό. Αλλά την ίδια στιγμή αρνήθηκε να ακολουθήσει την εύκολη λύση, δηλαδή την υπαγωγή του στο βαθύ κράτος της γειτονικής χώρας, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τους λεγόμενους «ανεξάρτητους» συνδυασμούς, οι οποίοι διατηρούσαν ευθεία σύνδεση με το τοπικό Τουρκικό Προξενείο.

Αυτή η δύσκολη επιλογή του τον οδήγησε και σε μια πολιτική περιπλάνηση στα μεγάλα ελληνικά κόμματα, όπου αναζητούσε στήριγμα για μια νέα μειονοτική πολιτική χωρίς εξαρτήσεις από υπόγειους μηχανισμούς. Βρέθηκε στην αρχή στο ΠΑΣΟΚ της περιόδου του Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά γρήγορα απογοητεύτηκε από την αντιμειονοτική πολιτική που εφάρμοσε το κόμμα, όταν ανατέθηκε ο σχεδιασμός της στον Γιάννη Καψή. Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 θα συναντήσουμε τον Ονσούνογλου υποψήφιο με τη Ν.Δ. του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Αλλά βέβαια ο Ονσούνογλου δεν ήταν διατεθειμένος να παραιτηθεί από τις αρχές του προκειμένου να χωρέσει σε κάποιο κομματικό σχήμα. Το προσωπικό του όραμα για μια μειονότητα που θα απολαμβάνει καθεστώς ισονομίας, τον υποχρέωσε να ακολουθήσει μια μοναχική πορεία.

Την περίοδο της πολιτικής κρίσης του 1989 οξύνθηκε και το μειονοτικό ζήτημα μετά την εκλογή των «ανεξάρτητων» μειονοτικών συνδυασμών και την καταδίκη του μειονοτικού βουλευτή Σαδίκ σε φυλάκιση 18 μηνών χωρίς αναστολή για «πρόκληση πολιτών σε διχόνοια», επειδή σε προεκλογική προκήρυξή του αποκαλούσε τη μειονότητα «τουρκική». Οι μαζικές κινητοποιήσεις του μειονοτικού πληθυσμού απαντήθηκαν από τη διοργάνωση βίαιων καταστροφών και λεηλασίας στα μειονοτικά μαγαζιά του κέντρου της Κομοτηνής (29.1.1990). Η σοβαρότητα της κατάστασης υποχρέωσε τους πολιτικούς αρχηγούς (Μητσοτάκης, Παπανδρέου, Κύρκος, Φλωράκης) να συνέλθουν σε ειδική σύσκεψη στις 31 Ιανουαρίου όπου αποφασίστηκε να αντιμετωπιστεί η αιτία της όξυνσης, δηλαδή οι οργανωμένες διακρίσεις σε βάρος της μειονότητας.

Από τότε υπήρξαν προσπάθειες να εφαρμοστούν κανόνες ισοπολιτείας στη Θράκη, με κορυφαίο παράδειγμα το πρόγραμμα «Εκπαίδευση και Ενταξη Μουσουλμανοπαίδων», που ξεκίνησε τον Μάιο του 1997. Αλλά παρά το γεγονός ότι το πρόγραμμα αυτό υπήρξε εξαιρετικά πετυχημένο, κόντρα στις δυσκολίες που συνάντησε, δεν έγινε ποτέ αποδεκτό από την ιθύνουσα πολιτική τάξη, ενώ οι δυο καθηγήτριες που το έστησαν, η Αννα Φραγκουδάκη και η Θάλεια Δραγώνα, υπέστησαν πρωτοφανή πολιτικό διασυρμό, από κόμματα, οργανώσεις και μέσα ενημέρωσης.

