ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

Αγνή Κατσιούλα

Στο κεντρικό κτίριο του ιστορικού μουσείου στη μεγαλύτερη πόλη της αμερικανικής κοινοπολιτείας της Πενσιλβάνιας, 6 υπέροχα έργα του αυτοδίδακτου μαύρου καλλιτέχνη προσφέρουν συγκλονιστικά μαθήματα αμερικανικής ιστορίας. Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, υπηρέτησε σε ένα τμήμα αποκλειστικά αφροαμερικανών στρατιωτών, τραυματίστηκε σοβαρά στο δεξί του χέρι όμως στράφηκε στη ζωγραφική για να αναρρώσει σωματικά και κυρίως ψυχικά.

Χιλιάδες άνθρωποι διαδήλωσαν την Κυριακή σε όλη τη Γερμανία, απαιτώντας από την κυβέρνηση να κάνει περισσότερα για να βοηθήσει τους μετανάστες που έχουν «κολλήσει» στην Ελλάδα, ειδικά μετά την καταστροφική πυρκαγιά στο ΚΥΤ Μόριας.

Περισσότεροι από 3.000 διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν στο Βερολίνο, ενώ 2.000 ακόμα διαδήλωσαν στην Κολωνία, σύμφωνα με την τοπική αστυνομία.

Οι στίχοι:

Απόψε λέω να σας πω μια ιστορία απ’του Αχέροντα τα σκοτεινά νερά,

εκεί που ο θάνατος μας κάνει χειραψία ειμ’ ο βαρκάρης με τα πλαστικά κουπιά,

οι ιστορίες τους κατάρα είναι μεγάλη είναι του χρόνου η βαθύτερη πληγή,

αλλά απ’ τη μια του Ζακ του Παύλου από την άλλη είν’ ιστορίες που με γέμισαν οργή,

μου λέει είμ΄ ο Ζάκ και όπως όλοι οι μοιραίοι στο λάθος μέρος την χειρότερη στιγμή,

με σκότωσαν κάτι νοικοκυραίοι γιατί προστάτευαν λέει το μαγαζί

και το επαύριο με βγάλαν στις ειδήσεις ήταν χειρότερο από θάνατο αυτό.

Κάνανε λέει και κάτι ωραίες δημοσκοπήσεις ήμουν φρικιό και άξιζα να σκοτωθώ,

Μου λέει είμαι ο Παύλος και μια νύχτα με φεγγάρι με δολοφόνησαν τα φασιστοειδή

κι ακόμα τρέχουν να γλυτώσουν μα και πάλι θα τους τσακίσουμε στο τέλος τους ναζί.

Κι άφησα πίσω την μανούλα μου μονάχη να αντικρίζει τα καθάρματα αυτά,

μην σε λυγίσουν μείνε ανένδοτη στην μάχη μέχρι να φύγουν από κάθε γειτονιά.

Έλα ρε Παύλο να μου λύσεις μια απορία πως ξεχωρίζουν λοιπόν το φασισμό η θύμα Zackie ίδια συγκυρία από το ίδιο φίδι μαύρο δηλητήριο.

Ζητώ από τον Άδη που έχει την εργολαβία τον Ζάκ τον Παύλο να τους βάλουνε μαζί και να τους δώσει να ανεβούν μια ευκαιρία στον πάνω κόσμο να τσακίσουν τους ναζί.

 

Απολαύστε το τραγούδι από τους Λα Καν:

 

Μείναμε έκπληκτοι/ες με την ανάρτηση του μέλους ΔΕΠ της Ιατρικής Σχολής του Π.Κ. και συνεργαζόμενου ερευνητή του ΙΜΒΒ-ΙΤΕ Αχιλλέα Γραβάνη που (στην προσπάθειά του μάλιστα να στιγματίσει κάποιες αντιεπιστημονικές απόψεις σε σχέση με τον κορονοϊό), ανέφερε μεταξύ άλλων πως «οι ανεξέλεγκτοι μετανάστες και πρόσφυγες στην Αττική […] κινούνται δίχως μάσκα, δίχως προσωπική υγιεινή, ο ένας πάνω στον άλλο και διασπείρουν τον ιό». Μάλλον «ξεχνώντας» ότι η προσωπική υγιεινή των προσφύγων και μεταναστών και το γεγονός πως είναι «ο ένας πάνω στον άλλον» δεν είναι επιλογή τους. Μάλιστα, για να στηρίξει τον ισχυρισμό του αναφέρει με χαρακτηριστική ασάφεια ότι οι «μισοί νοσηλευόμενοι σε Σωτηρία και Ευαγγελισμό ήταν πρόσφατα μετανάστες». Ωστόσο, ενώ παρουσιάζει το στοιχείο αυτό, δεν αναφέρει απολύτως καμία πηγή.

Τρανς γυναίκα μαστιγώθηκε άγρια από άνδρα, στη πόλη Σάντα Κρουζ της Βραζιλίας, ενώ ο συνεργός του κατέγραφε το αποτρόπαιο σκηνικό σε βίντεο με το κινητό του τηλέφωνο, πίνοντας μπύρα.

