Προβληματικά σημεία του νομοσχεδίου για την υποχρεωτική συνεπιμέλεια καταδεικνύει και η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής

Προβληματικά σημεία του νομοσχεδίου για την υποχρεωτική συνεπιμέλεια καταδεικνύει και η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής

Τις προβληματικές διατάξεις του νομοσχεδίου που κατατίθεται το πρωί της Τετάρτης στην Ολομέλεια της Βουλής επισημαίνει με έκθεσή της και η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής, ενώ έχει προηγηθεί η πολύμηνη κριτική από πληθώρα φορέων, οργανώσεων, έγκριτων προσώπων, σύσσωμής της αντιπολίτευσης (πλην της Ελληνικής Λύσης) αλλά και μελών της ίδιας της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας.


Την κριτική ότι το νομοσχέδιο αντιβαίνει στις διατάξεις της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης έρχεται να επικυρώσει με έκθεσή της και η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής, υπενθυμίζοντας στην έκθεσή της ότι «η Σύµβαση της Κωνσταντινούπολης, που κυρώθηκε µε τον νόµο 4531/2018, στο άρθρο 48 επιτάσσει στα κράτη να λαµβάνουν τα αναγκαία νοµοθετικά ή άλλα µέτρα που απαγορεύουν τις υποχρεωτικές εναλλακτικές διαδικασίες επίλυσης διαφορών, συµπεριλαµβανοµένης της διαµεσολάβησης και του συµβιβασµού, αναφορικά µε όλες τις µορφές βίας οι οποίες καταλαµβάνονται από το πεδίο εφαρµογής της παρούσας Σύµβασης».

Επισημαίνει δε ότι «κατά τα προτεινόµενα άρθρα 1512 και 1514 παρ. 2 και 3 του Αστικού Κώδικα, δεν απαγορεύεται ρητά η διαδικασία της διαµεσολάβησης σε περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας, όπως αυτές τυποποιούνται στον ν.3500/2006 και στα άρθρα 312, 330 και 333 του Ποινικού Κώδικα» καθώς και ότι «η ως άνω µη απαγόρευση των υποχρεωτικών εναλλακτικών διαδικασιών επίλυσης διαφορών, συµπεριλαµβανοµένης της διαµεσολάβησης και του συµβιβασµού, δεν φαίνεται να συνάδει µε το άρθρο 1 του νοµοσχεδίου, το οποίο ορίζει ότι οι διατάξεις του νοµοσχεδίου δεν µπορεί να θεωρηθεί ότι δικαιολογούν τη µη τήρηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την Σύµβαση της Κωνσταντινούπολης. Συνεπώς, θα ήταν σύµφωνη προς τις υπερνοµοθετικής ισχύος διατάξεις της Σύµβασης της Κωνσταντινούπολης η ρητή απαγόρευση της διαδικασίας διαµεσολάβησης στις περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας, όπως αυτές τυποποιούνται στον ν. 3500/2006 και στα άρθρα 312, 330 και 333 του Ποινικού Κώδικα».

Σημειώνεται ότι έχουν υπάρξει επικριτικά σχόλια και σε διεθνές επίπεδο, αναφορικά με το κατά πόσον οι διατάξεις του νομοσχεδίου βρίσκονται σε συνάφεια με  τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, με την Marcella Pirrone, Πρόεδρο του Δικτύου WAVE (Women Against Violence Europe) να χαρακτηρίζει προ ημερών τη διάταξη περί υποχρεωτικής συνεπιμέλειας ως «επικίνδυνη, παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει επικυρώσει τη Σύμβαση Κωνσταντινούπολης» σε συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στο Συμβούλιο της Ευρώπης σχετικά με την έμφυλη ισότητα και τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης. Στο ίδιο πλαίσιο, σε ανακοίνωση που εξέδωσε την Τρίτη η Διεθνής Αμνηστία τονίζει ότι η διάταξη που ορίζει ότι «τα γονικά δικαιώματα των δραστών ενδοοικογενειακής βίας ή σεξουαλικών αδικημάτων “δύνανται να παύσουν ή να περιοριστούν μόνο έπειτα από πρωτοβάθμια δικαστική απόφαση που τους καταδικάζει για τέτοια αδικήματα”», παραβιάζει την υποχρέωση της Ελλάδας, σύμφωνα με τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, να μη θέτει σε κίνδυνο τα δικαιώματα και την ασφάλεια των επιζωσών ενδοοικογενειακής βίας και των παιδιών που αντιμετωπίζουν κακοποιητικά περιβάλλοντα».

«Η λέξη “εξίσου” στην άσκηση γονικής μέριμνας χρήζει αποσαφήνισης» επισημαίνει, επίσης, στην έκθεσή της η Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής καθώς «η έννοια της από κοινού και ισόχρονης άσκησης της γονικής µέριµνας, αν υποτεθεί ότι αυτή η εκδοχή ανταποκρίνεται στη βούληση του νοµοθέτη, θα µπορούσε να υποστηριχθεί ότι οδηγεί στην εισαγωγή της υποχρεωτικής ίσης χρονικής κατανοµής της γονικής µέριµνας και της συνακόλουθης εναλλασσόµενης κατοικίας του ανήλικου τέκνου». Επιπλέον σημειώνει ότι «χρήζει αποσαφήνισης η διάταξη για το χρόνο επικοινωνίας του τέκνου στο 1/3 του συνολικού χρόνου» και υπενθυμίζει ότι «είναι κοινώς γνωστό, σύµφωνα µε τα πορίσµατα της επιστήµης, ότι τα παιδιά έχουν ανάγκη κατοχύρωσης της συναισθηµατικής µονιµότητας, της σταθερότητας και της συνέχειας στη φροντίδα τους, που θα τους επιτρέψει να αναπτύξουν έναν ασφαλή ψυχοσυναισθηµατικό δεσµό µε το βασικό πρόσωπο φροντίδας τους. Οι ανάγκες αυτές δεν µπορούν να εξασφαλιστούν µε απλό µοίρασµα του χρόνου των παιδιών µεταξύ των δύο γονιών. Η σταθερότητα αυτή επιτυγχάνεται χάρη στο σταθερό χώρο κατοικίας, στη συνέχεια στη φροντίδα, στη σταθερότητα του βασικού προσώπου φροντίδας, στο ήρεµο κλίµα που επικρατεί στις οικογενειακές σχέσεις, τη σαφήνεια των ρόλων, των χώρων και των σχέσεων. Οποιαδήποτε σύγχυση, οποιοδήποτε βίαιο “µοίρασµα” του παιδιού προς όφελος των ενηλίκων αποβαίνει σε βάρος της ψυχοσυναισθηµατικής ισορροπίας του παιδιού».


 

Πηγή: thepressproject.gr

31

ΚΑΝΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Γράψτε μια απάντηση