Σύμφωνα με το ντοκιμαντέρ, οι πρώτοι Σουηδοί ήταν μελαμψοί κυνηγοί και συλλέκτες, που μετακινήθηκαν στη Σκανδιναβία από τον νότο. Μάλιστα είχαν μπλε μάτια.
Ένα τρέιλερ ντοκιμαντέρ που τιτλοφορείται «The First Swedes» και θα προβληθεί σήμερα, Τετάρτη, στο τηλεοπτικό κανάλι SVT, έχει προκαλέσει έντονη αίσθηση στη Σουηδία κι όχι μόνο.
Κάποιοι από τους πιο διαδεδομένους μύθους, σχετικά με τους πρόσφυγες και μετανάστες καταρρίπτονται μέσα από την Έκθεση για την Υγεία των Προσφύγων και Μεταναστών στην Ευρωπαϊκή Περιφέρεια του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ).
Σε γενικές γραμμές, η εικόνα της υγείας μεταξύ ντόπιων και ανθρώπων που ήρθαν από άλλες χώρες δεν έχει μεγάλες διαφοροποιήσεις. Σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα, οι μεταναστευτικοί πληθυσμοί, ιδιαίτερα της πρώτης γενιάς, βρέθηκαν πιο υγιείς.
Ποιος θα μπορούσε να προβλέψει ότι στην καρδιά της Ευρώπης του Μεσοπολέμου, παρά τον Διαφωτισμό και τον πολύ αναπτυγμένο ανθρωπιστικό και επιστημονικό πολιτισμό της, θα κυριαρχούσαν οι ρατσιστικές θεωρίες περί «αρίας φυλής», που θα οδηγούσαν στην «τελική λύση» της εξόντωσης εκατομμυρίων Ευρωπαίων; Κι όμως, αυτό ακριβώς συνέβη με το Ολοκαύτωμα: μια πρωτοφανής μαζική θανατοπολιτική που δεν αφορούσε εδαφικές ή πολεμικές διεκδικήσεις, αλλά στόχος της ήταν η επιλεκτική γενοκτονία των «υπανθρώπων» στο όνομα της φυλετικής καθαρότητας.
Με αφορμή την Ημέρα Μνήμης των Θυμάτων του Ολοκαυτώματος, που γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 27 Ιανουαρίου, θα εξετάσουμε τις προϋποθέσεις για τη μετατροπή της βιοπολιτικής σε μαζική θανατοπολιτική και της ορθολογικής τεχνοεπιστήμης σε φονικό εργαλείο στα χέρια της ναζιστικής εξουσίας.
Η εξόντωση εκατομμυρίων ανθρώπων στα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης αποτελεί το πιο απτό -αλλά κάθε άλλο παρά μοναδικό- παράδειγμα του πόσο εύκολα μπορεί η ορθολογική σκέψη να διαβρωθεί από μια ολοκληρωτική ιδεολογία, ικανή να μετατρέπει τη συνήθως επωφελή για τους ανθρώπους τεχνοεπιστήμη σε ανθρωποκτόνο τεχνολογία.
Tις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα, οι ιδέες και οι πρακτικές της ευγονικής γνώρισαν εντυπωσιακή διάδοση σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο, κυρίως στις ΗΠΑ, τη Γερμανία, ενώ ακολουθούν η Ελβετία, η Σουηδία, η Νορβηγία. Οι πολίτες αυτών των χωρών ήταν έτοιμοι, αν όχι πρόθυμοι, να συναινέσουν σε κάθε ευγονική πρακτική ενίσχυσης των πιο επιθυμητών (βλέπε ταξικών και φυλετικών) «κληρονομικών» χαρακτηριστικών: είτε μέσω της αναπαραγωγής των πιο «προικισμένων» ατόμων (θετική ευγονική) είτε μέσω της στείρωσης ή της εξάλειψης των ανεπιθύμητων ατόμων και των φυλετικά κατώτερων πληθυσμών (αρνητική ευγονική).
Πρώτοι οι Αμερικανοί θα νομοθετήσουν και θα εφαρμόσουν μαζικά μια πολιτική αμιγώς αρνητικής ευγονικής. Ετσι, επηρεασμένες από τις εξαιρετικά δημοφιλείς αλλά εσφαλμένες, όπως αποδείχτηκε κατόπιν εορτής, γενεαλογικές μελέτες του Αμερικανού γενετιστή Τσαρλς Ντάβενπορτ (C. Davenport), τριάντα Πολιτείες των ΗΠΑ εφάρμοζαν επί δεκαετίες νόμους που επέβαλλαν τη στείρωση των «ανεπαρκών» γενετικά και κοινωνικά ατόμων. Μέχρι το 1941 πάνω από 60 χιλιάδες Αμερικανοί στειρώθηκαν.
Επιπλέον, μια σειρά από απλοϊκές συγκριτικές έρευνες σχετικά με την κληρονομικότητα της εγκληματικής συμπεριφοράς και τη νοητική υστέρηση των διαφόρων εθνικών και φυλετικών ομάδων οδήγησαν το 1924 το ανώτατο δικαστήριο των ΗΠΑ και πολλές Πολιτείες να ψηφίσουν νόμους για την αυστηρά ελεγχόμενη μετανάστευση των «κατώτερων γενετικά» προσφύγων που προέρχονταν όχι μόνο, όπως στο παρελθόν, από την Αφρική ή την Ασία, αλλά και από την Ανατολική και Νότια Ευρώπη (π.χ. από την Ελλάδα, την Ιταλία και την Ισπανία, τα Βαλκάνια και τη Ρωσία).
Διόλου περίεργο, λοιπόν, το ότι αυτή η επιτυχημένη «φιλελεύθερη», «νομιμόφρων» και άρα «δημοκρατική» αμερικανική εκδοχή της ευγονικής πολιτικής θα αποτελέσει το πρότυπο για τις επικείμενες ευγονικές-ρατσιστικές φρικαλεότητες του Τρίτου Ράιχ στη Γερμανία.
Ζωές ανάξιες να… ζουν
Η μεγάλη οικονομική κρίση του 1929 οδήγησε τη Γερμανία στην οριστική κατάρρευση του κράτους πρόνοιας της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Τότε άρχισαν να συζητούν σοβαρά στα ανώτερα κυβερνητικά κλιμάκια τη δυνατότητα εφαρμογής ευγονικών προγραμμάτων, όπως π.χ. τη μαζική στείρωση των κοινωνικά «άχρηστων» ή «επικίνδυνων» πολιτών, καθώς και τη δημιουργία «αποικιών εργασίας» για τους κοινωνικά απροσάρμοστους, μια οικονομικά και κοινωνικά «επωφελή» ιδέα που, λίγα χρόνια μετά, οδήγησε στη δημιουργία των εθνικοσοσιαλιστικών κρεματορίων.
Πράγματι, ο προγενέστερος αμερικανικός συνδυασμός του ρατσισμού με ευγονικές πρακτικές θα βρει την πιο συνεπή αλλά και την πιο ακραία έκφρασή του στη ναζιστική Γερμανία (1933-1945). Εξάλλου, ο ίδιος ο φίρερ με το έργο του θα προβάλει τον εαυτό του ως προασπιστή της «Μεγάλης Ιδέας» της ευγονικής και ως ιππότη που μάχεται για τη σωτηρία της αρίας φυλής.
Ηδη από το 1925, στο βιβλίο του «Mein Kampf» (Ο Αγών μου), ο Χίτλερ γράφει: «Η απαίτηση να απαγορεύεται στους ανεπαρκείς ανθρώπους να διασπείρουν εξίσου ανεπαρκείς απογόνους είναι απαίτηση του πιο καθαρού λόγου και, εφόσον εκτελεστεί συστηματικά, αντιπροσωπεύει την πιο ανθρώπινη πράξη της ανθρωπότητας».
Ετσι, μόλις ο φίρερ ήλθε στην εξουσία, το 1933, εξέδωσε έναν «φιλανθρωπικό» νόμο περί υποχρεωτικής στείρωσης των «ακατάλληλων για αναπαραγωγή ατόμων»: των διανοητικά καθυστερημένων, όσων υπέφεραν από μόνιμες ψυχικές παθήσεις και κληρονομικές ανωμαλίες.
Ακολουθώντας αυτόν τον νόμο, τα επόμενα τρία χρόνια στειρώθηκαν -παρά τη θέλησή τους- 225 χιλιάδες «ασθενείς», ενώ μέχρι το 1939 στειρώθηκαν περισσότεροι από 350 χιλιάδες άνθρωποι.
Σταδιακά και προγραμματισμένα, το «φιλανθρωπικό» έργο των ναζιστών επεκτείνεται σε πιο ακραίες ευγονικές πρακτικές: από την επιβεβλημένη ευθανασία μέχρι τη μαζική δολοφονία στα στρατόπεδα συγκέντρωσης όσων απειλούσαν να μολύνουν τα χαρακτηριστικά της αρίας φυλής. Μεταξύ των θυμάτων αυτού του ευγονικού Ολοκαυτώματος συμπεριλαμβάνονται πάνω από 70 χιλιάδες ψυχικά ασθενείς, 6 εκατομμύρια Εβραίοι και ένας πολύ μεγάλος αλλά άγνωστος αριθμός «εγκληματικών» στοιχείων (Τσιγγάνοι, Σλάβοι και φυσικά κομμουνιστές).
Η ναζιστική «θεραπεία»
Ενα επίμαχο και, δυστυχώς, ιδιαίτερα επίκαιρο ζήτημα αφορά το αν ή πώς νομιμοποιούνται επιστημονικά τέτοιες ακραίες ρατσιστικές πρακτικές. Για τον Χίτλερ και τους ναζιστές η κινητήρια δύναμη όλων των ιστορικών εξελίξεων είναι ο λυσσαλέος αγώνας μεταξύ των ανθρώπινων φυλών για την κυριαρχία και ο πόλεμος δεν είναι παρά η φυσική και ιστορικά αναγκαία έκφραση του προαιώνιου ανταγωνισμού για την επικράτηση της «ανώτερης» -βιολογικά και πνευματικά- φυλής, που φυσικά δεν θα μπορούσε να είναι άλλη από την «αρία φυλή».
Πρόκειται για μια επιστημονικά ανακριβή, μισαλλόδοξη και σκοπίμως παραπλανητική εικόνα της ανθρώπινης ιστορίας, που βρίθει από λογικά-εννοιολογικά άλματα και αντιφάσεις: όχι μόνο δεν προσδιορίζονται επιστημονικά τα διαχρονικά κριτήρια της «φυλετικής ανωτερότητας», αλλά και συγχέει τη «φυλή», τον «λαό» με το «έθνος». Ομως, όλα αυτά θεωρούνται ασήμαντες λεπτομέρειες από τον φίρερ, που με θράσος ομολογεί: «Η προπαγάνδα δεν οφείλει να είναι αληθής, αλλά αποτελεσματική».
Εν τούτοις, ήταν -και εξακολουθεί να είναι- μοιραίο σφάλμα και απερίγραπτη ιστορική αφέλεια το να υποτιμά κανείς τις επιστημονικοφανείς δοξασίες που δικαιώνουν τέτοιες ρατσιστικές και ανθρωποκτόνες πρακτικές. Πράγματι, στις αρχές του εικοστού αιώνα κυριαρχεί ο «κοινωνικός δαρβινισμός», η ψευδοεπιστημονική ιδεολογία που υποστηρίζει την εσφαλμένη ιδέα της «επιβίωσης του πιο ισχυρού».