Τον ήξερα χρόνια, εξ αποστάσεως, έναν παπά ψηλό, επιβλητικό, με γαλανά μάτια και κατσαρά μαλλιά, μια μορφή που με πήγαινε πίσω στην αρχαία Αιολία. Μια μορφή απ’ τα παλιά που είχε συγκεραστεί με την εικόνα ενός λαϊκού παπά της λεσβιακής υπαίθρου. Έτσι τον θυμάμαι – ως τον παπά με το τσιγάρο στο χέρι, με τα ανασηκωμένα ράσα πάνω απ’ τα γόνατα, καβάλα σε ένα παπάκι να διασχίζει τους δρόμους της Καλλονής.

Τον αντάμωνα τακτικά, εποχούμενος κι εγώ, στα σοκάκια της πόλης και αλληλοχαιρετιόμασταν για χρόνια με ένα απλό νεύμα της κεφαλής. Η μοίρα το ‘φερε να γνωριστούμε με τον παπα-Στρατή και να συνεργαστούμε στα πλαίσια της Αγκαλιάς, το 2013. Ήταν η αρχή μιας φιλίας, που δυστυχώς διεκόπη απότομα, στις 2 Σεπτεμβρίου του 2015. Τότε πια, η εικόνα του είχε αλλάξει. Είχε εγκαταλείψει πλέον το παπί και κυκλοφορούσε με αυτοκίνητο, διασωληνωμένος, με τη φιάλη οξυγόνου πάντα παρέα στη θέση του συνοδηγού, παρέα και στον Αϊ-Γιώργη του Κεραμίου, την ενορία του, όπου και συνήθως τον συναντούσα. Τον θυμάμαι καταβεβλημένο, με ανάκατα μαλλιά, με έντονα αναπνευστικά προβλήματα και εμφανή πια τα σημάδια της ασθένειας στο πρόσωπό του. Άλλες φορές πάλι, λίγο καλύτερα, να αγωνίζεται για να συνεχίσει το φιλάνθρωπο έργο της Αγκαλιάς.

Δεν με έκανε ποτέ να νιώσω οίκτο για την κατάσταση της υγείας του, όπως θα ήταν φυσιολογικό. Ίσως γιατί η αρρώστια δεν ήταν ποτέ το επίκεντρο της συζήτησής μας, αλλά ούτε και του ενδιαφέροντός του. Μέσα στην καθημερινή του απλότητα και το ιδιόμορφο του λαϊκού παπά, ένιωθα, όλως παραδόξως, μόνο σεβασμό γι’ αυτόν. Είχαμε μόλις τέσσερα χρόνια διαφορά, αλλά πάντα τον προσφωνούσα με το «πάτερ». Δεν μου ταίριαζε να του μιλήσω στον ενικό, παρ’ όλο που ήξερα ότι δεν θα το πρόσεχε καν.

Σιγά-σιγά άρχισα να συνειδητοποιώ, ότι έβλεπα κάτι πέρα από το προσωπείο που του είχε φορέσει η ασθένεια παρά τη θέλησή του. Διέκρινα στα μάτια του μια δυναμική ανθρωπιά, χωρίς δισταγμούς και αμφιβολίες, που αψηφά τις κακοτοπιές. Δεν ήταν στο έργο του που το ‘βλεπα. Ήταν στο βλέμμα του, στη στάση του, στην ειλικρίνειά του. Μια πηγαία και αυθεντική ανθρωπιά. Μια διάσταση πνεύματος στα μάτια του, που μου θύμιζε την έκφραση της αγιογραφικής μας παράδοσης. Ήταν σαν να έβλεπα αναλαμπές της εσωτερικής του υπόστασης, όπως στα βλέμματα των αγίων – αυστηρά και μειλίχια συνάμα, με τη βεβαιότητα της γνώσης πέραν από τα φαινόμενα. Μόνο που στο ζωντανό πρόσωπο του παπα-Στρατή, η έκφραση αυτή ήταν μια αίσθηση φευγαλέα, διότι η καθημερινότητα και η αρρώστια που διαδέχονταν η μία την άλλη, ήταν αυτές που χαρακτήριζαν τη μόνιμη αίσθηση της έκφρασής του.

Θυμάμαι, του τηλεφώνησα χωρίς να ξέρω ότι βρισκόταν στο νοσοκομείο. Το σήκωσε η γυναίκα του, η Ευστρατία. «Δεν είναι καλά» μου είπε. Δεν θέλησα να τον ενοχλήσω και ετοιμαζόμουν να κλείσω. «Περίμενε», μου ‘πε, «θέλει να σου μιλήσει». Ήθελε να συζητήσουμε για το πώς επρόκειτο να αξιοποιηθούν τα χρήματα, τα οποία είχε δωρίσει το προσωπικό του πανεπιστημίου μας στην Αγκαλιά και τι είχε κάνει μέχρι τότε. Καμιά αναφορά στην υγεία του. Αυτή ήταν και η τελευταία μας συνομιλία λίγες μέρες πριν συγχωρεθεί.

