Αν πραγματικά η κυβέρνηση ενδιαφερόταν για να βάλει φραγμό στους χρυσαυγίτες θα είχε πάρει τη σχετική πρωτοβουλία νωρίτερα και όχι στο παρά πέντε των εκλογών. Τα κουκιά τους ενδιαφέρουν και όχι ο φασισμός.
του Γιάννη Αλμπάνη
Η ιστορία της τροπολογίας για την αποτροπή της συμμετοχής στις εκλογές του κόμματος Κασιδιάρη αποτελεί μνημείο προχειρότητας. Μέσα σε τρεις μήνες η κυβέρνηση έχει παρουσιάσει τρεις διαφορετικές τροπολογίες για το ζήτημα. Δεν νομίζω να υπάρχει άλλο προηγούμενο στα κοινοβουλευτικά χρονικά που να έρχεται τροπολογία πάνω σε τροπολογία που ψηφίστηκε πριν δύο μήνες – η τροπολογία για Κασιδιάρη υπερψηφίστηκε στις 8 Φλεβάρη και ήταν διαφοροποιημένη από αυτή που είχε παρουσιαστεί αρχικά. Τέτοια τάξη, τέτοια αλφαδιά, δεν έχουμε ξαναδεί…
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου, προσπαθώντας να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα δήλωσε στον Σκάι ότι η νέα τροπολογία «κρίθηκε αναγκαία, δεδομένης της κρισιμότητας της κατάστασης, επειδή δεν είναι συνηθισμένο να είμαστε αντιμέτωποι με τέτοιου είδους ζητήματα, δεν ξαναείχαμε στην Ελλάδα εγκληματικές οργανώσεις, που να προσπαθούν με διάφορα τρικ να επιστρατεύουν και πρώην δικαστικούς».
Αναδημοσίευση από το https://simeio.org.gr
της Αλεξάνδρας Καραγιάννη
Στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια σημειώνεται αύξηση του αντιτσιγγανισμού: ρητορική μίσους στο διαδίκτυο, αντιτσιγγανικές δηλώσεις από πολιτικά πρόσωπα ιδίως σε προεκλογικές περιόδους, αντιτσιγγανικά δημοσιεύματα στον τύπο που καλλιεργούν αισθήματα μίσους κατά των Ρομά, συμπεριφορές και ενέργειες που μπορεί να αρχίζουν από απλές διακρίσεις και να κορυφώνονται σε εγκλήματα μίσους, όπως ανθρωποκτονίες. Πρόκειται δε για την πιο ανεκτή, βαθιά ριζωμένη και διάχυτη μορφή ρατσισμού που υπάρχει στην κοινωνία, στη διοίκηση, αλλά και στους θεσμούς επιβολής του νόμου και τις διωκτικές αρχές.
Η είδηση ότι ένας πρώην αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου αναλαμβάνει χρέη προέδρου «αντ’ αυτού» στο κόμμα Κασιδιάρη φάνηκε στην αρχή σαν πρωταπριλιάτικο αστείο. Ομως δυστυχώς είναι γεγονός.
Κανένας δεν αφήνει την πατρίδα του,
εκτός αν πατρίδα είναι το στόμα ενός καρχαρία
τρέχεις προς τα σύνορα μόνο όταν βλέπεις
ολόκληρη την πόλη να τρέχει κι εκείνη.
“Πατρίδα”, της Warsan Shire
του Παντελή Μπουκάλα
Στην Τουρκία, οι ερντογανικοί δημοσιογράφοι σπεύδουν να κρύψουν πίσω από την πλάτη τους το μικρόφωνο, όταν στο πλάνο μπαίνει απρόσκλητος κάποιος οργισμένος σεισμόπληκτος.
Υπάρχουν όμως και δημοσιογράφοι που τιμούν την ευθύνη που αντιστοιχεί στον δημόσιο ρόλο τους. Παράδειγμα, η παρουσιάστρια ειδήσεων Ντιλαρά Γκιουντέρ, η οποία τόλμησε να πει στον αέρα το αυτονόητο, πιστοποιημένο από την τραγωδία της χώρας της. Οτι οι σεισμοί του 1999 δεν έγιναν μάθημα για τους κρατούντες και τους διαπλεκόμενους μεγαλοεργολάβους. Και ότι για τα μυριάδες θύματα «δεν φταίει η μοίρα ή η φύση, αλλά οι μηχανικοί, οι κατασκευαστές και όσοι έδωσαν την έγκριση».
Ποιοι έδωσαν την έγκριση; Οσοι επέτρεπαν επί δύο δεκαετίες να χτίζονται αναρίθμητα σαθρά οικοδομήματα, για να κερδίζουν ψήφους αυτοί και λίρες οι φίλοι τους εργολάβοι. Η ευθύνη έχει ονοματεπώνυμο: Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Ο Τούρκος πρόεδρος, στις προστατευμένες επισκέψεις του στις σεισμόπληκτες πόλεις, μία απάντηση και «παρηγοριά» δίνει: το κισμέτ. Την ίδια απάντηση, που ο αμοραλισμός της δεν κρύβεται από τον ψευτοθρησκευτικό μανδύα της, έδωσε κι ένας εργολάβος όταν ερωτήθηκε τι έφταιξε και μια πολυκατοικία-έργο των χειρών του σωριάστηκε σε δευτερόλεπτα, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν ογδόντα άνθρωποι. «Το κισμέτ βέβαια».
Η σελίδα 86 του βιβλίου «Πιπέρι και σπασμένες γραμμές», πάνω-πάνω, μας ξεναγεί σ’ έναν από τους ιδιοφυείς αφορισμούς του Λίχτενμπεργκ:
Σύγκριση ενός ιεροκήρυκα και ενός κλειδαρά: Ο πρώτος: «Δεν πρέπει να κλέβεις», κι ο άλλος: «Δεν πρέπει να μπορείς να κλέβεις».
Η απολογία του Πέτρου Φιλιππίδη είχε απ’ όλα μέσα: πόρνες, θέατρα, ξύλο, άγριες εποχές, το σεβασμό στη μάνα, τις παράπλευρες απώλειες, το γυναικείο πόνο, τον Κάρολο Κουν…Σχολιάστηκε για όλα, ήδη από χθες. Μόνο μια φράση, συνηθισμένη ίσως, αδιάφορη ίσως, μια φράση απ’ αυτές που λέγονται εν τη ρύμη ενός λόγου φορτισμένου και στοχοκατευθυνόμενου, εμένα από χθες μου ‘χει κάτσει στο λαιμό. Πολύ «ψιλή» ώστε να περνάει απαρατήρητη, πολύ χοντρή για να μην έχω τρόπο να την κατεβάσω. Χθες λοιπόν, μες στην απολογία του ο Πέτρος Φιλιππίδης είπε: «Δεν είμαι βιαστής. Δεν έχω λόγο να είμαι».