Μολονότι ο κοινωνικός δαρβινισμός καμία σχέση δεν έχει με τη δαρβινική θεωρία της εξέλιξης, ως απλοϊκή και εύπεπτη «εξήγηση» της ανθρώπινης εξέλιξης θα αποτελέσει το ιδεολογικό υπόβαθρο για την ανάπτυξη των πιο απάνθρωπων ναζιστικών πρακτικών.
Για παράδειγμα, στη Γερμανία ο ανθρωπολόγος Eugene Fischer, ως διευθυντής του Ανθρωπολογικού Ινστιτούτου του Βερολίνου, θα γίνει ο μεγάλος προπαγανδιστής της «καθαρότητας του αίματος» της γερμανικής φυλής και το 1935 θα κωδικοποιήσει τις ψευδοεπιστημονικές ιδέες του περί ανωτερότητας της αρίας φυλής στους ρατσιστικούς Νόμους της Νυρεμβέργης που απαγόρευαν την επιμιξία και τον γάμο των Γερμανών με τους Εβραίους ή άλλες «κατώτερες» φυλές.
Οι μετέπειτα ναζιστικές πρακτικές υποχρεωτικής ευθανασίας και στείρωσης των «βιολογικά ακατάλληλων» στηρίχθηκαν στις ψευδοεπιστημονικές ιδέες που είχαν διατυπώσει, ήδη από το 1920, οι Alfred Hoche και Karl Binding, ενώ ο Karl Brandt, προσωπικός γιατρός του φίρερ, θα αναλάβει την υλοποίηση του προγράμματος ευθανασίας «Aktion T4»: μεταξύ του 1933 και του 1939 πάνω από 300 χιλιάδες Γερμανοί πολίτες στειρώθηκαν, ενώ περίπου 70 χιλιάδες υποβλήθηκαν σε υποχρεωτική ευθανασία!
Ο «άγγελος του θανάτου»
Επάνω δεξιά ο Γιόζεφ Μένγκελε |
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, τα πράγματα εκτραχύνθηκαν μετά την απόφαση της «τελικής λύσης», την εξολόθρευση δηλαδή των 11 εκατομμυρίων Εβραίων της Ευρώπης. Απόφαση που πάρθηκε τον Ιανουάριο του 1942 και άρχισε να υλοποιείται στους θαλάμους αερίων και τα κρεματόρια που υπήρχαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης-εξόντωσης (Αουσβιτς, Μπιρκενάου, Μαϊντάνεκ, Νταχάου, Τρεμπλίνκα, Μπέλζεκ, Σόμπιμπορ).
Πριν από την εξόντωσή τους, όμως, πολλά από τα θύματα υποβάλλονταν, εκτός από τις απάνθρωπες συνθήκες, και σε διάφορα «επιστημονικά» πειράματα ανήκουστης βίας και διαστροφής.
Ανάμεσα σε αυτές τις τερατώδεις και τερατογενείς επιστημονικές έρευνες ξεχωρίζουν τα περιβόητα για την ωμότητά τους πειράματα του ναζιστή γιατρού Γιόζεφ Μένγκελε (Josef Mengele). Γεννημένος το 1911, πέθανε από καρδιακή προσβολή στη Βραζιλία το 1979, ο Μένγκελε προερχόταν από μια πολύ εύπορη οικογένεια και διέθετε εξαιρετική παιδεία (εκτός από το πτυχίο Ιατρικής είχε και πτυχίο Ανθρωπολογίας). Ηταν ο αρχίατρος του Αουσβιτς και αξιωματικός των SS που έμεινε στην Ιστορία ως ο «άγγελος του θανάτου» (Angel of Death ή Todesengel).
Η αιτία γι’ αυτό το κάθε άλλο παρά τιμητικό ή κολακευτικό προσωνύμιο ήταν τα υπερβολικά διεστραμμένα πειράματά του σε χιλιάδες κρατουμένους. Οι έρευνές του επικεντρώνονταν στη μελέτη διδύμων που τα χρησιμοποιούσε για να διαπιστώσει τις βιολογικές προϋποθέσεις των ιδιαίτερων φυλετικών χαρακτηριστικών, σε πειράματα επίκτητης αλλαγής του χρώματος των ματιών τους, καθώς και σε πειράματα σωματικής επιβίωσης και νοητικής χειραγώγησης σε πολύ ακραίες συνθήκες.
Το περίεργο δεν είναι ότι ο Μένγκελε κατάφερε τελικά να διαφύγει στη Λατινική Αμερική, όπου έζησε μέχρι τα βαθιά γεράματα συνεχίζοντας τα απάνθρωπα πειράματά του πιθανόν για τις ΗΠΑ, αλλά ότι όλες οι προσπάθειες της Μοσάντ για τη σύλληψή του αποδείχτηκαν μάταιες.
Ο Τζόρτζιο Αγκάμπεν (Giorgio Agamben), εβραϊκής καταγωγής Ιταλός στοχαστής και ένας από τους πιο πρωτότυπους σύγχρονους φιλοσόφους, θέλοντας να διαφωτίσει τα αίτια της ναζιστικής εξολοθρευτικής πολιτικής στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, κατέληξε σε μια πολύ ευρύτερη ανθρωπολογική θεώρηση των σύγχρονων βιοπολιτικών πρακτικών, οι οποίες εκμεταλλεύονται τις εκάστοτε βιοτεχνολογικές και βιοϊατρικές προόδους για να μετατρέψουν τη ζωή των ανθρώπων σε… «γυμνή ζωή».
Σύμφωνα με την εμβριθή και ιστορικά τεκμηριωμένη ανάλυση του Αγκάμπεν, η επιλογή της νεωτερικής εξουσίας να ασκείται πλέον μέσω της βιοπολιτικής οδήγησε όχι μόνο στα «αποτρόπαια» εγκλήματα των δύο τελευταίων Παγκόσμιων Πολέμων αλλά, πολύ ευρύτερα και βαθύτερα, στην απανθρωποποίηση της ίδιας της ανθρώπινης ζωής. Σε χαλεπούς καιρούς, όπως η τρέχουσα πλανητική κρίση, υπάρχει ζωτική ανάγκη να σταθούμε απέναντι σε όσους εμπνεόμενοι από τα ολοκαυτώματα του παρελθόντος σχεδιάζουν την απανθρωποποίησή μας.
Το απόλυτο ανάγνωσμα για την επικαιρότητα του Aουσβιτς
Primo Levi Εάν αυτό είναι ο άνθρωποςΜτφρ. Χαρά Σαρλικιώτη εκδ. «ΑΓΡΑ», σελ. 275
Το «Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος», γραμμένο το 1947, θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Πρόκειται για μία από τις πλέον συγκλονιστικές μαρτυρίες των καιρών μας σχετικά με τα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Κείμενο αυτοβιογραφικό που διηγείται τις εμπειρίες, τους φόβους και τις σκέψεις ενός Ιταλοεβραίου αντιστασιακού που ενώ συλλαμβάνεται, τον Δεκέμβριο του 1943, στην Ιταλία καταλήγει εκτοπισμένος στο ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης του Αουσβιτς, στην είσοδο του οποίου υπάρχει η μεταλλική επιγραφή «Arbeit macht frei», δηλαδή «Η εργασία απελευθερώνει».
Η τραγωδία της απανθρωποποιητικής εμπειρίας που θα βιώσει ο Πρίμο Λέβι στο Αουσβιτς ήταν η μη σύμπτωση γεγονότων και πραγματικότητας, που με την τραγική ειρωνεία συνοψίζεται σε αυτή τη μεταλλική επιγραφή.
Ωστόσο ο στόχος του συγγραφέα δεν είναι η σύνταξη ενός ακόμη δακρύβρεχτου κατηγορητηρίου, αλλά, όπως επισημαίνει στην εισαγωγή του ο Λέβι, «να προσφέρει στοιχεία για μια νηφάλια μελέτη των διαφορετικών όψεων της ανθρώπινης φύσης».
Αυτό που καθιστά συγκλονιστική αυτή την αυτοβιογραφική μαρτυρία είναι το ότι στην αφήγηση αυτών των ανθρώπινων παθών δεν υπάρχει καμία εκδήλωση μίσους, καμία υπερβολή, καμία υποκριτική θεοδικία, αλλά ένας αντικειμενικός και βαθύτατα ηθικός προβληματισμός πάνω στην ανορθολογική ανάγκη των ανθρώπων να δημιουργούν πόνο επιλέγοντας το κακό.
Η ελληνική έκδοση, άριστα μεταφρασμένη και επιμελημένη, περιλαμβάνει παράρτημα με συνέντευξη του συγγραφέα στον Philip Roth, το δοκίμιο του Πρίμο Λέβι «Η μαύρη τρύπα του Αουσβιτς: πολεμική στους Γερμανούς ιστορικούς», ένα κείμενο του Claudio Magris «Επος και μυθιστόρημα στον Πρίμο Λέβι», καθώς και αναλυτική εργοβιογραφία.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΩΝ ΗΠΑ ΤΡΑΜΠ ΚΑΙ Ο ΦΑΣΙΣΤΑΣ ΜΠΟΛΣΟΝΑΡΟΥ ΤΗΣ ΒΡΑΖΙΛΙΑΣ ΣΤΗΡΙΖΟΥΝ ΟΛΟΘΕΡΜΑ ΤΟΝ ΑΥΤΟΑΝΑΚΗΡΥΧΘΕΝΤΑ «ΠΡΟΕΔΡΟ» ΧΟΥΑΝ ΓΟΥΑΪΔΟ
του Χάρη Παπαδόπουλου
Τίποτε καλό δεν μπορεί να προκύψει για τον λαό της Βενεζουέλας από την κίνηση του Γουάϊδο, προέδρου της Εθνοσυνέλευσης της χώρας, να αυτοανακηρυχθεί «πρόεδρος» του κράτους.
Η Σόντος μόλις 28 χρόνων, που εκτοπισμένη ζούσε σε προσφυγικό καταυλισμό, αγκάλιασε χθες τα τρία της παιδιά, μέσα στην σκηνή και έβαλε φωτιά. Ούτε οι κραυγές τού μόλις ενός μηνός βρέφους της, στάθηκαν ικανές να την σταματήσουν. Είχαν μείνει όλοι τους, τρεις μέρες, χωρίς φαγητό και δύο κοριτσάκια δίπλα τους, είχαν πεθάνει από το κρύο, πριν από δύο ημέρες.
