«Δεν πρέπει να ξαναφορέσουν τις στολές τους»

«Δεν πρέπει να ξαναφορέσουν τις στολές τους»

της Εύας Παπαδοπούλου

Μια σημαντική αρχή στο δρόμο για τη δικαίωση όσων επέζησαν από το πολύνεκρο ναυάγιο του 2014 στο Φαρμακονήσι αποτελεί η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου ● Να σταματήσει η συγκάλυψη των επανα- προωθήσεων ζητούν σε συνέντευξη Τύπου οι πέντε οργανώσεις που δικαιώθηκαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ● Δύο επιζώντες πρόσφυγες που είδαν την οικογένειά τους να ξεκληρίζεται απαιτούν τιμωρία των ενόχων

«Aυτό που έχασα δεν θα το ξαναπάρω πίσω. Μας έβγαλαν τα ρούχα μας. Ημασταν γυμνοί και βρεγμένοι. Αυτά είναι τα δικαιώματά μας; Μας πήγαν στο αστυνομικό τμήμα, μας πήραν καταθέσεις και μας είπαν να υπογράψουμε έγγραφα που δεν κατανοούσαμε. Η συμπεριφορά τους ήταν απάνθρωπη». Ο Εσανουλάχ Σάφι είναι ένας από τους 16 πρόσφυγες που επέζησαν από το πολύνεκρο ναυάγιο της 20ής Ιανουαρίου του 2014 λίγο έξω από το Φαρμακονήσι, στο οποίο έχασε όλη του την οικογένεια, τη σύζυγό του και τα τέσσερα παιδιά τους. Την περασμένη Πέμπτη, ο Σάφι δικαιώθηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, όπως και άλλοι 13 επιζώντες που έκαναν προσφυγή εναντίον της Ελλάδας.

Ο Σάφι και ο Σαμπούρ Αζίζι, επίσης πρόσφυγας που επέζησε από το ναυάγιο, βρέθηκαν στη συνέντευξη Τύπου που έδωσαν στην αίθουσα του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών οι πέντε οργανώσεις που υποστήριξαν νομικά την προσφυγή των επιζώντων, εκφράζοντας το αίτημα οι ιθύνοντες να καταδικαστούν: «Είμαστε όλοι χαρούμενοι με την απόφαση, αλλά είμαστε ακόμη στην αρχή. Αυτοί οι άνθρωποι δεν πρέπει να ξαναφορέσουν τις στολές τους», τόνισε ο Αζίζι, που έχασε στο ναυάγιο και αυτός τη σύζυγό του και το μοναδικό τους παιδί.

Από αριστερά: Μ. Τζεφεράκου, Ε. Σπαθανά, Ι. Κούρτοβικ, Γ. Τσαρμπόπουλος, Δ. Αγγελίδης, Μ. Παπαμηνά, Κ. Τσιτσελίκης

Η εμβληματική απόφαση του ΕΔΔΑ δεν εκθέτει απλά τη στάση του Λιμενικού, με την απουσία σωστικών μέσων και τη μη τήρηση του πρωτοκόλλου διάσωσης ή τη στάση της Εισαγγελίας του Ναυτοδικείου Πειραιά που δεν διερεύνησε την καταγγελία για επαναπροώθηση, αλλά και την ίδια την πολιτική γραμμή και ρητορική της τότε κυβέρνησης Σαμαρά, που επέτρεπε στις ελληνικές αρχές να δρουν κατά παράβαση του διεθνούς και ελληνικού δικαίου, ακόμα και με θανάσιμα αποτελέσματα.

Ο Γιώργος Τσαρμπόπουλος, τότε επικεφαλής του Γραφείου της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα, τόνισε πως από την πρώτη στιγμή πραγματοποιήθηκαν ουσιαστικές κινήσεις που θα μπορούσαν να συμβάλουν καταλυτικά ώστε η υπόθεση να πάρει τον δρόμο της Δικαιοσύνης. Ομως η Υπατη Αρμοστεία, παρότι από την επομένη του ναυαγίου ανακοίνωσε ότι διαθέτει μαρτυρίες επιζώντων ότι το σκάφος ρυμουλκούνταν προς την Τουρκία, δεν κλήθηκε ποτέ από τον Ελληνα εισαγγελέα για να καταθέσει: «Οταν υπάρχουν καταγγελίες, η έρευνα πρέπει να γίνεται σε βάθος, να είναι ενδελεχής και προς όλες τις κατευθύνσεις. Οχι να υπάρχει a priori απαξίωση, κηλίδωση και κατασυκοφάντηση των καταγγελλόντων και των οργανώσεων».

