Το πανόραμα της ευρω-κάλπης

Το πανόραμα της ευρω-κάλπης

του Πάνου Πέτρου

Ο δικομματισμός σε κρίση αλλά με εφεδρείες του «ακραίου κέντρου», η ακροδεξιά ήρθε για να μείνει, η Αριστερά σε εξαιρετική αδυναμία, ενώ εκδηλώνεται το πράσινο «τσουνάμι»

Οι ευ­ρω­ε­κλο­γές έχουν μια ιδιαι­τε­ρό­τη­τα. Είναι άθροι­σμα δια­φο­ρε­τι­κών εκλο­γι­κών ανα­με­τρή­σε­ων που συ­νή­θως έχουν χα­ρα­κτή­ρα «δη­μο­ψη­φί­σμα­τος» για την κυ­βέρ­νη­ση σε κάθε χώρα, και συχνά η εμ­φά­νι­ση μιας τάσης σε κά­ποιες χώρες αναι­ρεί­ται σε κά­ποιες άλλες. Με αυτό ως δε­δο­μέ­νο, προ­κύ­πτει ωστό­σο μια «με­γά­λη ει­κό­να», που φω­τί­ζε­ται από κά­ποιες εξε­λί­ξεις σε ση­μα­ντι­κά με­γά­λα κρά­τη-μέ­λη.

Το κυ­ρί­αρ­χο είναι η συ­νέ­χεια της κρί­σης του πα­ρα­δο­σια­κού δι­κομ­μα­τι­σμού. Για πρώτη φορά στην ιστο­ρία του ευ­ρω­κοι­νο­βου­λί­ου, ο «με­γά­λος συ­να­σπι­σμός» του δε­ξιού Λαϊ­κού Κόμ­μα­τος με τους Σο­σιαλ­δη­μο­κρά­τες, που άτυπα «συ­γκυ­βερ­νά» στην ΕΕ, έχασε την πλειο­ψη­φία. Το άθροι­σμα των δύο με­γά­λων «ευ­ρω­παϊ­κών οι­κο­γε­νειών» δεν ξε­περ­νά το 50% των εδρών. Και οι απώ­λειες αφο­ρούν και τις δύο πα­ρα­τά­ξεις.

Ηχηρά χα­στού­κια στην πα­ρα­δο­σια­κή κε­ντρο­δε­ξιά

Η κε­ντρο­δε­ξιά παρά τις πρω­τιές κι επι­τυ­χί­ες της σε κά­ποιες χώρες (Αυ­στρία, Δανία, Φιν­λαν­δία, Βουλ­γα­ρία, Σλο­βε­νία κ.ά.), αντι­με­τώ­πι­σε πολ­λα­πλά σοκ –ει­δι­κά στις με­γα­λύ­τε­ρες χώρες. Η «ατμο­μη­χα­νή» του Λαϊ­κού Κόμ­μα­τος, η γερ­μα­νι­κή Χρι­στια­νο­δη­μο­κρα­τία υπο­χώ­ρη­σε στο 28,9% (6,5 μο­νά­δες κάτω από τις τε­λευ­ταί­ες ευ­ρω­ε­κλο­γές, αλλά και 4 μο­νά­δες κάτω από τις τε­λευ­ταί­ες εθνι­κές εκλο­γές του 2017), το χει­ρό­τε­ρο απο­τέ­λε­σμά της σε πα­νε­θνι­κή εκλο­γι­κή ανα­μέ­τρη­ση. Η κά­πο­τε κρα­ταιά «Φόρ­τσα Ιτά­λια» του Μπερ­λου­σκό­νι, που είχε ήδη χάσει την πρω­το­κα­θε­δρία στο χώρο της Δε­ξιάς, συ­νέ­χι­σε να συρ­ρι­κνώ­νε­ται και από δύ­να­μη του 14-15% (στις τε­λευ­ταί­ες ευ­ρω­ε­κλο­γές αλλά και στις εθνι­κές του 2018) βρέ­θη­κε στο θλι­βε­ρό μο­νο­ψή­φιο 8,8%. Το ίδιο ακρι­βώς εξε­λίσ­σε­ται και στη Γαλ­λία, όπου η πα­ρα­δο­σια­κή κε­ντρο­δε­ξιά («οι Ρε­που­μπλι­κά­νοι») από δύ­να­μη του 20% (στις τε­λευ­ταί­ες ευ­ρω­ε­κλο­γές αλλά και στις προ­ε­δρι­κές του 2017) βρέ­θη­κε στο 8,5%. Δια­στά­σεις συ­ντρι­βής πήρε η ήττα των Τό­ρη­δων σε Αγ­γλία και Β. Ιρ­λαν­δία. Εκεί, το 8,8% και η πέμ­πτη θέση (!) απο­τέ­λε­σε πραγ­μα­τι­κό σει­σμό. Είναι ρα­γδαία πτώση αν συ­γκρι­θεί με το 24% των ευ­ρω­ε­κλο­γών του 2014. Αλλά αξί­ζει να ση­μειω­θεί ότι είχε κερ­δί­σει τις εθνι­κές εκλο­γές του 2017 με 42,5%! Την ει­κό­να συ­μπλη­ρώ­νει η αδυ­να­μία στην Ιβη­ρι­κή: Στην Πορ­το­γα­λία τα δύο κε­ντρο­δε­ξιά κόμ­μα­τα αθροί­ζουν 28% (όσο και το 2014, πολύ κάτω από το 39% των εθνι­κών εκλο­γών το 2015), ενώ στην Ισπα­νία το Λαϊκό Κόμμα με 20% απλώς βελ­τί­ω­σε λίγο τη θέση του απέ­να­ντι στους εν­δο-δε­ξιούς αντα­γω­νι­στές του (Σιου­δα­δά­νος και Vox) σε σχέση με την εθνι­κή κάλπη λίγες βδο­μά­δες πριν, πα­ρα­μέ­νο­ντας όμως πολύ κάτω από τα υψηλά πο­σο­στά του πα­ρελ­θό­ντος.