Ποια να ήταν άραγε η τελευταία σκέψη της, πριν καεί ζωντανή μαζί με τα παιδιά της;
Ίσως, να σκέφτηκε ότι τελικά θα πεθάνουν σύντομα ούτως ή άλλως, γιατί να παρατείνουν τα βάσανα και τη δυστυχία τους; Ή, ίσως, να σκέφτηκε ότι ο Θεός είναι πιο φιλεύσπλαχνος από τον ΟΗΕ, τη συριακή κυβέρνηση, τους Ρώσους, τους Αμερικανούς, τους Ιρανούς και τους Ιορδανούς, που περιβάλλουν αυτό το άθλιο στρατόπεδο προσφύγων Ρούκμπαν στη νότια Συρία με τα όπλα και τις στρατιωτικές τους βάσεις;
Μπορεί και να είχε χάσει τα λογικά της. Αλλά, πόσο λογικός μπορεί να είναι οποιοσδήποτε στην περιοχή αυτή, η οποία επιπλέει σε μια θάλασσα αίματος; Τι χρειάζεται κάποιος ώστε να παραμείνει λογικός στη μέση αυτής της τρέλας;
Γιατί πρέπει, όμως, να κατηγορήσει κάποιος την Σάντος ως υπαίτια της ανείπωτης τραγωδίας και να μην στραφεί προς τις υπηρεσίες του ΟΗΕ που υποτίθεται ότι προσφέρουν στους πρόσφυγες τροφή, καύσιμα για θέρμανση, καταλύματα και ιατρική περίθαλψη; Γιατί να μην κατηγορηθούν και οι συριακές κυβερνητικές δυνάμεις που περιβάλλουν το στρατόπεδο και άφησαν ελεύθερους τους μαυραγορίτες να ανεβάσουν την τιμή των τροφίμων και των καυσίμων τέσσερις φορές πάνω από την τιμή που έχουν, σε οποιαδήποτε άλλη περιοχή της Συρίας;
Γιατί να μην κατηγορηθεί και ο αμερικανικός στρατός, ο οποίος είναι έτοιμος να δαπανήσει τρισεκατομμύρια δολάρια σε πολέμους εκτός συνόρων αλλά, όταν απειλείται η ανθρώπινη ζωή και η αξιοπρέπεια, κλείνει τα μάτια του;
Δεν έχουν όλοι αυτοί κάποιο μερίδιο ευθύνης για την αυτοκτονία της Σάντος Φατουλάχ, που κάηκε μαζί με τα τρία της παιδιά από δυσβάσταχτη απελπισία;
Τουλάχιστον η Σόντος σκόπευε να σκοτώσει το σώμα της για να διατηρήσει την ψυχή της, αλλά οι υπόλοιποι, όλοι εκείνοι που στέκονταν άπραγοι, παρακολουθώντας το πόνο της, δεν είναι συνεργοί ή ίσως ακόμη και ηθικοί αυτουργοί;
Γιατί κάποιος δεν σταματά αυτή την τραγωδία που συνεχίζεται εδώ και οκτώ χρόνια; Δεκαπέντε εκατομμύρια άνθρωποι είναι είτε πρόσφυγες είτε εκτοπισμένοι και πάνω από μισό εκατομμύριο έχουν χάσει τη ζωή τους. Τα πάντα καταστρέφονται γύρω τους. Πόσο ακόμη περισσότερο πρέπει να πληρώσει ο συριακός λαός;
Δεν έχουν δικαίωμα αυτοί οι άνθρωποι να ζήσουν σε ασφαλές περιβάλλον, να ξαναφτιάξουν τα σπίτια τους και να μεγαλώσουν τα παιδιά τους; Δεν μπορούν να έχουν, επιτέλους, μια αξιοπρεπή ζωή;
Πόσοι πρόσφυγες, όπως η Σόντος πρέπει να καούν; Πόσοι νέοι άνδρες και γυναίκες πρέπει να πνιγούν στη Μεσόγειο για μια ασφαλή ζωή στην Ευρώπη; Πόσοι άνθρωποι, ακόμη, πρέπει να χάσουν τη ζωή τους στα πεδία της μάχης και κάτω από τα ερείπια των σπιτιών τους; Ο συριακός λαός δεν αποτελείται από εγκληματίες και τρομοκράτες – όλοι, όπως η Σόντος, θέλουν να ζήσουν με αξιοπρέπεια ή να πεθάνουν ζητώντας δικαιοσύνη για τη ζωή που κάποιοι τους στέρησαν.
Όπως αναφέρει στην έκθεσή της για το 2018 η οργάνωση Oxfam, οι 26 πλουσιότεροι άνθρωποι στον κόσμο έχουν περιουσία που ισούται με αυτή των 3,8 δισεκατομμυρίων πιο φτωχών του πλανήτη, τονίζοντας ότι για μια ακόμη χρονιά οι πλούσιοι έγιναν πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι.
Η περιουσία περισσότερων από 2.200 δισεκατομμυριούχων σε όλο τον κόσμο αυξήθηκε το 2018 σε ποσοστό 12% κατά 900 δισεκατομμύρια δολάρια, δηλαδή 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια ημερησίως. Αντίθετα η περιουσία των πιο φτωχών μειώθηκε κατά 11%. Αυτό σημαίνει ότι ο αριθμός των δισεκατομμυριούχων που έχουν στην κατοχή τους περιουσία που ισούται με αυτή του φτωχότερου 50% παγκοσμίως μειώθηκε από 43 που ήταν το 2017 σε 26 το 2018.
Η «Εφ.Συν.» αναδημοσιεύει σε τακτικά διαστήματα από το Ελληνικό Φόρουμ Προσφύγων ιστορίες προσφύγων και μεταναστών που ζουν στην Ελλάδα και, με όλες τις ευκολίες και τις δυσκολίες της καθημερινής ζωής, έχουν καταφέρει να ενσωματωθούν στην ελληνική κοινωνία.
Σαφάρ στα φαρσί σημαίνει ταξίδι. Είναι η λέξη που στην παρακάτω ιστορία είχε τις περισσότερες αναφορές. Η Ζάχρα, 35 ετών, και ο Αλί, 38, είναι ζευγάρι και έχουν ένα παιδί, τον 7χρονο Αχούρα.
Ήρθαν από το Ιράν στην Ελλάδα το 2016 – 2017. Ταξίδεψαν χωριστά, έφτασαν όμως στον ίδιο προορισμό. Πρώτος ο Αλί έφτασε στη Λέσβο και στη Μόρια τον Οκτώβριο του 2016. Μετά από ένα διάστημα δέκα μηνών έφτασε και η Ζάχρα με τον γιο τους.
Ταξίδι στο άγνωστο
Αλί: «Η Ελλάδα δεν ήταν πράγματι η πρώτη επιλογή μας. Αυτά που μαθαίναμε στις ειδήσεις για τη χώρα ήταν τρομερά. Ειδικά για την οικονομική κρίση. Η προσαρμογή στην Αθήνα ήταν απροσδόκητα εύκολη. Τα δέντρα, τα κτίρια, η αρχιτεκτονική, η αισθητική πόλης μοιάζει πολύ στην πόλη του Σεράζ.
»Έχω διαβάσει πολύ για την ελληνική ιστορία και μπορώ να βρω αρκετές συνδέσεις με το Ιράν. Ο ελληνικός πολιτισμός επέδρασε στην παγκόσμια ιστορία. Στη φιλοσοφία, στις επιστήμες, σε όλα τα πολιτισμικά πεδία. Ακόμα και ο πόλεμος με την Ελλάδα (σ.σ. αναφέρεται στους περσικούς πολέμους) συνετέλεσε στην αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο πολιτισμών.
»Στην οικογένειά μου λέω πως εδώ (σ.σ. η Αθήνα) είναι σαν το Σεράζ (σ.σ. η πόλη του Ιράν από όπου έρχονται). Δεν ξέρω εάν η Ελλάδα θα παραμείνει πατρίδα μου, όμως οπουδήποτε στον κόσμο και εάν ταξιδέψω θα νιώθω ότι είναι κομμάτι μου.
»Έχω κάνει πολλά ταξίδια. Αυτό το ταξίδι δεν ήταν κάτι που ήθελα να κάνω. Αναγκάστηκα. Και δεν ήταν οργανωμένο. Ήθελα να φύγουμε. Και φύγαμε όπως όπως. Φτάσαμε με βάρκα στη Λέσβο…»
Το συνειδητό ρίσκο του ταξιδιού και η επιβίωση στις δομές φιλοξενίας
Αλί: «Όταν μπαίνεις στη βάρκα γνωρίζεις πως ή θα πεθάνεις ή θα ζήσεις. Μπορεί να σε σκοτώσει ο διακινητής, μπορεί να σε πνίξει η θάλασσα. Είναι ένα ταξίδι με ρίσκο. Κι είναι μία πραγματικότητα την οποία αντιμετωπίσαμε.
»Οι στιγμές που μας καθήλωσαν, όμως, ήταν κατά την εμπειρία μας στη Μόρια. Εκεί δεν ήταν το μαχαίρι του διακινητή ο κίνδυνος. Εκεί ο θάνατος ήταν πιο αργός. Ο φόβος που νιώθαμε ήταν πολύ χειρότερος από αυτόν που νιώθαμε στη θάλασσα. Το βράδυ πέφταμε για ύπνο με τη σκέψη ότι θα ξυπνήσουμε το πρωί από φωτιά στη σκηνή. Το είδα με τα μάτια μου.
»Ένα βράδυ ξύπνησα από τις φωνές. Η διπλανή σκηνή είχε πάρει φωτιά. Εκεί ζούσε μία οικογένεια με μικρά παιδιά. Είδα παιδιά να έχουν πάρει φωτιά. Σηκώθηκα αμέσως για να μαζέψω και να διπλώσω τη σκηνή μου μην πιάσει και τον παραδίπλα. Από τότε κάθε φορά που έπεφτα για ύπνο σκεφτόμουν ότι το επόμενο πρωινό μπορεί και να μην ξυπνήσω. Αυτό το αίσθημα είχα συνέχεια στη Μόρια…
»Εκεί έμεινα για 10 μήνες. Εγώ ταξίδεψα μόνος. Η Ζάχρα και ο γιος μας, ο Αχούρα, ταξίδεψαν μετά από εμένα. Όλοι μαζί στη Μόρια μείναμε για έναν μήνα και μετά για πέντε μήνες στο Καρά Τεπέ.»
Ζάχρα: «Στο Καρά Τεπέ είχαμε ασφάλεια. Εκεί τα προβλήματα ήταν άλλα. Δεν είχαμε ηλεκτροδότηση, υπήρχε ακραία υγρασία και γενικότερα, όταν έκανε κρύο ή ζέστη, αυτό το ζούσαμε στον υπέρτατο βαθμό. Έπειτα ήρθαμε στη Μαλακάσα και στην Αθήνα.
»Στη δομή της Μαλακάσας μείναμε για τρεις μήνες. Εκεί ήταν συγκριτικά καλύτερα. Το να έχεις δικό σου μπάνιο, δική σου τουαλέτα, ζεστό νερό, ρεύμα για να μπορέσεις να μαγειρέψεις, είναι μια πολυτέλεια που σε κάνει να χαμογελάς. Όμως, εκεί δεν υπήρχε ασφάλεια. Όποιος ήθελε έμπαινε κι όποιος ήθελε έβγαινε.
»Κάποια στιγμή έπιασε φωτιά σε ένα κοντέινερ. Η πυροσβεστική ήρθε, αλλά παρέμεινε απ’ έξω από τη δομή. Και πιάσαμε εμείς τους κουβάδες να τη σβήσουμε…
»Το άλλο πρόβλημα ήταν η διαχείριση του camp. Δεν υπήρχε κανείς. Οι άνθρωποι ήμασταν μόνοι μας. Υπήρχαν Άραβες, Ιρανοί, Αφγανοί που δεν καταλάβαιναν ο ένας τον άλλο. Και είναι λογικό. Τόσοι διαφορετικοί πολιτισμοί και λαοί. Αυτή η συνθήκη δημιουργούσε εντάσεις μεταξύ των ανθρώπων. Και οι εντάσεις μάς προξενούσαν μεγάλη ανασφάλεια.»
Η πρωτότυπη ασχολία
Η Ζάχρα και ο Αλί φτιάχνουν τσάντες, θήκες τηλεφώνου και διάφορα άλλα πράγματα χρησιμοποιώντας για υλικό σωσίβιες λέμβους από τη Λέσβο. Παραδέχονται ότι αυτή η ασχολία λειτουργεί αγχολυτικά για εκείνους.