Πέντε χρόνια μετά το θάνατο του παπα-Στρατή, 2 Σεπτεμβρίου του 2020, έτυχε να «με τρέχουν» κι εμένα στο νοσοκομείο του Όσλο με τ’ ασθενοφόρο και τη σειρήνα στη διαπασών, σφαδάζοντας απ’ τους πόνους. Στη διαδρομή θυμήθηκα τον παπα-Στρατή. «Κοίτα σύμπτωση!» σκέφτηκα.

Τις τέσσερις μέρες της διαμονής μου στο νοσοκομείο, πέρασε πολλές φορές απ’ τη σκέψη μου το ενδεχόμενο ενός ξαφνικού θανάτου. Πολλές φορές παρασύρθηκα σε φιλοσοφικούς στοχασμούς περί του παραλόγου της φθαρτής μας φύσης. Το ασθενές μου σώμα είχε γίνει το κέντρο του σύμπαντος κόσμου. Η επιθυμία μου για ζωή είχε αναγάγει τα αποτελέσματα των εξετάσεων στα σημαντικότερα ντοκουμέντα αυτού του κόσμου.

5 Σεπτεμβρίου βγήκα ζωντανός. Διασχίζοντας την πόλη προς το σπίτι, μου ‘ρθε και πάλι στον νου ο παπα-Στρατής. Θυμήθηκα το τηλεφώνημα και την περιφρόνηση του θανάτου που είχε δείξει με τη στάση του, σε αντίθεση με εμένα, και ένιωσα μπροστά του μικρός. Κι ένιωσα ακόμη πιο μικρός, όταν συνειδητοποίησα, ότι η περιφρόνηση του θανάτου ήταν συνέπεια της αυταπάρνησής του. Συνέπεια του αγώνα του να συνεχίσει να μοιράζεται και να απαλύνει τον πόνο των άλλων, των οποιωνδήποτε άλλων, ακόμα και στις λίγες μέρες και ώρες πριν το θάνατό του.

Η ψυχή του παπά με τα ανάκατα μαλλιά, τα τριμμένα ράσα και το τσιγάρο στο χέρι, έβλεπα είχε αγγίξει σημεία γνήσιας αυθυπέρβασης. Τα διαπεραστικά του μάτια μου επέτρεψαν κάποιες στιγμές να τα διαπεράσω για να αντικρίσω στα βάθη της δικής του ψυχής την λεβέντικη ανθρωπιά του, που τον έκανε να υπερβεί εαυτόν. Την ανθρωπιά που ’ναι κρυμμένη στα βάθη της εφήμερης ύπαρξής μας και που από γενιά σε γενιά προσμένουμε να λάμψει και να μας πάει σε έναν άλλον κόσμο, τον κόσμο του παπα-Στρατή.

ΥΓ. Τα λόγια δεν αρκούν για να αποδώσω τις αναλαμπές της ψυχής του, όπως τις αντίκρισα. Για αυτό κατέφυγα στις εικόνες – ένα φωτογραφικό πορτρέτο και ένα ζωγραφικό. Η φωτογραφία «ξέφυγε» απ’ τα χέρια μου και έκανε μόνη το ταξίδι της στο διαδίκτυο και σε έντυπα. Το σχέδιο είχα αποφασίσει να το χαρίσω στη σύζυγό του, αλλά δεν πρόλαβα. Έφυγε δυστυχώς κι αυτή, φοβάμαι, απ’ τον καημό της, πριν ολοκληρωθεί το πορτρέτο. Όταν ολοκληρώθηκε, το χάρισα στα δυο παιδιά τους, Μιχάλη και Μαρία, το 2019.

Γιώργος Κωνσταντινίδης

Ιστορικός τέχνης, Υποδιευθυντής Σπουδαστικού Κέντρου Μετοχίου

Παραρτήματος του Νορβηγικού παν. του Άγκντερ στην Καλλονή

 

Πηγή:emprosnet.gr

«Δηλώνω υπεύθυνα ότι επιθυμώ το παιδί μου (…) να λαμβάνει πρωινό κολατσιό από το πρόγραμμα του Δήμου Θεσσαλονίκης λόγω του ότι δεν έχω τη δυνατότητα να παρέχω πρωινό κολατσιό στο παιδί μου».

Όταν ο Ισπανός τριαθλητής Ντιέγκο Μεντρίγκα παρατήρησε ότι ο Βρετανός τριαθλητής Τζέιμς Τεγκλ άλλαξε κατά λάθος πορεία πριν από τη γραμμή του τερματισμού του Σανταντέρ Τριάθλου, ο Μεντρίγκα τον περίμενε για να του παραχωρήσει την 3η θέση. «Ήταν μπροστά μου όλη την ώρα. Το άξιζε »