Η κρίση της κε­ντρο­α­ρι­στε­ράς συ­νε­χί­ζε­ται

Στην κε­ντρο­α­ρι­στε­ρά, πέρα από κά­ποιες πρω­τιές (Σου­η­δία, Ολ­λαν­δία) με «χλωμά» πο­σο­στά, επι­κρα­τεί η ει­κό­να στα­σι­μό­τη­τας ή/και συρ­ρί­κνω­σης. Το γερ­μα­νι­κό SPD συ­νε­χί­ζει την μακρά πο­ρεία «πα­σο­κο­ποί­η­σης σε αργή κί­νη­ση», σπά­ζο­ντας σε κάθε εκλο­γι­κή ανα­μέ­τρη­ση το προη­γού­με­νο ιστο­ρι­κό αρ­νη­τι­κό του ρεκόρ. Από 27,3% στις ευ­ρω­ε­κλο­γές του 2014, στο 20,5% στις εθνι­κές εκλο­γές του 2017 και στο 15,8% σή­με­ρα, πέ­φτο­ντας στην τρίτη θέση και κα­θι­στώ­ντας αβέ­βαιη τη συ­νέ­χεια της γερ­μα­νι­κής συ­γκυ­βέρ­νη­σης. Στη Γαλ­λία, η «πα­σο­κο­ποί­η­ση» υπήρ­ξε πιο βίαια και δεί­χνει αδύ­να­το να αντι­στρα­φεί. Οι Σο­σια­λι­στές έμει­ναν κα­θη­λω­μέ­νοι στο 6,2%, όπως και στην ιστο­ρι­κή κα­τε­δά­φι­σή τους στις  προ­ε­δρι­κές του 2017, και είναι «σκιά» του πα­λιού εαυ­τού τους. Στην Ιτα­λία το Δη­μο­κρα­τι­κό Κόμμα, με νέα ηγε­σία στη θέση του Ρέν­τσι κι επι­χει­ρώ­ντας να ανα­βα­πτι­στεί ως μο­να­δι­κή αντι­πο­λί­τευ­ση στην ακρο­δε­ξιά, πήρε 22,7%, ανε­βαί­νο­ντας 4 μο­νά­δες από τη συ­ντρι­βή των εθνι­κών εκλο­γών του 2018, κι αναρ­ρι­χή­θη­κε στη δεύ­τε­ρη θέση. Αλλά πρό­κει­ται για ένα σκορ που είναι 18 μο­νά­δες κάτω από το 2014. Οι «ενι­σχύ­σεις» από το Ηνω­μέ­νο Βα­σί­λειο (όπου το «ρεύμα Κόρ­μπιν» είχε ανα­ζω­ο­γο­νή­σει τους Ερ­γα­τι­κούς) δεν έφτα­σαν ποτέ. Οι πε­ρι­πέ­τειες του Brexit και η αμ­φι­ση­μία της στά­σης του κόμ­μα­τος κα­θή­λω­σε τους Ερ­γα­τι­κούς στο 13,6%, 10 μο­νά­δες κάτω από το 2014 και κυ­ρί­ως συ­ντρι­πτι­κά κάτω από το ισχυ­ρό 40% των τε­λευ­ταί­ων εθνι­κών εκλο­γών το 2017, καθώς ει­δι­κά στο ΗΒ, η κάλπη πήρε χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά «υπέρ ή κατά της ΕΕ». Η εκλο­γι­κή επι­βρά­βευ­ση της «αρι­στε­ρό­στρο­φης» ή «αντι­δε­ξιάς» κί­νη­σης των σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κών κομ­μά­των επι­βε­βαιώ­θη­κε ωστό­σο στην πε­ρί­πτω­ση των Σο­σια­λι­στών στην Ιβη­ρι­κή, με τους Πορ­το­γά­λους να έχουν κα­θα­ρή πρω­τιά με 33,4% (λίγο πάνω από το πο­σο­στό του 2014 και αυτό των εθνι­κών που τους έφερε στην κυ­βέρ­νη­ση το 2015) ενώ οι Ισπα­νοί κερ­δί­ζουν 32,8%, χτί­ζο­ντας ρεύμα πάνω στην πρό­σφα­τη νίκη τους στις εθνι­κές εκλο­γές (4 μο­νά­δες πάνω).