Ζάχρα: «Το επάγγελμα του Αλί πίσω στο Ιράν ήταν ηλεκτρολόγος. Εγώ έχω τελειώσει ψυχολογία. Είχαμε αυτήν την ιδέα. Να ασχολούμαστε με κάτι που μας αποφορτίζει. Το ύφασμα το παίρνουμε από τις σωσίβιες λέμβους στα νησιά. Φτιάχνουμε σακίδια, θήκες τηλεφώνων, αξιοποιούμε όπως μπορούμε το υλικό που προμηθευόμαστε. Είναι κρίμα όλο αυτό το πλαστικό να μείνει στη θάλασσα.
»Όταν δουλεύουμε πάνω σε αυτά τα αντικείμενα (σ.σ. σωσίβιες λέμβοι), τότε φέρνω στο μυαλό μου τις εικόνες από το ταξίδι. Είναι χαραγμένο μέσα μας. Προσπαθούμε να κρατήσουμε κάτι θετικό από όλο αυτό. Αυτό το υλικό που δουλεύουμε σήμερα, κάποτε μας έσωσε. Και σήμερα βγάζουμε κάτι θετικό από όλη αυτήν την ιστορία. »
Μακριά από ένα καθεστώς καταπίεσης
Η οικογένεια σήμερα ζει ήσυχα στην πόλη. Η Ζάχρα έχει απομακρύνει τη μαντήλα από τη στιγμή που άφησε την πατρίδα της. Όπως λένε και οι δύο, προσπαθούν να χτίσουν προοπτική για την οικογένειά τους μακριά από ένα καταπιεστικό καθεστώς.
Αλί: «Στο Ιράν δεν υπάρχει ο πόλεμος που υπάρχει στη Συρία ή στο Αφγανιστάν. Αλλά κάθε μέρα εκεί μοιάζει σαν αγώνας για επιβίωση. Ο κόσμος είναι μόνιμα σε ένταση με το κράτος και τους αυταρχικούς νόμους.
»Το κράτος λειτουργεί με αφόρητη καταπίεση. Το κράτος αποφασίζει τι θα φορέσεις, τι θα πιστεύεις και τι θα σκεφτείς. Εάν η οικογένεια έχει ασπαστεί τη θρησκεία, εσύ δεν έχεις άλλη επιλογή. Εάν ένας άνθρωπος απαρνηθεί τη θρησκεία, τότε η ποινή από το Ιράν είναι θάνατος.»
Ζάχρα: «Σήμερα ζούμε λίγο μακριά από το κέντρο, αλλά η γειτονιά είναι πολύ φιλική. Το παιδί μας έχει γραφτεί στην Α’ Δημοτικού μαζί με τα υπόλοιπα παιδιά της περιοχής. Οι δάσκαλοί του το φροντίζουν, είναι κοντά του και το μαθαίνουν. Όλοι είναι Έλληνες στην τάξη. Εκτός από τον Αχούρα που είναι φαρσόφωνος και ένα παιδί που είναι αραβόφωνο (σ.σ. ο μικρός κοκκινίζει αντιλαμβανόμενος πως μιλάμε για εκείνον) .
»Ο Αχούρα κάθεται με τις ώρες και μαθαίνει ελληνικά τραγούδια και μετά τα τραγουδάει σπίτι. Τα Χριστούγεννα, μάλιστα, συμμετείχε και στη θεατρική ομάδα της τάξης του. Όταν ο μικρός είναι σχολείο, εμείς πηγαίνουμε για μαθήματα ελληνικών. Το μεσημέρι, όμως, θα είμαστε στο σχολείο για να τον πάρουμε και να πάμε σπίτι.»
Αλί: «Μου λείπει η πόλη μου, η πατρίδα μου. Αλλά δεν μπορώ να επιστρέψω ποτέ όσο είναι αυτή η κυβέρνηση εκεί. Μακάρι να επιστρέψω κάποτε στην πατρίδα μου και να ζήσω εκεί ελεύθερος. Αυτό είναι το όνειρό μου.
»Εδώ έχουμε ελευθερία. Εγώ πιστεύω ό,τι θέλω, η γυναίκα μου δεν υποχρεώνεται σε τίποτα, φοράει ό,τι θέλει, ζούμε όπως θέλουμε. Αλλά δεν έχουμε βρει τη θέση μας σε αυτήν την κοινωνία. Δεν έχουμε, ακόμη, κάποια δουλειά και εάν δεν είχαμε το σπίτι θα ήμασταν στο δρόμο. Ακόμα δεν νιώθουμε σίγουροι.
»Το παιδί μου δεν θα μεγαλώσει σε ένα περιβάλλον όπου θα του επιβάλουν έναν τρόπο ζωής. Το παιδί μου θα ζήσει ελεύθερα. Θα σκέφτεται ελεύθερα. Αυτή είναι η μεγάλη μου χαρά.»
ΥΓ.: Ο Αλί δεν εμφανίζεται στη φωτογραφία για λόγους προστασίας της ιδιωτικότητας του
Ο Βασίλης Τσιτσάνης ήταν ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες λαϊκούς συνθέτες, στιχουργούς και τραγουδιστές του 20ου αιώνα. Ήταν μία από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες του ρεμπέτικου και του λαϊκού τραγουδιού. Τα τραγούδια του ταξίδεψαν τη λαϊκή ψυχή στα μονοπάτια του πόνου, της χαράς, της ξενιτιάς, της λύπης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η «Συννεφιασμένη Κυριακή».
Όπως γράφει η Νίτσα Λουλέ – Θεοδωράκη (Μύθος Ρεμπέτικος, Βασίλης Τσιτσάνης – Εκδόσεις Τεγόπουλος) η περίοδος της κατοχής ήταν, όπως έγραψαν αργότερα αναλυτές για το λαϊκό τραγούδι, η μαύρη περίοδος για αυτό. Από κει που βγήκε στο φως ξαναμπαίνει στα καταγώγια και μεταβάλλεται και πάλι σε μουσική έκφραση του υποκόσμου. Τα κέντρα διασκέδασης λειτουργούν αποκλειστικά για αυτόν τον σκοπό και κάπου είναι φυσικό αφού η συντριπτική πλειοψηφία του λαού, πολεμάει στον δρόμο στις γραμμές της αντίστασης. Ωστόσο, σε αυτή τη μαύρη εποχή το ρεμπέτικο υπηρετεί και την αντίσταση.
Σύμφωνα με μαρτυρίες, στα κέντρα της Κοκκινιάς τραγουδούν ρεμπέτικα με υπαινικτικούς βέβαια στίχους ενώ στα λεωφορεία μικρά παιδιά λένε ρεμπέτικα με αντιστασιακούς στίχους έναντι μιας δεκάρας.
Και για τον Τσιτσάνη τα χρόνια της Κατοχής περνούν δύσκολα. Τα βιώνει και τα μεταφέρει στο χαρτί του. Βάζει λόγια και νότες που σημαδεύουν αργότερα την καριέρα του. Εκεί σε αυτό το μαγαζί, στο Ουζερί του Τσιτσάνη, γράφει την χιλιοτραγουδισμένη Συννεφιασμένη Κυριακή.
Όπως ο ίδιος εκμυστηρεύτηκε ήθελε μέσα από αυτούς τους στίχους να μεταφέρει τα όσα συνέβαιναν στον τόπο. Την πείνα, τη δυστυχία, τις εκτελέσεις, την απελπισία που έδερνε τους Έλληνες.
«Ήταν ένα πραγματικό περιστατικό που συνέβη μια βαριά χειμωνιάτικη νύχτα Κυριακή. Είδα με τα μάτια μου τον θάνατο ενός παλικαριού. Μάτωσε η καρδιά μου. Πήρα ένα χαρτί και έβγαλα από μέσα μου αυτό που με έπνιγε. Ένοιωσα ιδιαίτερα περήφανος όταν είδα με πόση αγάπη αγκάλιασε ο κόσμος αργότερα το τραγούδι».
Όσα έγραψε ο Τσιτσάνης εκείνη την περίοδο, έγιναν γνωστά μετά την απελευθέρωση όταν άνοιξαν και πάλι οι εταιρίες. Μέχρι τότε, μόνο οι θαμώνες του μαγαζιού τους τα ψιθύριζαν και αυτοί με τη σειρά τους τα μετέφεραν στην Αθήνα και στις άλλες πόλεις.
Όταν τον Οκτώβριο του 2017 έβλεπα τον Δημήτρη Ψαρρά να διασχίζει την αίθουσα του δικαστηρίου στη δίκη της Χρυσής Αυγής για να καταθέσει, σκεφτόμουν πως για έναν άνθρωπο που δεν ανακάλυψε χθες τη φασιστική απειλή, αλλά που ερευνά την ακροδεξιά και τη συγκεκριμένη νεοναζιστική οργάνωση ήδη από τη δεκαετία του ’80, πρέπει να είναι μια κορυφαία στιγμή της ζωής του.
Ο Δημήτρης Ψαρράς, δημοσιογράφος στην Εφημερίδα των Συντακτών, υπήρξε μέλος της φημισμένης ερευνητικής ομάδας του «Ιού» της Ελευθεροτυπίας. Από την έκδοση του βιβλίου του, Η Μαύρη Βίβλος της Χρυσής Αυγής. Ντοκουμέντα από την Ιστορία και τη Δράση μιας Ναζιστικής Ομάδας, που δημοσιεύτηκε το 2012, μέχρι την κυκλοφορία του τελευταίου του βιβλίου Ο Αρχηγός: Το Αίνιγμα του Μιχαλολιάκου (και τα δύο από τις εκδόσεις Πόλις) πριν από λίγο καιρό, έχει μεσολαβήσει η αποκάλυψη του πραγματικού ναζιστικού χαρακτήρα της οργάνωσης, η δολοφονία του Shehzad Luqman, επιθέσεις όπως εκείνη στους Αιγύπτιους ψαράδες και τους αφισοκολλητές του ΠΑΜΕ και φυσικά η δολοφονία του αντιφασίστα ράπερ Παύλου Φύσσα. Από το 2015, η δικαιοσύνη διερευνά την υπόθεση της Χρυσής Αυγής, η οποία, σύμφωνα με το βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών, είναι μια εγκληματική οργάνωση που δρα με τον μανδύα πολιτικού κόμματος.
Συνάντησα τον Δημήτρη Ψαρρά για μια εφ’ όλης της ύλης συζήτηση γύρω από τις εξελίξεις στη δίκη, μερικά ερωτήματα που μπορεί να υπάρξουν με αφορμή τις προσεχείς εκλογές, αλλά και το νέο του βιβλίο που εξηγεί τη σημασία της «Αρχής του Αρχηγού» για το Νίκο Μιχαλολιάκο, στα πρότυπα του Hitler.
Ο Δημήτρης Ψαρράς.
VICE: Τον Απρίλη θα ολοκληρωθούν τέσσερα χρόνια από την έναρξη της δίκης της Χρυσής Αυγής. Τελικά, η δίκη καθυστερεί ή όχι; Δημήτρης Ψαρράς: Τώρα πλέον η δίκη δεν καθυστερεί καθόλου. Έχει πάρα πολλές δικάσιμες μέσα στον μήνα. Βεβαίως, στην αρχή ξεκίνησε με πολύ αργούς ρυθμούς και την περίοδο της αποχής των δικηγόρων, το 2016, οι συνήγοροι της Χρυσής Αυγής δεν δέχτηκαν να εξαιρεθούν -κάτι που τους προσφερόταν από τον δικηγορικό σύλλογο- έτσι ώστε να προχωρήσει η δίκη. Έτσι, τώρα, την τελευταία περίοδο, τους τελευταίους δύο-τρεις μήνες, καθυστερούν σκόπιμα τη δίκη, υποχρεώνοντας το δικαστήριο να ακούσει ως αναγνωστέα έγγραφα εκατοντάδες ερωτήσεις ή ομιλίες των βουλευτών της Χρυσής Αυγής, οι οποίες δεν έχουν καμία σχέση με τη δικαζόμενη υπόθεση. Όμως ακόμη και αυτό τελειώνει.