«Χάνονται ακόμη ζωές στη θάλασσα», συμπλήρωσε η Μαρία Παπαμηνά, δικηγόρος στο Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες: «Το 2021 -για πρώτη φορά μετά το 2015- το ποσοστό των νεκρών/αγνοουμένων ήταν πάνω από 1% σε σχέση με όσους εισήλθαν από τα νησιά. Η Ελλάδα έχει νομική υποχρέωση όταν ένας άνθρωπος είναι στη δικαιοδοσία της να εξετάσει αν χρειάζεται διεθνή προστασία. Στην περίπτωση του Φαρμακονησίου οι καταγγέλλοντες στιγματίστηκαν ως ψεύτες και ο εισαγγελέας έκλεισε την υπόθεση με τον συλλογισμό πως δεν γίνονται επαναπροωθήσεις στην Ελλάδα».

Η Μαριάννα Τζεφεράκου, από τις οργανώσεις RSA/PRO ASYL, υπογράμμισε πως «οι πρακτικές γίνονται με εντολές από την πολιτική ηγεσία. Στην υπόθεση των 14 προσφύγων, οι λιμενικοί έπαιρναν εντολές από τη Διεύθυνση Προστασίας των Συνόρων του υπουργείου Ναυτιλίας. Σήμερα συναντάμε περιπτώσεις αλόγιστης χρήσης βίας εναντίον βαρκών με νεοεισερχόμενους προσφυγες. Πιο σημαντική γίνεται η “αποτροπή” και η “διασφάλιση των συνόρων” παρά η προστασία των επιβαινόντων».

«Είναι ανήκουστο το επιχείρημα περί υπεράσπισης των συνόρων. Ο καλύτερος τρόπος για να διασφαλίσεις την παρουσία σου και την εδαφική κυριαρχία σε συνορεύουσα ζώνη είναι να κάνεις διάσωση», υπογράμμισε η Ελένη Σπαθανά από την Ομάδα Δικηγόρων για τα Δικαιώματα Προσφύγων και Μεταναστών. Σημείωσε πως το δίκαιο της θάλασσας υποχρεώνει κράτη και ιδιώτες να συμμετέχουν στην προστασία της ανθρώπινης ζωής σε περίπτωση κινδύνου.

Την υποχρέωση της ελληνικής Δικαιοσύνης να ξανανοίξει τη διερεύνηση των ποινικών ευθυνών μετά την καταδικαστική απόφαση του ΕΔΔΑ επισήμανε ο καθηγητής του ΠΑΜΑΚ Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης από την Ελληνική Ενωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. «Πλέον το μπαλάκι γυρίζει πάλι στον Ελληνα εισαγγελέα που οφείλει να ξαναασχοληθεί με την υπόθεση. Θα εφαρμόσει την υποχρέωσή του και πώς θα το πράξει αυτό; Υπάρχουν ευθύνες για τους ανθρώπους του Λιμενικού; Ηταν αυθαιρεσία των ίδιων των λιμενικών του σκάφους; Υπήρχε πολιτική εντολή πού και πού να γίνεται αποτροπή; […] Δεν υπάρχει πολιτική ευθύνη αν ωθούμε όργανα του κράτους να κινούνται σε μια γκρίζα ζώνη ατιμωρησίας;». Για «κούρσα συγκάλυψης» έκανε λόγο η Ιωάννα Κούρτοβικ από το Δίκτυο Κοινωνικής Υποστήριξης Προσφύγων και Μεταναστών. «Σπάνια η ελληνική Δικαιοσύνη τολμά να ασκήσει ποινική δίωξη κατά ενστόλων όταν παραβιάζουν τον νόμο και πολύ πιο σπάνια κατορθώνει να τους καταδικάσει. Το κύρος των σωμάτων ασφαλείας ανάγεται σε κάτι ανώτερο από το κύρος της Δικαιοσύνης. Είναι κάτι που δεν πρέπει να αποδεχθούμε».

«Ο δρόμος που έχουμε να διανύσουμε είναι ένας δρόμος διεκδίκησης της διαφάνειας, της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αποζημίωσης των θυμάτων. Πρέπει να δουλέψουμε όλοι μαζί και στην Ελλάδα και σε όλη την Ευρώπη», κατέληξε ο Καρλ Κοπ από την οργάνωση PRO ASYL.

Τη συνέντευξη Τύπου συντόνισε ο δημοσιογράφος της «Εφ.Συν.» Δημήτρης Αγγελίδης.

Πηγή: efsyn.gr

36

ΚΑΝΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Γράψτε μια απάντηση