Το νέο ακραίο κέ­ντρο

Σε αυτό το τοπίο υπο­χώ­ρη­σης του ιστο­ρι­κού δι­κομ­μα­τι­σμού, η νέα ανα­γκαία ευ­ρω-πλειο­ψη­φία θα προ­κύ­ψει από τη συν­δρο­μή του «κέ­ντρου». Παρά την πο­λυ­χρω­μία της Συμ­μα­χί­ας Φι­λε­λεύ­θε­ρων Δη­μο­κρα­τών (αλλού πιο δεξιά οι­κο­νο­μι­κά φι­λε­λεύ­θε­ρα κόμ­μα­τα, αλλού πιο «προ­ο­δευ­τι­κά» με προ­φίλ κοι­νω­νι­κής ευαι­σθη­σί­ας), πρό­κει­ται για δυ­νά­μεις που πρέ­πει να υπο­λο­γί­ζο­νται ως εφε­δρεία του αστι­σμού και του νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρου «ευ­ρω­παϊ­σμού».

Άλ­λω­στε φυ­σι­κός ηγέ­της αυτού του χώρου θε­ω­ρεί­ται ο Εμ­μα­νου­έλ Μα­κρόν (που έχασε το στοί­χη­μα της πρώ­της θέσης, αλλά έδει­ξε εκλο­γι­κή αν­θε­κτι­κό­τη­τα πάνω στα ερεί­πια των πα­λιών με­γά­λων κομ­μά­των), ενώ το έτερο «νέο αίμα» στην ευ­ρω­παϊ­κή οι­κο­γέ­νεια απο­τε­λούν οι Σιου­δα­δά­νος (που στην Ισπα­νία κα­τα­γρά­φη­καν το προη­γού­με­νο διά­στη­μα ως τμήμα του «δε­ξιού μπλοκ» και προ­σθέ­τουν ένα 12,2% στον «ακρο­κε­ντρώο» χώρο). Ο θρί­αμ­βος των Φι­λε­λεύ­θε­ρων στο Ηνω­μέ­νο Βα­σί­λειο (19,6% και δεύ­τε­ρη θέση, ως κόμμα της «πα­ρα­μο­νής στην ΕΕ») μαζί με κά­ποιες συ­μπα­θείς επι­δό­σεις σε χώρες με πα­ρά­δο­ση «κε­ντρώ­ου φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού» (Ολ­λαν­δία, Δανία κλπ) και την ανά­δυ­ση δυ­νά­με­ων που συν­δυά­ζουν την «αντι-ολι­γαρ­χι­κή» ρη­το­ρι­κή με την προ­ο­πτι­κή του «εξευ­ρω­παϊ­σμού» στην ανα­το­λι­κή Ευ­ρώ­πη, την κε­ντρι­κή Ευ­ρώ­πη και τα Βαλ­κά­νια ερ­μη­νεύ­ουν την ενί­σχυ­ση αυτού του ρεύ­μα­τος.