Ουσιαστικά, σε ποιο σημείο της δίκης βρισκόμαστε; Βρισκόμαστε στο σημείο που έχουν τελειώσει οι μάρτυρες κατηγορίας, τώρα είναι η φάση των αναγνωστέων, που στις κανονικές δίκες είναι μια σχεδόν τυπική διαδικασία που διαρκεί ελάχιστα και εκεί διαβάζονται κάποια έγγραφα που έχουν σχέση με το αντικείμενο της δίκης. Όμως σε αυτήν τη φάση, σε αυτήν ειδικά τη δίκη, παρουσιάστηκαν πολύ σημαντικά πράγματα. Το δικαστήριο είδε όλα τα βίντεο που είχε συγκεντρώσει η Εισαγγελία ή και έγγραφα επιβαρυντικά για τη δράση της οργάνωσης, επομένως είναι μια φάση ουσίας αυτή. Απλώς, επειδή τώρα είναι η σειρά των συνηγόρων της Χρυσής Αυγής, την τραβάνε τη διαδικασία, παρουσιάζοντας πράγματα που δεν έχουν σχέση με το αντικείμενό της. Αλλά ακόμη και αυτό πιστεύω ότι σε λίγες εβδομάδες θα τελειώσει, οπότε μπαίνουμε σε μια πολύ σημαντική φάση, που θα είναι η εξέταση των μαρτύρων υπεράσπισης. Επειδή η ηγεσία της Χρυσής Αυγής έχει προτείνει ως μάρτυρες υπεράσπισης ηγετικά στελέχη της Χρυσής Αυγής -αυτά που δεν έχουν κατηγορηθεί- θα είναι πολύ σημαντικό, επειδή θα είναι η πρώτη φορά που το δικαστήριο ουσιαστικά θα έρθει αντιμέτωπο με στελέχη της ηγεσίας της Χρυσής Αυγής. Γιατί μέχρι τώρα είναι άφαντοι και ο Μιχαλολιάκος και οι υπόλοιποι. Δεν έχουν πατήσει στο δικαστήριο.
Δεν είναι ένα σύγχρονο ακροδεξιό πολιτικό κόμμα, όπως είχαμε στην Ελλάδα το ΛΑΟΣ.
Για ποιον λόγο δεν έχουν έρθει μέχρι στιγμής στο δικαστήριο, από τη στιγμή που βγαίνουν και λένε ότι είναι αθώοι και παράλληλα προσπαθούν με διάφορα τεχνάσματα να καθυστερήσουν τη δίκη; Δεν θέλουν να αποδείξουν την αθωότητά τους; Ενώ προτού ξεκινήσει η διαδικασία του δικαστηρίου απειλούσαν ότι θα είναι παρόντες, για να αποδείξουν ακριβώς την αθωότητά τους και ζητούσαν κάλυψη τηλεοπτική και ραδιοφωνική από τα Μέσα Ενημέρωσης, όταν ξεκίνησε η δίκη, πρώτον, οι ίδιοι δεν πάτησαν ποτέ το πόδι τους μέσα και δεύτερον, έδωσαν μάχη να μην υπάρχουν τα ΜΜΕ, ούτε καν να επιτραπεί η μαγνητοφώνηση της διαδικασίας από τους δημοσιογράφους. Αυτό, επειδή οι ίδιοι γνωρίζουν ότι η θέση τους είναι πάρα πολύ δύσκολη, ότι τα ντοκουμέντα εις βάρος τους για την εγκληματική δράση τους είναι συντριπτικά, επομένως ο μόνος τρόπος για να ξεφύγουν από αυτήν τη δίκη, είναι να πείσουν -κυρίως τους οπαδούς τους- ότι δεν υπάρχει, δεν συμβαίνει αυτή η δίκη, δεν διεξάγεται καν, ότι έχει τελειώσει.
Από τη στιγμή που έχουν αποφυλακιστεί κιόλας… Από τη στιγμή που έχουν αποφυλακιστεί, οι ίδιοι δεν μιλάνε καθόλου σχετικά με τη δίκη, αναφέρονται ενδεχομένως σε κάποια πρόσωπα, αλλά αποφεύγουν κάθε τι που έχει σχέση με αυτήν την υπόθεση, ακριβώς επειδή οι ίδιοι ξέρουν και επειδή ήδη το δικαστήριο έχει λάβει γνώση των στοιχείων των επιβαρυντικών. Νομίζω ότι αυτή η τακτική είναι εντελώς στρουθοκαμηλισμός, δεν μπορεί να οδηγήσει πουθενά και πιστεύω ότι με την παρουσία των μαρτύρων υπεράσπισης, οι οποίοι θα κληθούν να απαντήσουν σε όλα αυτά τα στοιχεία που έχει δει το δικαστήριο, θα αντιστραφεί εντελώς το κλίμα και στη δημόσια σφαίρα -θα αποκτήσει άλλου είδους δημοσιότητα η δίκη-, οπότε θα υποχρεωθούν και αυτοί να απολογηθούν γι’ αυτές τις πράξεις τους.
Πιστεύετε ότι ο Μιχαλολιάκος μπορεί να επιλέξει να μην απολογηθεί; Έχουν τη δυνατότητα να εκπροσωπηθούν από τους συνηγόρους τους, όμως θα είναι πολύ αυτοενοχοποιητικό – ένα κόμμα το οποίο θέλει να εμφανιστεί σαν κανονικό κόμμα και διαδίδει ότι έχει υποστεί μια πολιτική δίωξη να μην εκπροσωπηθεί από την ηγεσία του στο δικαστήριο, η οποία να προσπαθήσει να αποδείξει αυτόν τον ισχυρισμό. Αν δεν εμφανιστεί, σημαίνει ότι ή δεν έχει τίποτα να πει επί της ουσίας ή κάτι χειρότερο – ότι δεν αναγνωρίζει τη δικαιοδοσία αυτού του δικαστηρίου, πράγμα που έχει, βέβαια, άλλες έννομες συνέπειες. Επαναλαμβάνω, αυτοί που θα έρθουν τώρα ως μάρτυρες υπεράσπισης θα λειτουργήσουν ως αντ’ αυτού για τον Μιχαλολιάκο, επειδή ο ίδιος τους έχει προτείνει και επομένως ό,τι πουν θα αντανακλάται και στο πρόσωπο του αρχηγού.
Φτάνουμε λοιπόν και σε αυτό που θίγει το νέο σας βιβλίο για την «Αρχή του Αρχηγού». Τι σημαίνει αυτό, το οποίο καταθέσατε και στη δίκη της Χρυσής Αυγής, με το καταστατικό της; Ό,τι συμβαίνει στην οργάνωση το γνωρίζει και το έχει αποφασίσει ο Αρχηγός; Δεν γίνεται να μην το γνωρίζει ή να μην το έχει αποφασίσει; Αυτό που προσπαθώ να αποδείξω και σε αυτό το βιβλίο, αλλά το είχα αναλύσει και στο προηγούμενο βιβλίο, στη Μαύρη Βίβλο της Χρυσής Αυγής, αλλά και έχει αναλυθεί από δεκάδες όχι μόνο δημοσιογράφους, αλλά και πολιτικούς επιστήμονες, κοινωνιολόγους και ιστορικούς και όχι μόνο Έλληνες πλέον, είναι πως η Χρυσή Αυγή είναι ένα ιδιότυπο πολιτικό μόρφωμα, επειδή είναι καθαρά προσανατολισμένο στον ναζισμό. Δεν είναι ένα σύγχρονο ακροδεξιό πολιτικό κόμμα, όπως είχαμε στην Ελλάδα το ΛΑΟΣ. Στοιχείο απαραίτητο του ναζιστικού αυτού χαρακτήρα είναι η ύπαρξη ενός Αρχηγού – του Führer που έλεγαν οι Γερμανοί. Η δομή, δηλαδή, του ναζιστικού μορφώματος υποχρεωτικά περνά από την ύπαρξη ενός ανθρώπου τον οποίο όχι απλώς πιστεύουν και υπακούουν όλοι, αλλά έχει μια θέση υπεράνω όλων των άλλων.
Ακριβώς επειδή βασίζεται στην «Αρχή του Αρχηγού», δεν τέθηκε ποτέ ζήτημα τα 38 αυτά χρόνια αλλαγής του Μιχαλολιάκου από κάποιον άλλον.
Το καταστατικό της Χρυσής Αυγής, το οποίο είναι το γνήσιο καταστατικό που κατέθεσα στο δικαστήριο, έχει ένα ειδικό κεφάλαιο το οποίο ονομάζεται «Η Αρχή του Αρχηγού» και περιγράφει αυτόν τον ιδιαίτερο ρόλο που έχει ο Αρχηγός στη Χρυσή Αυγή. Ότι όλα αποφασίζονται από αυτόν, όλα ελέγχονται από αυτόν και όποιος δεν υπακούει σε αυτόν βρίσκεται εκτός της οργάνωσης αμέσως. Όπως λέει χαρακτηριστικά αυτό το κεφάλαιο του καταστατικού, το πρόσωπο του Αρχηγού είναι απαραβίαστο. Η φράση «η Αρχή του Αρχηγού» από αυτό το κεφάλαιο είναι μεταφρασμένη κατευθείαν από τα γερμανικά, από το λεγόμενο «Führerprinzip», που ακριβώς περιγράφει ο ίδιος ο Hitler στο Ο Αγών μου.
Ο Μιχαλολιάκος πώς βρέθηκε σε αυτόν τον ρόλο; Σε μικρή ηλικία, 16 χρόνων, μπήκε την περίοδο της δικτατορίας στην οργάνωση του Κώστα Πλεύρη, που λεγόταν «Κόμμα 4ης Αυγούστου» και είχε δράση από εκείνη την περίοδο. Αμέσως μετά τη Μεταπολίτευση, ενεπλάκη και μάλιστα καταδικάστηκε και φυλακίστηκε για βομβιστικές τρομοκρατικές ενέργειες που είχαν γίνει από ακροδεξιά σχήματα εκείνην την περίοδο. Από τότε και με δάσκαλο τον Πλεύρη, ο Μιχαλολιάκος ενστερνίστηκε τη ναζιστική «κοσμοθεωρία», όπως τη λέει και μαζί με έναν μικρό πυρήνα στελεχών της οργάνωσης του Πλεύρη -ένας Γιαννόπουλος και ένας Καλέντζης ήταν μεταξύ αυτών- ίδρυσε τη Χρυσή Αυγή τον Δεκέμβρη του ’80. Από τότε διατηρείται -με ένα μικρό διάλειμμα που ο ίδιος αποφασίζει να αναστείλει τη δράση της- μέχρι σήμερα και ακριβώς επειδή βασίζεται στην «Αρχή του Αρχηγού», δεν τέθηκε ποτέ ζήτημα τα 38 αυτά χρόνια αλλαγής του Μιχαλολιάκου από κάποιον άλλον.
Το εξώφυλλο του νέου βιβλίου του Δημήτρη Ψαρρά που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις.
