Η κανονικοποίηση της ρατσιστικής ρητορικής

Η κανονικοποίηση της ρατσιστικής ρητορικής

Δήμητρα Αθανασοπούλου

Σε αυτή την κοινωνική πραγματικότητα, η λευκότητα παρουσιάζεται ως δομική φυλετική τάξη και οι Ρομά, οι πρόσφυγες και οι μετανάστες ως απειλή αυτής της τάξης. Το ρατσιστικό μίσος, ως γνωστόν, ενσαρκώνει την απόρριψη του διαφορετικού που απειλεί να μας καταργήσει και η ρατσιστική βία χτυπά αυτή τη διαφορετικότητα του Αλλου.


Η ιστορία που έχει δημιουργηθεί για τους Ρομά -γράφει ο Cayetano Fernandez- είναι ένα λευκό κατασκεύασμα το οποίο παρήγαγε τη νομιμοποίηση της λευκής ταυτότητας.

Συνεπώς, ο αντι-τσιγγανισμός -σημειώνει ο εξειδικευμένος στα θέματα των Τσιγγάνων ερευνητής- είναι ένα φυλετικό σύστημα κυριαρχίας, με ιστορικές ρίζες στη νεωτερικότητα και υπακούει στην κατασκευή του λευκού Ευρωπαίου ανθρώπου ως πρότυπο της ανθρωπότητας, με αποτέλεσμα να απανθρωποποιεί όλους τους άλλους.

Η οκτάχρονη Ρομά που έχασε τη ζωή της σε κοινή θέα το απόγευμα της 17ης Νοέμβρη, σε εργοστάσιο του Κερατσινίου, ήταν προφανώς πλήρως απανθρωποποιημένη στα μάτια (μας). Γι’ αυτό και προσπεράστηκε σαν να μην ήταν άνθρωπος, σαν μην είχε αξία η ζωή της. Συγκεκριμένα τα οπτικοακουστικά ντοκουμέντα έδειξαν τους υπάλληλους του εργοστασίου να προσπερνούν για ώρα το κοριτσάκι, ενώ εκείνο αργοπέθαινε εγκλωβισμένο στη σιδερένια πόρτα.

Η μελέτη «Η κανονικοποίηση του ακροδεξιού λόγου στην Ελλάδα: φύλο, ΜΜΕ, Ενοπλες Δυνάμεις, Εκκλησία» που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στα ελληνικά και τα αγγλικά, με την υποστήριξη του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ, υπό την επιστημονική ευθύνη των Ρόζας Βασιλάκη και Γιώργου Σουβλή, είναι ένα από τα πιο σημαντικά βιβλία, που έχουν εκδοθεί στη χώρα μας σχετικά με τον βαθμό στον οποίο η ρητορική της Ακρας Δεξιάς έχει διεισδύσει στον καθημερινό λόγο.

Πρόκειται για έργο της ομάδας κοινωνικών μελετών που μας δείχνει πως οι ακραίες απόψεις που εκφράζονται αρνητικά, μέσω φοβικότητας και αποκλεισμού, γίνονται «αυτονόητες» και πλαισιώνουν την «κοινή λογική».

Εξαιρετικό ενδιαφέρον το κεφάλαιο που μας παρουσιάζει πώς τα ΜΜΕ αναπαρήγαγαν την ελληνική εθνική Ιστορία μέσα από μια εμμονική σχεδόν αναζήτηση μιας κυρίαρχης ελληνικής ταυτότητας με ιστορικές καταβολές στα βάθη των αιώνων, η οποία συνδέθηκε με την Αρχαία Ελλάδα, συμβάλλοντας στη διαμόρφωση ενός φοβικού κλίματος περί ακεραιότητας του έθνους και ασφάλειας των πολιτών του.

Διατρέχοντας τη σπουδαία αυτή μελέτη διαπιστώνουμε –σελίδα σελίδα- πόσο επικίνδυνη είναι η γλώσσα και φυσικά ο δημοσιογραφικός λόγος και πώς έχει τη δύναμη να αμβλύνει ένα έγκλημα ή την εγκληματική αδιαφορία και αποσιώπηση, όπως στην περίπτωση της οκτάχρονης Ρομά.

Ο Γιώργος Σουβλής και η Ρόζα Βασιλάκη στο πολύτιμο αυτό εγχειρίδιο τεκμηριώνουν πως η κανονικοποίηση του ρατσισμού δεν είναι προνόμιο των ακροδεξιών κομμάτων από τη στιγμή που η παραγωγή ενός λόγου έχει καλλιεργήσει τον πανικό μέσω μιας ηθικοπλαστικής γλώσσας, κατασκευάζοντας τον Αλλο, άλλοτε ως δυστυχισμένο αλλά ταυτόχρονα απειλητικό πρόσφυγα-μετανάστη και άλλοτε ως «Σκοπιανό» γείτονα που επιβουλεύεται τη χώρα μας.