Η ακρο­δε­ξιά ήρθε για να μεί­νει

Η ακρο­δε­ξιά ήταν μια άλλη δύ­να­μη που ενι­σχύ­θη­κε στην ευ­ρω­κάλ­πη. Στις πιο μι­κρές χώρες, αλλού έδει­ξε ση­μα­ντι­κή άνοδο (Βέλ­γιο), αλλού ση­μα­ντι­κή υπο­χώ­ρη­ση (Δανία, Εσθο­νία), αλλού στα­σι­μό­τη­τα (Φιν­λαν­δία, Σου­η­δία), αλλού εσω­τε­ρι­κή ανα­διά­τα­ξη (Ολ­λαν­δία, όπου το νέο «Φό­ρουμ για τη Δη­μο­κρα­τία» ξε­πε­τά­χτη­κε εντυ­πω­σια­κά κι υπο­σκέ­λι­σε το παλιά ισχυ­ρό «Κόμμα Ελευ­θε­ρί­ας» του Βίλ­ντερς που υπο­χώ­ρη­σε στις 3,5 μο­νά­δες).

Αντί­στοι­χη «ποι­κι­λία» υπήρ­ξε στα με­γά­λα κράτη. Η γερ­μα­νι­κή AfD πήρε 11%. Είναι ανώ­τε­ρο του 7% που είχε πάρει ως «πρω­το­εμ­φα­νι­ζό­με­νη» στις ευ­ρω­ε­κλο­γές του 2014, αλλά δεν συ­νέ­χι­σε την «επέ­λα­ση από κάλπη σε κάλπη», καθώς πρό­κει­ται για σκορ που είναι κάτω από το 12,6% των εθνι­κών εκλο­γών του 2017. Το Vox αντί­στοι­χα πήρε 6%, δη­λα­δή πολύ πάνω από το 1,5% του 2014 (τα χρό­νια της ανυ­πο­λη­ψί­ας) αλλά εμ­φα­νώς κα­τώ­τε­ρο του πρό­σφα­του 10% στην εθνι­κή κάλπη, πιε­ζό­με­νο μάλ­λον από την σχε­τι­κή ανα­σύ­ντα­ξη του δε­ξιού Λαϊ­κού Κόμ­μα­τος. Το αυ­στρια­κό FpO που βρέ­θη­κε εκτός συ­γκυ­βέρ­νη­σης εν μέσω σο­κα­ρι­στι­κού σκαν­δά­λου, πήρε 17%. Μόλις 2,5 μο­νά­δες κάτω από το 2014, αλλά 9 μο­νά­δες κάτω από τις βου­λευ­τι­κές που το έφε­ραν στη συ­γκυ­βέρ­νη­ση­το 2017. Πα­ρό­λα αυτά, πρό­κει­ται για πολύ ισχυ­ρό πο­σο­στό που δεί­χνει «αν­θε­κτι­κό­τη­τα» του ρεύ­μα­τος ακόμα και στα δύ­σκο­λα.

Μαζί με την ιδιο­μορ­φία του νέου κόμ­μα­τος Brexit του Φά­ρατζ που θριάμ­βευ­σε με 30% (αξιο­ποιώ­ντας τον «ευ­ρω-δη­μο­ψη­φι­σμα­τι­κό» χα­ρα­κτή­ρα της κάλ­πης), τα πιο μαύρα νέα έρ­χο­νται από την Ιτα­λία. Η Λέγκα του Σαλ­βί­νι, που κυ­βερ­νά από το 2018 ως «μι­κρός εταί­ρος» (έχο­ντας το 17,35%), κα­τόρ­θω­σε να εκτι­να­χτεί στο 34%, εις βάρος και της πα­ρα­δο­σια­κής Δε­ξιάς και του κυ­βερ­νη­τι­κού εταί­ρου της (Πέντε Αστέ­ρια) που συρ­ρι­κνώ­νε­ται. Μαζί με το 6,5% των νε­ο­φα­σι­στών Φρα­τέ­λι Ντι’ Ιτά­λια (2,5 μο­νά­δες πάνω από το «κλασ­σι­κό» τους σκορ σε προη­γού­με­νες εκλο­γές), δη­μιουρ­γεί­ται μια ακρο­δε­ξιά πλειο­ψη­φία που μπο­ρεί να ανα­λά­βει την δια­κυ­βέρ­νη­ση μέσα από νέες πρό­ω­ρες κάλ­πες που θα βά­λουν τέλος στην ιδιό­μορ­φη συ­γκυ­βέρ­νη­ση με τους Πε­ντά­στε­ρους, προς τα (ακρο)δε­ξιό­τε­ρα. Μαζί με την αυ­στρια­κή πε­ρί­πτω­ση και το 52% του κυ­βερ­νη­τι­κού Φι­ντέζ στην Ουγ­γα­ρία (ίδιο σκορ με προη­γού­με­νες κάλ­πες) υπο­γραμ­μί­ζουν την δυ­να­τό­τη­τα της ακρο­δε­ξιάς να «χτί­ζει ηγε­μο­νία» από κυ­βερ­νη­τι­κές θέ­σεις και κα­θι­στούν αφελή την εκτί­μη­ση ότι κυ­βερ­νώ­ντας θα εκτε­θούν/κα­ταρ­ρεύ­σουν αυ­τό­μα­τα. Η απου­σία μα­ζι­κής ρι­ζο­σπα­στι­κής Αρι­στε­ράς είναι ένα κοινό σε αυτές τις χώρες (Ιτα­λία, Ουγ­γα­ρία, Αυ­στρία) που απο­δει­κνύ­ει ότι η χλωμή κε­ντρο­α­ρι­στε­ρή αντι­πο­λί­τευ­ση αδυ­να­τεί να επι­τε­λέ­σει το κα­θή­κον της απο­τε­λε­σμα­τι­κής αντι­πα­ρά­θε­σης με την ακρο­δε­ξιά.