Αν το λάβει υπόψη του το δικαστήριο, στοιχειοθετείται και η κατηγορία της εγκληματικής οργάνωσης; Η κατηγορία της εγκληματικής οργάνωσης δεν απαιτεί για κάθε συγκεκριμένη ενέργεια μιας οργάνωσης να έχει άμεση γνώση η ηγεσία. Αυτό είναι στην περίπτωση της κατηγορίας για ηθική αυτουργία σε κάποια συγκεκριμένη πράξη. Οι χρυσαυγίτες δεν κατηγορούνται ως ηθικοί αυτουργοί συγκεκριμένων πράξεων, αλλά ότι έχουν συγκροτήσει μια οργάνωση η οποία στο πλαίσιο της δράσης της εκτελεί εγκληματικές πράξεις. Αυτό δεν απαιτεί για κάθε συγκεκριμένη πράξη να έχει άμεση γνώση το ένα ή το άλλο ηγετικό στέλεχος, όμως έχει σημασία να τεκμηριωθεί ότι αυτές οι πράξεις έγιναν στο πλαίσιο της οργάνωσης. Δηλαδή, ότι ο Ρουπακιάς ή το τάγμα της Νίκαιας που επιτέθηκε στους αφισοκολλητές του ΠΑΜΕ, δεν έκαναν ό,τι έκαναν ως ατομικές εκτροπές, αλλά στο πλαίσιο της δράσης της οργάνωσης. Αυτό έχει ήδη τεκμηριωθεί, κατά τη γνώμη μου, στο δικαστήριο. Υπάρχουν, δηλαδή, αυτά τα στοιχεία. Είναι λάθος αυτό που θεωρούν κάποιοι, ότι αποφάσισε την παραμονή ο Μιχαλολιάκος να δολοφονηθεί ο Φύσσας και πήρε τηλέφωνο τον Ρουπακιά και του είπε «Δολοφόνησέ τον». Δεν λειτουργεί έτσι αυτή η οργάνωση, ούτε απαιτείται από την κατηγορία της εγκληματικής οργάνωσης κάτι τέτοιο. Η οργάνωση στοχοποιεί ιδιότητες, όχι άτομα και αυτό είναι κάτι διαφορετικό σε σχέση με άλλες τρομοκρατικές πολιτικές οργανώσεις που χρησιμοποιούν τη βία και χρησιμοποιούν συγκεκριμένα άτομα. Εδώ βλέπετε ότι έχουμε μέσα σε ένα χρόνο θύματα έναν μετανάστη νέο, τον Shehzad Luqman, έχουμε τα στελέχη του ΚΚΕ στο Πέραμα, έχουμε ακόμη και ακροδεξιούς, όπως ο Αστέριος Χάμος στον Μελιγαλά, πρώην συνεργάτης της Χρυσής Αυγής ο οποίος έγινε θύμα, ακριβώς επειδή έκανε κάποια πράγματα τα οποία θεωρήθηκαν από την οργάνωση εχθρικές κινήσεις. Όλα αυτά, όμως, έγιναν με βάση ότι χτυπάμε τους εχθρούς μας, είτε αυτοί είναι μετανάστες, αριστεροί, αντιεξουσιαστές και αντιφασίστες είτε ακόμη και εθνικιστές που δεν ταιριάζουν μαζί μας – όλοι αυτοί για τη Χρυσή Αυγή είναι υπάνθρωποι, επομένως υποψήφια θύματα.
Οι Επιθέσεις της Χρυσής Αυγής στο Πέραμα
α
Ενόψει εκλογών φέτος, όλο αυτό πώς το βλέπετε να λειτουργεί στον κόσμο; Από τις τελευταίες εκλογές έχουν μεσολαβήσει η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης, έχουν περάσει τόσες δικάσιμοι, έχουν γίνει τόσα δημοσιεύματα που επιβεβαιώνουν τον ναζιστικό χαρακτήρα της οργάνωσης. Πώς βλέπετε ότι θα επηρεάσουν όλα αυτά τον κόσμο που θα πάει στην κάλπη;
Αν δεν έχει τελειώσει η δίκη, που δεν προβλέπεται να έχει τελειώσει η δίκη πριν από τις εκλογές, ακόμη και αν γίνουν στο απώτατο όριό τους, δεν νομίζω ότι το κοινό της Χρυσής Αυγής, δηλαδή οι ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής, θα επηρεαστεί ιδιαίτερα. Αυτό είναι το αρνητικό, ότι υπάρχει και στην Ελλάδα ένα κοινό έτοιμο να κλείσει τα μάτια, να αδιαφορήσει για τον ναζιστικό χαρακτήρα. Πλέον κανείς δεν μπορεί να πει ότι δεν γνωρίζει. Είναι ο κόσμος που παραδοσιακά ψήφιζε ακροδεξιά στην Ελλάδα. Αν, μάλιστα, δει κάποιος τη μετατόπιση των ψήφων, την ανθρωπογεωγραφία των ψήφων θα καταλάβει: Από τις εκλογές του ’12 που η Χρυσή Αυγή είχε επιτυχίες κυρίως στο κέντρο της Αθήνας, όπου πράγματι είχε κάποιες δράσεις βίαιες, μετά το ’14 και το ’15 οι ψηφοφόροι της μετατοπίζονται εκεί που παραδοσιακά ήταν τα κάστρα της ελληνικής ακροδεξιάς – στη Λακωνία, τη Μεσσηνία, κάποιους νομούς της Βόρειας Ελλάδας κτλ. Αν δεν υπήρχε η Χρυσή Αυγή και υπήρχε ένα άλλο ακροδεξιό σχήμα, θα είχε τα ίδια και ίσως καλύτερα αποτελέσματα, αν δει κανείς συγκριτικά τα νούμερα που επιτυγχάνουν οι ακροδεξιοί στην Ευρώπη και διεθνώς αυτήν την περίοδο. Υπάρχει, όμως, ένα θετικό, το οποίο διαχωρίζει τη σημερινή συγκυρία από την αντίστοιχη περίοδο του Μεσοπολέμου. Η Χρυσή Αυγή δεν έχει κατορθώσει, παρόλο που θα το ήθελε, αυτόν τον κόσμο να τον κινητοποιήσει, να δημιουργήσει ένα κίνημα υπέρ της. Έχει ψηφοφόρους, έχει οπαδούς, αλλά δεν έχει ένα πραγματικό κίνημα. Αυτός που ασκεί τη δολοφονική βία στον δρόμο ή αυτό που λένε αυτοί «τη δράση στο πεζοδρόμιο», είναι ένας μικρός πυρήνας φανατικών μυημένων στελεχών που είναι λίγες εκατοντάδες ή λίγες δεκάδες. Την περίοδο της δίκης ουσιαστικά υπάρχει ένα τάγμα εφόδου, αυτό του Πειραιά, το οποίο μεταφέρεται σε όλη την Ελλάδα με τον Λαγό και κάνα δυο άλλους και πραγματοποιεί τις δράσεις που θέλουν. Επομένως, έχουμε ένα θετικό – ότι ο κόσμος ναι μεν εξακολουθεί να ψηφίζει και να υποστηρίζει, αλλά δεν είναι πρόθυμος να μπει στην παράνομη βίαιη εγκληματική δράση.
Υπάρχει ένα debate στο δημόσιο διάλογο, που εικάζω ότι θα επανέλθει ενόψει εκλογών, για το κατά πόσο πρέπει να δίνεται χώρος στη Χρυσή Αυγή, στα κανάλια, στο να βάλουν εκλογικά περίπτερα στους δήμους. Κάποιοι θεωρούν ότι απαγορεύοντάς την, την ενισχύεις. Ποια είναι η δική σας άποψη; Εγώ πιστεύω ότι θα έπρεπε όλο το πολιτικό σύστημα να συμφωνήσει σε μια απομόνωση. Αυτό που είναι ολέθριο και είναι ακόμη χειρότερο και από την προβολή, είναι η αμηχανία που φαίνεται να νιώθουν και τα πολιτικά κόμματα και όλο το πολιτικό σύστημα απέναντι σε αυτήν την οργάνωση. Αν και η Βουλή έχει ψηφίσει υπέρ της αναστολής της χρηματοδότησής της, μέσα στη Βουλή αντιμετωπίζονται ως ένα κανονικό κόμμα. Πρέπει να δούμε τον Κασιδιάρη να σπρώχνει και να βρίζει τον Δένδια ή τον Μπαρμπαρούση να απειλεί με αποκεφαλισμούς και με πραξικόπημα από το βήμα της Βουλής, για να ξεσηκωθούν τα κόμματα. Καταλαβαίνω την αμηχανία αυτή, επειδή το Σύνταγμά μας δεν προβλέπει απαγόρευση πολιτικών κομμάτων.
Η Χρυσή Αυγή δεν είναι μια κανονική πολιτική οντότητα, όχι επειδή το λέω εγώ, αλλά επειδή το λέει το κατηγορητήριο, το οποίο είναι ένα βούλευμα το οποίο είναι αμετάκλητο.
Είχε θέσει το θέμα της αντισυνταγματικότητας ο Βενιζέλος… Ναι, ο Βενιζέλος ήταν ο μόνος τότε που με την ιδιότητα του πολιτικού αρχηγού είχε δηλώσει ότι πρέπει να εξεταστεί αυτό το ενδεχόμενο. Τώρα είναι πολύ αργά, φυσικά. Νομίζω ότι θα έχουμε εξελίξεις στην περίπτωση που έχουμε καταδικαστική απόφαση στη δίκη. Τότε θα κληθεί και ο Άρειος Πάγος να τοποθετηθεί με έναν διαφορετικό τρόπο. Όσο αφορά το θέμα της δημοσιότητας στα Μέσα, τις συνεντεύξεις κτλ, εγώ θα έλεγα το εξής: Δεν είμαι εναντίον του να πάρει κάποιος συνέντευξη από οποιονδήποτε – από υπόδικους, από εγκληματίες, από καταδικασμένους, από τους πάντες. Όμως, αν πάρει κάποιος συνέντευξη από τον Μιχαλολιάκο, η δημοσιογραφική δεοντολογία απαιτεί το μεγάλο μέρος της συνέντευξης να αφορά τη δίωξη και τη δίκη. Αν κάποιος πάρει μια συνέντευξη πάνω σε αυτά τα θέματα και είναι ενημερωμένος γι’ αυτά, εγώ είμαι υπέρ στο να γίνει αυτή η συνέντευξη. Αλλά το να παίρνουμε μια συνέντευξη, να ξεχνάμε το τι συμβαίνει με τη δίκη, να κάνουμε ότι δεν συμβαίνει αυτή η δίκη και απλώς να δίνουμε βήμα στη Χρυσή Αυγή για να προσποιηθεί το πολιτικό κόμμα, αυτό πιστεύω ότι είναι έξω από κάθε λογική και δημοσιογραφική δεοντολογία.
Σε ένα debate πολιτικών αρχηγών ενόψει των εκλογών; Όχι, δεν θεωρώ ότι θα έπρεπε να μετάσχει και δεν θα μετάσχει κανένας πολιτικός αρχηγός σε ένα τέτοιο debate. Επειδή το debate εμφανίζει de facto αυτό το πράγμα ως μια κανονική πολιτική οντότητα. Η Χρυσή Αυγή δεν είναι μια κανονική πολιτική οντότητα, όχι επειδή το λέω εγώ, αλλά επειδή το λέει το κατηγορητήριο, το οποίο είναι ένα βούλευμα το οποίο είναι αμετάκλητο. Αυτήν τη στιγμή δικάζονται με ένα αμετάκλητο βούλευμα ανώτατων δικαστικών, του Συμβουλίου Εφετών δηλαδή, το οποίο λέει ότι αυτό το πράγμα είναι μια εγκληματική οργάνωση. Μπορεί να μην έχει τελειώσει η δίκη, αλλά η δικαιοσύνη μέχρι τώρα αυτό λέει.