Το ερωτηματολόγιο, πάνω στο οποίο βασίστηκε η έρευνα, εστίασε σε ένα ερευνητικό κενό: στη διερεύνηση της διασποράς ζητημάτων που έχουν αποτελέσει ναυαρχίδες του ακροδεξιού και υπερσυντηρητικού λόγου, είτε αυτός εκφράζεται μέσα από κόμματα, είτε από αυτό που αποκαλούμε κοινωνία των πολιτών. Οσο για τις απαντήσεις; Μας επιβεβαιώνουν πόσο οι ιστορικές αφηγήσεις, μιντιακές αναπαραγωγές και πολιτικές πρακτικές έχουν ενσωματωθεί στην ιδεολογία της λευκής υπεροχής…

Η σκηνή αντιμετώπισης του θανάτου της οκτάχρονης Ρομά αντανακλά την κανονικοποίηση του ρατσισμού και συγκεκριμένα της αντι-Ρομά ρητορικής, υπενθυμίζοντάς μας την εκκωφαντική αποσιώπηση του ρατσισμού των Ρομά στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και πως τελικά όποιος ελέγχει τη γλώσσα αποκτά και τον έλεγχο της κοινωνικής πραγματικότητας, η οποία έχει κατασκευαστεί -επίσης- μέσα από τον λόγο, βάσει της φουκοϊκής θεωρίας.

Σε αυτή την κοινωνική πραγματικότητα, η λευκότητα παρουσιάζεται ως δομική φυλετική τάξη και οι Ρομά, οι πρόσφυγες και οι μετανάστες ως απειλή αυτής της τάξης. Το ρατσιστικό μίσος, ως γνωστόν, ενσαρκώνει την απόρριψη του διαφορετικού που απειλεί να μας καταργήσει και η ρατσιστική βία χτυπά αυτή τη διαφορετικότητα του Αλλου.

Βάσει του παραπάνω συλλογισμού… ο αντι-Ρόμα ρατσισμός εμφανίζεται ως ρυθμιστική τακτική για τον έλεγχο, την παρατήρηση και την πειθάρχηση του σώματος των Ρομά, σε σημείο μάλιστα που ακόμα και προοδευτικές φωνές έχουν πλέον υιοθετήσει τον ρόλο των «λευκών σωτήρων» που πρέπει να «σώσουν» τις γυναίκες Ρομά από τη λεγόμενη «πατριαρχία των Ρομά»- σκέψη δανεική από τον Fernandez. Με άλλα λόγια; Αν δεν τους σώσουμε από τον βάρβαρο εαυτό τους, η ζωή τους δεν θα έχει αξία… Οσο εννοιολογούμε δηλαδή τον αντιτσιγγανισμό ως συνέπεια του «τρόπου ζωής των Ρομά», τόσο θα ενοχοποιούμε τον τρόπο ζωής των Ρομά για τον ρατσισμό που αντιμετωπίζουν και τόσο θα νομιμοποιούμε την απανθρωποποίηση αυτών των ανθρώπων.

Ετσι, θα καταλήξουμε μια μέρα όλοι –αν δεν έχουμε ήδη καταλήξει- είτε να τους θεωρούμε επικίνδυνους, είτε να μην τους αντιμετωπίζουμε σαν ανθρώπινα πλάσματα. Οπως στην περίπτωση της οκτάχρονης. Στην ψυχανάλυση, αν δεν αναδείξουμε την υποκειμενικότητα κάθε ανθρώπου έναντι κάθε απόπειρας «κανονικοποίησης», σύμφωνα με τον Ζακ Λακάν «κινδυνεύουμε να είμαστε όλοι ανυπόφορα ίδιοι».

Εχουμε αναλογιστεί πόσο επικίνδυνο είναι να είναι όλοι ίδιοι στα μάτια μας σαν μια απειλητική ή αδιάφορη μάζα; Σκεφτείτε ένα οκτάχρονο παιδί να αργοπεθαίνει εγκλωβισμένο μέσα σε μια σιδερένια πόρτα, τους «ανθρώπους» και αναλογιστείτε… Τα αντικείμενα του ρατσισμού -γράφει ο ψυχαναλυτής Ερίκ Λοράν- αλλάζουν όσο τροποποιείται ο κοινωνικός δεσμός. Ας τροποποιήσουμε, λοιπόν, κατεπειγόντως τον κοινωνικό δεσμό…


Πηγή: efsyn.gr

19

ΚΑΝΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Γράψτε μια απάντηση