Στη Γαλ­λία, το κόμμα της Λεπέν κα­τέ­κτη­σε την πρω­τιά με 23,3% και μια μο­νά­δα δια­φο­ρά από την πα­ρά­τα­ξη του Μα­κρόν. Είναι ένα απο­τέ­λε­σμα ανά­με­σα στο 21,3% και τη δεύ­τε­ρη θέση στις προ­ε­δρι­κές του 2017 και το 25% και την πρώτη θέση που είχε πάρει το Εθνι­κό Μέ­τω­πο το 2014 στις ευ­ρω­ε­κλο­γές. Οπότε πίσω από τον υπερ­βο­λι­κό θό­ρυ­βο της «πρω­τιάς Λεπέν» μπο­ρεί κα­νείς να εντο­πί­σει ότι πρό­κει­ται για στα­σι­μό­τη­τα. Αλλά μπο­ρεί επί­σης να μι­λή­σει για «στα­θε­ρο­ποί­η­ση» του ακρο­δε­ξιού κόμ­μα­τος σε τέ­τοια πο­σο­στά και θέ­σεις, το οποίο από μόνο του είναι ανη­συ­χη­τι­κό.

Η γαλ­λι­κή πε­ρί­πτω­ση κατά τη γνώμη μας συ­μπυ­κνώ­νει τον γε­νι­κό απο­λο­γι­σμό της ακρο­δε­ξιάς στην Ευ­ρώ­πη. Δεν υπήρ­ξε το «εθνι­κι­στι­κό τσου­νά­μι» το οποίο προσ­δο­κού­σε και δεν έπια­σε τους στό­χους που έθετε στον εαυτό της. Σε σχέση με τον καλ­πα­σμό της σε μια σειρά εθνι­κές κάλ­πες τα προη­γού­με­να 2-3 χρό­νια, πα­ρου­σί­α­σε μια ανά­μι­κτη ει­κό­να  (όπως πε­ρι­γρά­φη­κε πα­ρα­πά­νω). Αλλά η άνο­δος της από την τε­λευ­ταία πα­νευ­ρω­παϊ­κή κα­τα­γρα­φή του 2014 αφορά ακρι­βώς όσα με­σο­λά­βη­σαν αυτά τα 5 χρό­νια. Οι φε­τι­νές ευ­ρω­ε­κλο­γές δεν ήταν η στιγ­μή της εφό­δου της ακρο­δε­ξιάς, γιατί αυτή είχε ήδη συ­ντε­λε­στεί. Και στις 26 Μάη απο­τυ­πώ­θη­κε αυτή η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα της προη­γού­με­νης πε­ριό­δου. Σε τρία ισχυ­ρά ιμπε­ρια­λι­στι­κά κράτη (Αγ­γλία, Γαλ­λία, Ιτα­λία) η ακρο­δε­ξιά ανα­δεί­χθη­κε πρώτη δύ­να­μη. Και στα δύο από αυτά (Γαλ­λία, Ιτα­λία) δεί­χνει ότι έχει εκτο­πί­σει μό­νι­μα την πα­ρα­δο­σια­κή κε­ντρο­δε­ξιά από την πρω­το­κα­θε­δρία στο συ­ντη­ρη­τι­κό χώρο.