Σε σχέση με τον δημόσιο χώρο; Έχουν επιχειρήματα οι δήμαρχοι, ώστε να μη δώσουν χώρο ή είναι θέμα πολιτικής βούλησης; Πιστεύω ότι είναι θέμα πολιτικής βούλησης. Το είδαμε στην Πάτρα. Ο δήμαρχος της Πάτρας είπε όχι, τελειώσατε. Δικάστηκε, αθωώθηκε. Έτσι γίνεται. Εγώ καταλαβαίνω ότι έχουμε μια sui generis περίπτωση νομικά, που αν τη δει κανείς μόνο νομικά μπορεί να βγάλει όποια απόφαση θέλει. Αλλά επειδή αυτό που παίζεται δεν είναι νομικό, αλλά πολιτικό, το ζήτημα είναι πώς το πολιτικό σύστημα θα βοηθήσει και τη δικαιοσύνη να φέρει σε πέρας αυτήν την υπόθεση. Επειδή αυτήν τη στιγμή έχουμε αναθέσει σε τρεις δικαστές να βγάλουν το φίδι από την τρύπα.
Μετά, δεν θα μπορεί να λέει για παρέμβαση στη δικαιοσύνη η Χρυσή Αυγή; Δεν μιλάω για παρέμβαση. Μιλάω για στήριξη στο ό,τι κάνει. Έχουν γίνει κάποιες κινήσεις. Εγώ θεωρώ θετικό ότι στελέχη του πολιτικού συστήματος, ο ίδιος ο Πρόεδρος της Βουλής επισκέφθηκε το δικαστήριο χωρίς να υποβάλλει τις δικές του απόψεις, αλλά δείχνοντας ότι το κοινοβούλιο παρακολουθεί αυτήν την υπόθεση, κοιτάει να δει τι θα γίνει με αυτήν την υπόθεση. Αυτή νομίζω ότι είναι η σωστή αντιμετώπιση. Από την πλευρά των άλλων κομμάτων, παράλληλα, υπάρχει αυτή η αμηχανία, για παράδειγμα και επί κυβέρνησης Σαμαρά και επί κυβέρνησης Τσίπρα περισσότεροι υπουργοί απαντούν στις ερωτήσεις των χρυσαυγιτών βουλευτών.
Ήδη στις εκλογές του 2015 τα ποσοστά της Χρυσής Αυγής στο κέντρο της Αθήνας είχαν πέσει, σε σχέση με το 2012. Δεν είναι έτοιμοι οι Αθηναίοι για ναζιστή δήμαρχο.
Και πηγαίνουν μαζί στα νησιά… Κάποιοι κάνουν και υπερβολές, αλλά κάποιοι μεμονωμένοι υπουργοί, προς τιμήν τους θα πω εγώ, ο κύριος Δένδιας επί Νέας Δημοκρατίας και η κυρία Χριστοδουλοπούλου επί ΣΥΡΙΖΑ, λένε όχι – όσο εκκρεμεί αυτή η υπόθεση, δεν θα συζητάμε εδώ σαν να μην συμβαίνει τίποτα. Αυτή νομίζω ότι θα ήταν μια σωστή γραμμή, αλλά έχει μια μεγάλη δυσκολία. Όχι μόνο στον χώρο της Δεξιάς, που καλοβλέπει τις ψήφους της Χρυσής Αυγής ως ενδεχόμενες δικές της στο μέλλον, αλλά και στον χώρο της Αριστεράς, όπου υπάρχουν κάποια παλιά ανακλαστικά που λένε ότι αν αντιμετωπιστούν με αυτόν τον τρόπο τώρα οι ναζιστές, μεθαύριο θα αντιμετωπιστούν έτσι οι κομμουνιστές. Είναι μια άποψη που δεν στέκει σε κανενός είδους κριτική, απλώς κατανοητή με όσα έχει περάσει στο παρελθόν η Αριστερά στη χώρα μας.
Από τη στιγμή που η «Αρχή του Αρχηγού» ρίχνει όλο το βάρος στον Μιχαλολιάκο, υπάρχει περίπτωση πριν από το τέλος της δίκης να κάνει έξοδο και να δώσει αλλού την ηγεσία, ώστε να μην υπάρχει αυτό το επιχείρημα; Αν το κάνει θα το κάνει εντελώς προσχηματικά και θα φανεί αυτό, διότι έχει δοθεί πολλές φορές η ευκαιρία να γίνει, αλλά κάθε φορά που κάποιος αναδεικνυόταν ως νούμερο δύο στη Χρυσή Αυγή, έφευγε νύχτα. Ποιος είναι αυτή τη στιγμή ο υπαρχηγός της Χρυσής Αυγής; Ο καθένας θα πει άλλον. Είναι ο Κασιδιάρης; Είναι ο Χρήστος Παππάς; Ποιος είναι ο πιο προβεβλημένος τον τελευταίο καιρό; Ο Λαγός. Ενώ θα περίμενε κανείς ότι επειδή είναι ο πιο εκτεθειμένος και ο πιο άμεσα εμπλεκόμενος, αν υπήρχε η προοπτική απεμπλοκής από την εγκληματική δράση, θα υπήρχε μια λογική απομόνωσης του Λαγού ή τουλάχιστον όχι επιδεικτικής του παρουσίας. Όμως αυτήν τη στιγμή, αυτός που είναι δεξί χέρι του Αρχηγού σε όλες τις εκδηλώσεις είναι ο Λαγός. Είναι παγιδευμένος ο Αρχηγός στην «Αρχή του Αρχηγού».
Πιστεύετε ότι μπορεί να διεκδικήσει ο Ηλίας Κασιδιάρης δεύτερο γύρο στις δημοτικές εκλογές της Αθήνας; Όχι, δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση. Νομίζω ότι δεν θα πάει και τόσο καλά, όσο είχε πάει την τελευταία φορά ο Κασιδιάρης. Ήταν μια συγκυρία τότε διαφορετική. Ήδη στις εκλογές του 2015 τα ποσοστά της Χρυσής Αυγής στο κέντρο της Αθήνας είχαν πέσει, σε σχέση με το 2012. Δεν είναι έτοιμοι οι Αθηναίοι για ναζιστή δήμαρχο.
Φωτογραφία: Αλέξανδρος Μιχαηλίδης/SOOC
Το βιβλίο το αφιερώνετε στη Μάγδα Φύσσα. Τι θέλετε να της πείτε εσείς με όλους αυτούς τους αγώνες που δίνετε και εσείς από τη δική σας πλευρά, τη δημοσιογραφική; Η Μάγδα Φύσσα είναι μια φυσιογνωμία που προκύπτει κατά καιρούς σε όλες τις χώρες από το πουθενά. Δεν έχει ούτε κάποια ιδιαίτερη πολιτική συγκρότηση, κάποιο παρελθόν, ούτε ιδιαίτερη μόρφωση ή τριβή με τα κοινά, όμως μέσα από αυτήν την τραγωδία την προσωπική που έζησε, αυτήν τη στιγμή μπόρεσε και κρατάει στα χέρια της το αντιφασιστικό πνεύμα ενός ολόκληρου λαού. Είναι τρομερό. Η αφιέρωσή μου δεν είναι απλώς επειδή είναι μια μάνα που έχασε το παιδί της, όπως είναι η μάνα του Shehzad Luqman ή άλλες μανάδες. Είναι η γυναίκα που μέσα από αυτό το προσωπικό δράμα απέκτησε μια πλήρη συνείδηση του κινδύνου που αποτελεί για την ελληνική κοινωνία ο ναζισμός και το ναζιστικό έγκλημα, δεν στάθηκε στην αρχική αυθόρμητη αντίδραση ότι το πρόβλημα είναι ο δολοφόνος Ρουπακιάς, κατάλαβε μέσα σε λίγες ημέρες ποιο είναι το πρόβλημα. Με το δικό της παράδειγμα -αυτό είναι το οξύμωρο- δίνει κουράγιο στους υπόλοιπους παράγοντες της δίκης, σε εμάς τους δημοσιογράφους και ελπίζω και στο δικαστήριο. Δίνει το παράδειγμα και για την τόλμη της, αλλά κυρίως για τον τρόπο που αντιμετωπίζει το θέμα. Είναι μια μοναδική προσωπικότητα. Αξίζει τον κόπο κάποιος να τη γνωρίσει, να πάει στη δίκη μόνο και μόνο για να γνωρίσει τη Μάγδα.
Μιλά στο TheTOC η δημοσιογράφος Κατερίνα Οικονομάκου που ακολούθησε τα ίχνη του Θεσσαλονικιού Εβραίου κάντορα, Ε. Ναχάμα, ο οποίος επέζησε του Ολοκαυτώματος.
– «Γέμισε πέτρες το καρότσι τραγουδιστή;»
– «Ναι».
– «Ε, τότε έλα εδώ και πες μας ένα τραγούδι…»
Αν η υπέροχη φωνή είναι δώρο Θεού, αυτό ήταν που χάρισε τη ζωή στον Εστρόγκο Ναχάμα, σε ένα από τα μεγαλύτερα κολαστήρια του 20ου αιώνα. Ο σεβάσμιος κάντορας της εβραϊκής κοινότητας του Δυτικού Βερολίνου – και συγκλονιστικός ψάλτης στην ταινία «Καμπαρέ» του Μπομπ Φος – που εκτοπίστηκε στο ΄Αουσβιτς τον Μάρτιο του 1943, γλύτωσε το θάνατο χάρη στο σπάνιο ταλέντο του. «Τραγουδούσα για τους κάπο, για τους γιατρούς του στρατοπέδου, για τους άνδρες των Ες Ες», θα αφηγηθεί. Η ανταμοιβή του ήταν ένα κομμάτι ψωμί πεταμένο στις λάσπες. «Αυτό με κράτησε στη ζωή. Ετσι επέζησα στο ΄Αουσβιτς. Μόνο χάρη σ’ αυτό».
Ο Εστρόγκο Ναχάμα γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1918. Κι όμως, μετά το κολαστήριο του ΄Αουσβιτς, επέστρεψε μόνο μια φορά στην πατρίδα του. Κανένας από τους δικούς του δεν είχε επιβιώσει του Ολοκαυτώματος, ενώ η λαμπρή του σταδιοδρομία έκτοτε θα γίνει γνωστή παντού, εκτός από την πατρίδα του. Η Ελλάδα άργησε πολύ να συζητήσει το Ολοκαύτωμα, όπως επιβεβαιώνεται μέσα απ’ αυτό το βιβλίο…
Ακολουθώντας τα ίχνη αυτής της μοναδικής διαδομής, αναδιφώντας σε αρχεία, συζητώντας με τους οικείους και τους φίλους του, ζητώντας τη συνδρομή των ιστορικών πηγών και χρησιμοποιώντας τα εργαλεία της ιστορικής έρευνας, η δημοσιογράφος Κατερίνα Οικονομάκου συνθέτει μια μονογραφία για τον Εστρόγκο Ναχάμα που με τίτλο «Ο τραγουδιστής του ΄Αουσβιτς» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καπόν. «Ήθελα απλώς να γράψω αυτήν την ιστορία και, με μια έννοια, να φέρω πίσω τον Εστρόγκο στην πατρίδα του», λέει στη συνομιλία της με το TheTOC.