Ο Ονσούνογλου υποστήριξε όπως μπορούσε το πρόγραμμα, εισφέροντας την πολύτιμη εμπειρία του από τα εμπόδια που συναντά η εκπαίδευση του μειονοτικού πληθυσμού. Ομως, όπως έγραφε από το 1997, «το πρόβλημα δεν περιορίζεται αποκλειστικά στον τομέα της εκπαίδευσης. Αφορά τη συνολική παρουσία της μειονότητας. Ποτέ δεν έσβησαν εντελώς από τους τοίχους, στις θρακικές πόλεις, τα ίχνη εκείνου του μεστού από νοήματα συνθήματος που συνόψιζε ένα δίλημμα: “Μειονότητα: Εξωση ή Αφομοίωση;” Και που συνέχιζε να αναγράφεται πολλά χρόνια και μέχρι πρόσφατα» («Κριτική στη μειονοτική εκπαίδευση. Η ματιά του μειονοτικού», περ. «Σύγχρονα Θέματα», τχ. 63).

Προκειμένου να προωθήσει τις απόψεις του για την εκπαίδευση της μειονότητας μετείχε το 2002 στην ίδρυση του ελληνικού τμήματος του Ευρωπαϊκού Γραφείου των Λιγότερο Χρησιμοποιούμενων Γλωσσών (EBLUL). Την ίδια χρονιά μετείχε στο συνέδριο του EBLUL στη Θεσσαλονίκη, όπου ανέλυσε το «ακανθώδες» -όπως είπε- ζήτημα της πομακικής γλώσσας: «Είναι μια σλαβική διάλεκτος, μητρική σημαντικής μερίδας της μειονότητας. Η τάση της ομογενοποίησης περνάει και στο εσωτερικό της μειονότητας, με αποτέλεσμα να θεωρούνται όλοι οι μειονοτικοί Τούρκοι. Πουθενά αλλού η ελληνική πολιτεία δεν αναφέρεται σε διαφορετικές εθνικές ομάδες, παρά μόνο στην περίπτωση των Πομάκων. Και το ΓΕΕΘΑ αναλαμβάνει την έκδοση λεξικών ή σχολικών βιβλίων στη γλώσσα τους. Αυτή η πολιτική προκαλεί την αντίδραση της μειονότητας και ενισχύεται έτσι ο τουρκικός εθνικισμός των Πομάκων».

Το 2009 εκδόθηκε το βιβλίο «Μειονότητα είναι…» (εκδ. Τσουκάτου), συλλογικό έργο με αφηγήματα που υπογράφει ο Ονσούνογλου, μαζί με τους Ραχμί Αλί, Γιάννη Τοπτσόγλου και Μουσταφά Ταχσίνογλου.

Τα τελευταία χρόνια ανέπτυσσε τις απόψεις του στο «Ακηδεμόνευτο Ανεξάρτητο Ειδησεογραφικό Πόρταλ TIKEN» (https://tiken.net), στο οποίο εμφανιζόταν ως εκδότης και υπεύθυνος για τον νόμο, ενώ τη διεύθυνση έχει αναλάβει ο Μουσταφά Τσολάκ Αλή, μέλος της Τοπικής Επιτροπής ΑΝΤΑΡΣΥΑ Ροδόπης.

Οπως επισημαίνει η τοπική εφημερίδα «Φωνή της Ροδόπης», μέσω της αρθρογραφίας του ο Ονσούνογλου «αποκάλυπτε άγνωστες πτυχές της μειονότητας καταγγέλλοντας τη στοχοποίηση των “ανεπιθύμητων” μειονοτικών της Θράκης από το τουρκικό βαθύ κράτος, με την ένταξη τους στη “μαύρη λίστα” της μειονότητας και την απαγόρευση εισόδου τους στην Τουρκία. Τα άρθρα του αποτέλεσαν την αιτία να βρεθεί στο στόχαστρο μειονοτικών παραγόντων της περιοχής, μεταξύ των οποίων και της οικογένειας Αχμέτ Σαδίκ, η οποία στράφηκε εναντίον του με αγωγές και μηνύσεις καθώς ο εκλιπών αρθρογραφούσε συχνά γι’ αυτόν, τον οποίον γνώριζε προσωπικά από πολύ μικρή ηλικία όποτε και ήταν συμμαθητές στο ίδιο σχολείο. Παρά τη στοχοποίηση και τις δικαστικές διώξεις, ο ίδιος υποστήριξε σθεναρά τα γραφόμενα του μέχρι τέλους μένοντας πιστός στις αρχές, στα πιστεύω και στις αξίες του».


Πηγή: efsyn.gr

14

ΚΑΝΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Γράψτε μια απάντηση