Αυτή η κα­τά­στα­ση (σχε­τι­κής στα­σι­μό­τη­τας αλλά και στα­θε­ρής «εγκα­τά­στα­σης» στην κε­ντρι­κή πο­λι­τι­κή σκηνή) πε­ρι­γρά­φει την πε­ρί­ο­δο που περ­νά­με. Ο θε­ω­ρη­τι­κός και αγω­νι­στής του αντι­φα­σι­στι­κού κι­νή­μα­τος, Ντέι­βιντ Ρέ­ντον, κα­τα­γρά­φει αυτήν την δια­δι­κα­σία «εγκα­τά­στα­σης», και μας προϊ­δε­ά­ζει για έναν πα­ρα­τε­τα­μέ­νο «πό­λε­μο θέ­σε­ων» εκ μέ­ρους της ακρο­δε­ξιάς (μετά την πρώτη πε­ρί­ο­δο «αστρα­πιαί­ας» ανό­δου), τον οποίο έχου­με μπρο­στά μας να αντι­με­τω­πί­σου­με.

Αρι­στε­ρά σε βαθιά αδυ­να­μία

Δυ­στυ­χώς σε αυτό το γε­μά­το προ­κλή­σεις και κιν­δύ­νους τοπίο, η ρι­ζο­σπα­στι­κή Αρι­στε­ρά στην Ευ­ρώ­πη δεί­χνει σε πολύ άσχη­μη κα­τά­στα­ση. Κα­τα­γρά­φη­κε πα­νευ­ρω­παϊ­κά η σχε­τι­κή μεί­ω­ση των (πε­ριο­ρι­σμέ­νων) πο­σο­στών της αρι­στε­ρής ευ­ρω-ομά­δας.

Αν το 2014 ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ (και δευ­τε­ρευό­ντως οι πρω­το­εμ­φα­νι­ζό­με­νοι τότε Πο­δέ­μος) απο­τέ­λε­σε την «ατμο­μη­χα­νή» της ευ­ρω­παϊ­κής Αρι­στε­ράς, η πο­ρεία που ακο­λού­θη­σε από το κα­λο­καί­ρι του 2015 και μετά απο­τε­λεί ένα λόγο της εξή­γη­σης της ση­με­ρι­νής υπο­χώ­ρη­σής της. Φυ­σι­κά υπήρ­ξαν (ή προ­ϋ­πήρ­χαν) κι άλλοι πα­ρά­γο­ντες. Ο ευ­ρω-με­ταρ­ρυθ­μι­σμός και η κε­ντρο­α­ρι­στε­ρή πο­λι­τι­κή οδή­γη­σαν ισχυ­ρές δυ­νά­μεις όπως το ΚΚΓ στην συρ­ρί­κνω­ση (2,5%) ή την κά­πο­τε ισχυ­ρή ιτα­λι­κή Αρι­στε­ρά στην εξα­έ­ρω­ση (1,7% για μια «Αρι­στε­ρά» που έτσι κι αλ­λιώς ήταν εξαι­ρε­τι­κά χλωμή στο πο­λι­τι­κό στίγ­μα της). Το γερ­μα­νι­κό Linke, τα­λα­ντευό­με­νο την προη­γού­με­νη πε­ρί­ο­δο με­τα­ξύ ενός φλερτ με την κε­ντρο­α­ρι­στε­ρά (Γκίζι) και λαϊ­κι­στι­κών πει­ρα­μα­τι­σμών που υπο­κλί­νο­νται στο ρα­τσι­σμό (Βά­γκεν­χεντ) βρέ­θη­κε στο 5,5%, το χει­ρό­τε­ρο πο­σο­στό του σε πα­νε­θνι­κή κάλπη από όταν ιδρύ­θη­κε. Κά­ποιες νέες κα­λο­δε­χού­με­νες προ­σπά­θειες στην «έρημο» της ανα­το­λι­κής Ευ­ρώ­πης δεν μπο­ρούν να αλ­λά­ξουν την ει­κό­να.

Τα καλά νέα από το Βέλ­γιο (όπου το αρι­στε­ρό-ρι­ζο­σπα­στι­κό Ερ­γα­τι­κό Κόμμα συ­νε­χί­ζει να εκ­πλήσ­σει ευ­χά­ρι­στα τε­λευ­ταία παίρ­νο­ντας 8,6% στις εθνι­κές εκλο­γές που έγι­ναν την ίδια μέρα, από 3,5%), το στα­θε­ρά καλό σκορ του Σιν Φέιν (11%) ή η στα­θε­ρό­τη­τα κά­ποιων δυ­νά­με­ων στις σκαν­δι­ναυι­κές χώρες επί­σης δεν αλ­λά­ζουν την ει­κό­να.