– Είναι αλήθεια ότι όλα ξεκίνησαν από μια δήλωση του διευθυντή του βερολινέζικου μουσείου «Τοπογραφία του Τρόμου», Αντρέας Ναχάμα το 2010;
– Όλα ξεκίνησαν ένα πρωινό, το φθινόπωρο του 2010, που έτυχε να διαβάζω μια γερμανική εφημερίδα. Βλέπω λοιπόν ένα ενδιαφέρον δημοσίευμα για μια έκθεση που γινόταν στην Τοπογραφία του Τρόμου, στο Βερολίνο. Πρόκειται για χώρο μνήμης του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Και το κομμάτι για την έκθεση είχε και δηλώσεις του διευθυντή της Τοπογραφίας του Τρόμου, του Αντρέας Ναχάμα. Το όνομα μου έκανε αμέσως εντύπωση, γιατί ήταν ολοφάνερα σεφαραδίτικο. Σκέφτηκα ότι θα πρέπει να έχει ρίζες στα Βαλκάνια ή την Ιταλία κι έτσι, από περιέργεια, τον “γκούγκλαρα”. Μέσα σε λίγα λεπτά είχα διαπιστώσει ότι όχι απλώς είχε ρίζες από τα Βαλκάνια, αλλά ο πατέρας του Αντρέας, ο Εστρόγκο Ναχάμα, ήταν Θεσσαλονικιός, επιζών του Ολοκαυτώματος. Ο οποίος, μάλιστα, έγινε αρχικάντορας της Εβραϊκής Κοινότητας του Βερολίνου και διάσημος τραγουδιστής.
– Τι ήταν αυτό που σας κινητοποίησε περισσότερο απ’ όλα να ξεκινήσετε την έρευνα αναζήτησης των ιχνών του πατέρα του, Εστρόγκο Ναχάμα;
Πρώτα λειτούργησε η περιέργεια, όπως πάντα συμβαίνει. Φαντάσου ότι έπεσα πάνω στην πληροφορία ότι ένας άντρας που ονομαζόταν Εστρόγκο Ναχάμα, γεννημένος και μεγαλωμένος στην Θεσσαλονίκη, επέζησε από το Άουσβιτς και μετά την απελευθέρωσή του παρέμεινε στην Γερμανία, όπου και έκανε σπουδαία καριέρα. Ήταν πασίγνωστος. Και παρ’όλα αυτά, στην πατρίδα του ήταν άγνωστος. Για ποιο λόγο; Αυτό το ερώτημα με κινητοποίησε αρχικά. Πολύ σύντομα, όμως, άρχισα να ενδιαφέρομαι αυθεντικά για το ίδιο το πρόσωπο, ήθελα να τον ανακαλύψω.
– Πως φτάσατε στη Ουάσινγκτον για να ανακαλύψετε την καρτέλα που είχε ο Εστρόγκο Ναχάμα στο Άουσβιτς; Και πως αυτή η καρτέλα βρέθηκε εκεί;
Έτυχε να βρίσκομαι στην Ουάσιγκτον, στο πλαίσιο ενός ταξιδιού, και επισκέφθηκα το Μουσείο του Ολοκαυτώματος, όπου ως ερευνητής μπορείς να έχεις πρόσβαση σε διάφορα αρχεία.
– Πως κινήθηκε σε γενικές γραμμές η έρευνά σας; Πόσο διήρκεσε και τι ήταν αυτό που σας εμψύχωνε να συνεχίσετε κατά τη διάρκειά της;
Η έρευνα κατέστη εφικτή χάρη σε μια δημοσιογραφική υποτροφία του Freie Universität του Βερολίνου. Χωρίς την υποτροφία, δεν θα είχα καταφέρει να μείνω στο Βερολίνο προκειμένου να κάνω την έρευνα, ο κύριος όγκος της οποίας ολοκληρώθηκε μέσα σε έναν χρόνο. Συνολικά, πάντως, ασχολήθηκα τρία χρόνια με το θέμα.
– Ποιές ήταν οι μεγαλύτερες δυσκολίες που αντιμετωπίσατε κατά τη διάρκειά της;
Οι δυσκολίες που βάζει η πάροδος του χρόνου, καθώς είναι όλο και πιο δύσκολο να εντοπίσει κανείς μάρτυρες που βρίσκονται εν ζωή. Ο ίδιος ο Ναχάμα είχε πεθάνει το 2010, χωρίς να γράψει απολύτως τίποτε.
– Πως αυτή η έρευνα έφτασε να γίνει βιβλίο; Πότε κυκλοφόρησε; Ποια η πορεία του μέχρι τώρα;
Πρόκειται για ένα μακρύ ρεπορτάζ, στην πραγματικότητα. Την ίδια στιγμή, όμως, έχει κάποιες ιδιαιτερότητες, καθώς είναι εντελώς αδύνατο να ολοκληρώσει ο ερευνητής το παζλ που αποτελεί η ζωή ενός ανθρώπου, ο οποίος είχε επιλέξει να μιλάει ελάχιστα για τον εαυτό του. Η ιστορία του, όμως, μας ενδιαφέρει, καθώς αποτελεί μέρος της συλλογικής ιστορίας μας. Και θέτει ερωτήματα γύρω από το πώς έχουμε διαχειριστεί τη μνήμη. Έτσι θέλησα να αφηγηθώ όχι ακριβώς την ιστορία του Εστρόγκο, αλλά την ιστορία της αναζήτησής του Εστρόγκο. Άρχισα, λοιπόν, να γράφω το ρεπορτάζ, αλλά στην πορεία αποφάσισα ότι θα ήθελα να πάρω τον αναγνώστη από το χέρι και να του ζητήσω να με παρακολουθήσει καθώς παλεύω να ανακαλύψω τα χαμένα κομμάτια του παζλ.
– Πως θα σκιαγραφούσατε με λίγα λόγια τον Εστρόγκο Ναχάμα; Τι θα πρέπει να διαθέτει κάποιος για να μπορέσει να επιβιώσει των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης;
Ο Εστρόγκο Ναχάμα ήταν ένας εξαιρετικά ταλαντούχος άνθρωπος. Είχε μια εξαίσια φωνή, θα μπορούσε να έχει κάνει καριέρα στην όπερα. Ήταν γεννημένος για την όπερα. Αρκεί να τον ακούσει κανείς έστω μια φορά και θα το καταλάβει. Στα στρατόπεδα, λοιπόν, επιβίωσε ακριβώς χάρη στη φωνή του. Το έλεγε ο ίδιος, άλλωστε. Οι δεσμοφύλακές του τον έβαζαν να τραγουδάει για να τους διασκεδάζει, κι έτσι του πέταγαν κανένα ξεροκόμματο, κυριολεκτικά. Αυτό και η γερή κράση του, τον έσωσαν. Αν και στο τέλος του πολέμου, ήταν βαριά άρρωστος πια.
– Αληθεύει ότι ο πρώτος που προσπάθησε μεταπολεμικά να βοηθήσει να αποκατασταθούν οι σχέσεις ανάμεσα στους Εβραίους και στους Χριστιανούς της Γερμανίας;
Ως αρχικάντορας της Εβραϊκής Κοινότητας του Δυτικού Βερολίνου, μετά τον πόλεμο ήταν πρόσωπο υψηλής αναγνωρισιμότητας και κύρους. Και ήταν ο πρώτος Εβραίος με τέτοια θέση, που δέχτηκε να εργαστεί για την προσέγγιση των δύο κοινοτήτων. Γιατί μπορείτε να φανταστείτε πόσο δύσκολο και τολμηρό ήταν αυτό στη μεταπολεμική Γερμανία.
– Αληθεύει ότι τη μία και μοναδική φορά που αποπειράθηκε να έρθει στην Ελλάδα και στη Θεσσαλονίκη αντίκρισε μια πόλη που δεν αναγνώρισε, ερημωμένη απ’ όλους τους συγγενείς και τους φίλους του; Κι ότι το 1959 και κατηγορήθηκε για λιποτάκτης επειδή δεν είχε ανταποκριθεί στην κλήση να πολεμήσει το 1946;
Ναι, έτσι είναι. Επέστρεψε στην πόλη του μία και μοναδική φορά. Ήρθε οδηγώντας, από την Γερμανία. Ειχε μια ελπίδα ότι θα μπορούσε ίσως να βρει ζωντανό έναν συγγενή του. Αλλά δεν βρήκε κανέναν. Βρήκε έναν καλό φίλο του, μόνο. Κι εκείνος ο φίλος τον βοήθησε να γλιτώσει από τα πλοκάμια της ελληνικής γραφειοκρατίας, που τον είχε καταγεγραμμένο ως λιποτάκτη. Αυτόν, που ως έλληνας στρατιώτης είχε πρώτα πολεμήσει στο Αλβανικό Μέτωπο, προτού εκτοπιστεί στο Άουσβιτς.
– Εφυγε από τη ζωή έχοντας τι αισθήματά του για τη χώρα του, την Ελλάδα;
Δεν μπορώ να το γνωρίζω, δυστυχώς. Ο γιος του μου έχει πει ότι για αυτόν, η Θεσσαλονίκη ήταν μια λευκή κηλίδα στον χάρτη. Τον πονούσε πάντα. Για μένα, πάντως, έχει μεγάλη σημασία ότι κράτησε έως το τέλος της ζωής του το ελληνικό διαβατήριο. Παρόλο που η γερμανική κυβέρνηση όχι μόνο τον είχε παρασημοφορήσει, αλλά του ζητούσε να γίνει γερμανός πολίτης.
– Κυρία Οικονομάκου, έχετε προσωπικά κάποια σχέση με την Εβραϊκή κοινότητα της Ελλάδας;
Όχι, καμία.
– Ποιος ο απώτερος στόχος σας μέσα από το συγκεκριμένο βιβλίο;
Ήθελα απλώς να γράψω αυτήν την ιστορία και, με μια έννοια, να φέρω πίσω τον Εστρόγκο στην πατρίδα του.
– Πως αντιμετωπίστηκε το Ολοκαύτωμα στην Ελλάδα;
Θα έλεγα ότι αργήσαμε πολύ να συζητήσουμε για το Ολοκαύτωμα των Ελλήνων Εβραίων. Τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, υπήρχαν και φαινόμενα έντονου αντισημιτισμού. Είναι οδυνηρό, σας διαβεβαιώ, να ακούτε κάποιες από τις αφηγήσεις επιζώντων που λένε τι αντιμετώπιση είχαν από τους συμπολίτες τους όταν γύρισαν στα σπίτια τους.
– Πως θα σχολιάζατε αυτό που γράφτηκε στο Βήμα: «Αδύνατον να μη σκεφθείς ότι σε μια εποχή όπου η δημοσιογραφία απαξιώνεται και αφανίζεται, το πόνημα της Οικονομάκου αποτελεί ένα παράδειγμα για το πώς θα όφειλε να ασκείται από τους λειτουργούς της»;
Είναι ένα σχόλιο εξαιρετικά γενναιόδωρο και ευγενικό. Και μεγάλη χαρά να το λέει για τη δουλειά σου μια συνάδελφος που εκτιμάς.
Με αφορµή την Παγκόσµια Ηµέρα κατά του Ρατσισµού, ζητήσαµε από το Γιάννη Φουκαράκη, εθελοντή του Κυριακάτικου Σχολείου Μεταναστών, να γράψει τους λόγους για τους...