Πόσο μάλ­λον που δυ­νά­μεις που επι­χεί­ρη­σαν να εκ­φρά­σουν μια δια­φο­ρο­ποί­η­ση από το Κόμμα Ευ­ρω­παϊ­κής Αρι­στε­ράς και την ταύ­τι­ση με τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ δεν κα­τά­φε­ραν κά­ποια ση­μα­ντι­κή άνοδο. Η Ανυ­πό­τα­κτη Γαλ­λία πήρε 6,3%, κι­νού­με­νη στα επί­πε­δα που κα­τέ­γρα­φε πα­λιό­τε­ρα το «Μέ­τω­πο της Αρι­στε­ράς». Σε αυτό συμ­με­τεί­χε τότε και το ΚΚΓ, άρα το φε­τι­νό άθροι­σμα 8,8% μπο­ρεί να θε­ω­ρη­θεί «άνο­δος». Αλλά στη Γαλ­λία του Μα­κρόν, της Λεπέν, των Κί­τρι­νων Γι­λέ­κων και μετά το 20% του Με­λαν­σόν στις προ­ε­δρι­κές του 2017, αυτό το σκορ μάλ­λον λει­τουρ­γεί ως «ανώ­μα­λη προ­σγεί­ω­ση». Στο Ισπα­νι­κό Κρά­τος, η συμ­μα­χία γύρω από τους Πο­δέ­μος και την Ενω­μέ­νη Αρι­στε­ρά πήρε 10%. Εμ­φα­νώς πίσω από το αθροι­στι­κό 18% των δύο κα­τε­βα­σμά­των του 2014 ή/και τα πο­σο­στά που κα­τέ­γρα­φαν την εποχή της ανό­δου των Πο­δέ­μος, ενώ είναι κα­τώ­τε­ρο και από το 14,3% στις πρό­σφα­τες εθνι­κές εκλο­γές, δεί­χνο­ντας ότι η πίεση από τους Σο­σια­λι­στές και ο πα­ρα­γκω­νι­σμός της Αρι­στε­ράς σε «συ­μπλη­ρω­μα­τι­κή» δύ­να­μη συ­νε­χί­ζε­ται. Η πορ­το­γα­λι­κή Αρι­στε­ρά αντέ­χει ως μα­ζι­κή δύ­να­μη, αθροί­ζο­ντας 17% (κοντά στα πο­σο­στά της στις ευ­ρω­ε­κλο­γές του 2014 και τις εθνι­κές του 2015) με εσω­τε­ρι­κή ανα­κα­τά­τα­ξη (το Μπλό­κο με 10% παίρ­νει την πρω­το­κα­θε­δρία από το ΚΚΠ). Αυτές οι δυ­νά­μεις, παρά την αδυ­να­μία που έδει­ξαν να ενι­σχυ­θούν, πα­ρα­μέ­νουν οι πλέον υπο­λο­γί­σι­μες σε μα­ζι­κό­τη­τα δυ­νά­μεις στην ευ­ρω­παϊ­κή Αρι­στε­ρά και παρά τις κρι­τι­κές που μπο­ρεί κα­νείς να κάνει (δια­φο­ρε­τι­κές στην κάθε πε­ρί­πτω­ση), είναι θε­τι­κό ότι βρί­σκο­νται σε μια ανα­ζή­τη­ση στα αρι­στε­ρά της πο­λι­τι­κής του ΚΕΑ. Πόσο μάλ­λον όταν άλλες δυ­νά­μεις της άκρας Αρι­στε­ράς δεν μπό­ρε­σαν να συ­γκρο­τή­σουν κά­ποια άλλη εναλ­λα­κτι­κή. Για πα­ρά­δειγ­μα στην Ιτα­λία το Πο­τέ­ρε Αλ Πό­πο­λο δεν κα­τέ­βη­κε, ενώ στη Γαλ­λία η Lutte Ouvriere, έχο­ντας εξα­σφα­λί­σει και το κά­λε­σμα του NPA για εκλο­γι­κή στή­ρι­ξη σε αυτήν, πήρε 0,78%, μι­κρό­τε­ρο πο­σο­στό και από το 1,2% που είχε πάρει μόνη της το 2014.

Πρά­σι­νο τσου­νά­μι

Αν υπάρ­χει μια πο­λι­τι­κή δύ­να­μη που μπο­ρεί να μιλά για «έφοδο» σε αυτές τις εκλο­γές, αυτοί είναι οι Πρά­σι­νοι. Στην Αυ­στρία 14% (τρι­πλα­σια­σμός από τις εθνι­κές εκλο­γές του 2017), πολύ καλά σκορ (6 και 7%) σε Βρυ­ξέλ­λες και νότιο Βέλ­γιο, 16% και δεύ­τε­ρη θέση στη Φιν­λαν­δία, 13,5% και 3η θέση στη Γαλ­λία, 20,5% και δεύ­τε­ρη θέση στη Γερ­μα­νία (δι­πλα­σια­σμός από το 2014), πρώ­τοι στο Δου­βλί­νο, 11,4% στη Σου­η­δία, 11,8% στο Ηνω­μέ­νο Βα­σί­λειο. Στις πε­ρισ­σό­τε­ρες πε­ρι­πτώ­σεις πρό­κει­ται για αλ­μα­τώ­δη άνοδο από πολύ χα­μη­λό­τε­ρα πο­σο­στά. Ανε­ξάρ­τη­τα από τα όρια αυτού του πο­λι­τι­κού χώρου (όπως απο­δεί­χθη­καν στο πα­ρελ­θόν πχ στην συ­γκυ­βέρ­νη­ση με το SPD στη Γερ­μα­νία ή από το κα­τά­ντη­μα του Κον Μπε­ντίτ στη Γαλ­λία), το «πρά­σι­νο κύμα» οφεί­λει να λει­τουρ­γή­σει ως υπεν­θύ­μι­ση δύο ζη­τη­μά­των στη ρι­ζο­σπα­στι­κή Αρι­στε­ρά: Ότι η κρίση της κε­ντρο­α­ρι­στε­ράς συ­νε­χί­ζει να πα­ρά­γει «ακρο­α­τή­ρια» που ανα­ζη­τούν έκ­φρα­ση και κι­νού­νται εχθρι­κά προς την ακρο­δε­ξιά (σε πολ­λές χώρες, ο αντι­ρα­τσι­σμός είναι η δεύ­τε­ρη θε­μα­το­λο­γία που ση­κώ­νουν οι Πρά­σι­νοι μετά το πε­ρι­βάλ­λον). Και ότι –ει­δι­κά στη νε­ο­λαία που θα ζήσει για με­ρι­κές δε­κα­ε­τί­ες ακόμα σε αυτόν τον πλα­νή­τη– ενι­σχύ­ε­ται η αί­σθη­ση του κα­τε­πεί­γο­ντος στην πάλη ενά­ντια στην κλι­μα­τι­κή αλ­λα­γή και τις συ­νέ­πειες που φέρ­νει αυτή στο κο­ντι­νό πλέον μέλ­λον. Οι συ­νε­χι­ζό­με­νες μα­θη­τι­κές απερ­γί­ες για το κλίμα διε­θνώς, το μα­ζι­κό οι­κο­λο­γι­κό κί­νη­μα πο­λι­τι­κής ανυ­πα­κο­ής που συ­ντά­ρα­ξε την Αγ­γλία τις πε­ρα­σμέ­νες βδο­μά­δες βρή­καν απο­τύ­πω­μα στην κάλπη.

Για να μην εγκλω­βι­στεί αυτή η διά­θε­ση σε πο­λι­τι­κές «πρά­σι­νου κα­πι­τα­λι­σμού» ή «φι­λε­λεύ­θε­ρου δι­καιω­μα­τι­σμού», απο­κομ­μέ­νου από τα κα­θή­κο­ντα της πάλης ενά­ντια στη λι­τό­τη­τα και το νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμό και τε­λι­κά το σύ­στη­μα που πα­ρά­γει και το ρα­τσι­σμό και την οι­κο­λο­γι­κή κα­τα­στρο­φή και τη φτώ­χεια, η ρι­ζο­σπα­στι­κή Αρι­στε­ρά οφεί­λει να αλ­λά­ξει πολλά στον εαυτό της, για να δώσει μια άλλη, τα­ξι­κή-σο­σια­λι­στι­κή προ­ο­πτι­κή, καθώς η Ευ­ρώ­πη βυ­θί­ζε­ται σε πο­λι­τι­κή κρίση.

Πηγή: https://rproject.gr

 

31

ΚΑΝΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Γράψτε μια απάντηση